Παρασκευή 24 Μαΐου 2013

Ορθοδοξία καλεί ανθρώπινη συνείδηση…

Ορθοδοξία καλεί ανθρώπινη συνείδηση…
ellas
Πάσχα ορθόδοξο. Και το χριστιανικό μήνυμα είναι ο καθρέπτης του αιώνιου στο χρόνο. Οσο εμβαθύνει κανείς στον κόσμο του, τόσο διαπιστώνει, αρκεί να είναι καλοπροαίρετος, πως δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Η ορθόδοξη έκφρασή του (ας δηλωθεί ευθύς εξ’ αρχής πως δεν υπάρχει καμία διάθεση υποτίμησης ή πολεμικής των άλλων χριστιανικών ομολογιών) ιστορικά “τελειώθηκε” με την ευτυχή, εκλεκτική και εμπνευσμένη συνάντηση δύο παραγόντων: Του ευαγγελικού πνεύματος και της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας.

του Στέλιου Συρμόγλου
steliosΚύριος μοχλός βέβαια της Ορθοδοξίας είναι το ευαγγελικό πνεύμα και μήνυμα, ό,τι αποκαλούμε θεία Αποκάλυψη, η οποία μηνύθηκε στους ανθρώπους με τη θεία Ενσάρκωση. Ο σαρκωμένος λόγος του Θεού, ο “χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού”, κατά τον Απόστολο Παύλο, διασαρκώνει τον αιώνιο Θεό στο κοσμικό είναι, διαχέοντας μυστικά το θέλημα του πατρός με τη διδαχή του και με την πράξη του. Εμβαυύνοντας στα λόγια του Λόγου, πιστοποιούμε πως βασίζονται στην αγάπη, την οποία και διεκφράζουν ως άρρητη Κένωση, ως Προσφορά, ως Θυσία, ως Μαρτύριο, ως Ανάσταση, ως Κατάργηση, δηλαδή του θανάτου και ως Ελευση της αιώνιας ζωής. Κατανοούμε ήδη γιατί ο λόγος της Κενώσεως δεν είναι φιλοσοφικό ή ηθικολογικό φληνάφημα, αλλά άσπιλο Νεύμα το οποίο απεκδύεται ζωηφόρα την Κένωση, ως Πλήρωμα, ως “Χάρις αντί Χάριτος”.
Γνωρίζουμε από το ευαγγελικό μήνυμα πως αυτή η “αναστοιχείωσις” του ανθρώπου γίνεται με την ένσαρκη αγάπη, ζωτικό σημείο της οποίας είναι ο σαρκωμένος Λόγος. Το Πνεύμα εκφράζεται ένσαρκο, χωροχρονικά δηλαδή αυτό σημαίνει πως το Αχώρητο χορηγείται όχι στις συνθέτουσες του ορθού λόγου, αλλά στο απόλυτο έγκατο του ανθρώπινου είναι, το οποίο πλάστηκε “κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν” του Θεού.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε πως, σύμφωνα με το ευαγγελικό πνεύμα, πλήρωμα του ανθρώπου είναι ο θεάνθρωπος, ιδεατό του δηλαδή αρχέτυπο στην αιωνιότητα. Αυτοί οι πολύτιμοι θησαυροί του ευαγγελικού πνεύματος βρήκαν την ιδανική τους έκφραση στη διδασκαλία των Ελλήνων Πατέρων της Ορθοδοξίας, οι οποίοι γνώρισαν κατά βάθος την ελληνική φιλοσοφία. Χρειαζόταν, λοιπόν, οπωσδήποτε το ευαγγελικό μήνυμα την ελληνική φιλοσοφία, για να εκφρασθεί ιστορικά;
Θα είμασταν ειδωλολάτρες αν πιστεύαμε πως χωρίς την ελληνική φιλοσοφία, χωρίς την εκλεκτική της αποδοχή, το πνεύμα του Χριστιανισμού δεν θα καρποφορούσε ιστορικά. Ωστόσο, η ορθόδοξη έκφραση του διαμέσου των Ελλήνων Πατέρων το “προσέδεσε” σε σημαντικές σκεπτικές κατηγορίες, τις οποίες παρήγαγε ο ανθρώπινος λόγος, που χειραγωγούνταν από το φως της φυσικής Αποκάλυψης. Η ελληνική φιλοσοφία αποτελεί την ύψιστη έκφραση του ανθρώπινου λόγου, ο οποίος βρίσκεται σε συνεχή αναζήτηση της Αλήθειας.
Στην ελληνική φιλοσοφία απολήγουν μεγάλες αναζητήσεις της παγκόσμιας διάνοιας, η οποία αναζητεί τη σοφία. Ηδη, λοιπόν, το χριστιανικό μήνυμα, εκφρασμένο στα ελληνικά από τους Ελληνες Πατέρες, προσλαμβάνει την ορθόδοξη διάστασή του και καταξιώνεται οικουμενικά, αφού πια οπλίζεται με τα κράτιστα δώρα της παναθρώπινης εκζήτησης. Η οικουμενικότητα της Ορθοδοξίας οφείλεται αφ’ ενός μεν στην Αποκάλυψη, αφ’ ετέρου δε στο διαχρονικό της δεσμό με τον εεληνικό λόγο. Δεν υπήρξε καμία ελληνοποίηση του χριστιανικού μηνύματος, ούτε ποιοσδήποτε εκχριστιανισμός της φιλοσοφίας, όπως τόνισαν ορισμένοι επιφανείς κατά τα άλλα ερμηνευτές.
Η Ορθοδοξία, ως έκφραση της μακάριας συνάντησης του λόγου με το Λόγο, κοσμείται με οικουμενικών διαστάσεων φως. Ηθος και διάνοια πλέκουν στον κόσμο της την Ωραιότητα ως απείκασμα Κάλλους. Και αυτό σημαίνει πως οικουμενικό δεν είναι το από άλλους δεκτό και αποδεκτό, αλλά το ισχύον ως Πνεύμα και ως Ζωή. Ισως ο κόσμος να μην προσέλαβε ποτέ ολοκληρωτιοκά το χριστιανικό μήνυμα, μα αυτό δεν αφαιρεί τίποτε από το τελευταίο. Το χριστιανικό μυστήριο “αεί μένει μυστήριον”, γιατί το φθαρτό της ανθρώπινης φύσης έχει πάντα τη δωρημένη ελευθερίατου, έστω και αν στρέφει κατά των πρωταρχών. Κατανοούμε έτσι γιατί ο Χριστιανισμός είναι οικουμενικός. Εκφράζει το απόλυτο άνοιγμα του τριαδικού Θεού προς τον κόσμο. Και αυτό σημαίνει πως διαχέει το απόλυτο έλεος.
Η Ορθοδοξία, ωστόσο, και η παράδοσή της καταρδεύονται από την αναγεννητική πνοή του Παράκλητου. Θα ήταν παράδοξο να εγκλείσουμε την Ορθοδοξία μόνο και μόνο στο Βυζάντιο. Το πνεύμα της είναι αιώνιο και ικανό να εκφράζεται και σε άλλους λαούς με διαφορετική νοοτροπία, είναι πνεύμα οικουμενικό. Μπορούμε να διαπιστώσουμε αυτή την αλήθεια αν ανατρέξουμε στη ρωσική θρησκευτική φιλοσοφία και στους μεγάλους εκφραστές της. Θα δούμε έτσι πως η μυστική δυναμική του ορθόδοξου μηνύματος είναι και αδαπάνητη και ανεξάντκητη. Προσφέρει πάντα νέες εκτιμήσεις υπό το αρχέγονο φως. Φιλοξενεί εύσπλαχνα τις κοσμικές εκζητήσεις του ανθρώπινου λόγου, γονιμοποιεί αέναα τις μυστικές ενοράσεις και την αισθητική ευαισθησία των ανθρώπων.
Η αγάπη, εξάλλου, δεν είναι μόνο αξεπέραστη ως ουσία του Θεού. Οι παρθενικές της διαθλάσεις, οι αρετές, την εγκεντρίζουν αναδημιουργικά σε όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, για να αγγέλλουν την ειρήνη, την κατάπαυση, το έλος. Και όμως…Ο κόσμος ταρασσόταν και ταράσσεται από τον τιτανικό σπαραγμό του πάθους, ενώ ομάδες και λαοί κατατρύχονται και αλληλοσπαράσσονται. Ποια είναι η θέση της Ορθοδοξίας μπροστά στο αλγεινό θέαμα της κοσμικής επιφάνειας;
Είναι μήπως ιδεαλιστική κατασκευή ονειροπόλων και ριψάσπιδων; Σε αυτά τα ερωτήματα η θαυματουργός ρομφαία της αγάπης μπορεί να απαντήσει αυθεντικά. Μόνο οι γνήσιοι εκφραστές της αγάπης, οι άγιοι, είναι σε θέση να απαντήσουν έγκυρα, μακριά από κάθε υπερσυναισθηματική έκφραση ή απολογητική στάση. Απαντούν όμως και κάποιοι ταπεινοί εραστές της Ορθοδοξίας και της χριστιανικής πίστης. με τον τρόπο ζωής τους. Με τις αντιδράσεις τους, που η καρδιοφάγα έγνοιά τους για τον άνθρωπο υπαγορεύει, αδιαφορώντας για την πέτρα του κάθε λιθοβόλου.
Η κοσμική ιστορία είναι αλίμονο, αντεστραμμένο κάτοπτρο της θεοφάνειας, ένα κάτοπτρο με ρήγματα πάθους και στεναγμών. Ηδη όμως αυτά τα ρήγματα, τα οποία κατευθύνουν στην Πτώση μιλούν με τη σιωπή του θανάτου ή με τους αμφίβολους θριάμβους των “νικών” τους. Μαρτυρούν τον άλλο κόσμο της φθοράς και του δημιουργημένου στο χωροχρόνο εωσφορικού πνεύματος. Το κακό δεν έχει καμία μεταφυσική κάλυψη. Οσοδήποτε πεισματικό και προκλητικό ως αδικία, ως εγωισμός, ως απληστία, μαρτυρεί έμμεσα την άλλη πηγή, την πηγή των οικτιρμών και της αγάπης, το οικουμενικό έλεος.
Οι προκλήσεις της άρνησης, ο πειρασμός της εκκοσμίκευσης και οι ποικίλες αντιδράσεις της ζωής, έχουν οπωσδήποτε το λόγο τους. Σε αυτή την αναμέτρηση το φως της Ορθοδοξίας επιμένει να καλεί την ανθρώπινη συνείδηση. Η διαφάνειά του έναι άμετρη, το πνεύμα του αιώνιο.
Στηρίξτε την προσπάθειά μας με ένα like!

12 Μαϊ 2013 ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΧΡΙΔΟΣ - ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ

12 Μαϊ 2013


Άγιος Νικόλαος Αχρίδος: Η Μασονία είναι ο μέγιστος εχθρὸς της Ορθοδοξίας, εσωτερικὸς και εξωτερικὸς


Ἅγιος Νικόλαος Ἀχρίδος : Ἡ Μασονία εἶναι 
ὁ μέγιστος ἐχθρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας, 
ἐσωτερικὸς καὶ ἐξωτερικὸς
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς), Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος (1881-1956) ἀνήκει στὶς ἐπιφανέστερες καὶ μὲ οἰκουμενικὸ κῦρος θεολογικὲς μορφὲς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας τοῦ τελευταίου αἰῶνος, μαζὶ καὶ μὲ τὸν πνευματικό του υἱό, τὸν γνωστὸ Γέροντα καὶ Θεολόγο Ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, τῆς Μονῆς τοῦ Τσέλιε, Καθηγητὴ (1935-1945) τῆς Δογματικῆς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Βελιγραδίου. Ὁ Νικόλαος Βελιμίροβιτς, διδάκτωρ τῆς Θεολογίας στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Βέρνης (1908) καὶ τῆς Φιλοσοφίας στὸ Πανεπιστήμο τῆς Γενεύης (1909), ἀκολούθησε μετέπειτα τὴν ὁδὸ τῆς ἀφιερώσεως στὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του. Ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία τῆς Σερβίας ὡς Ἐπίσκοπος Ζίτσας (1919, 1934-1941) καὶ Ἀχρίδος (1920-1934). Μετὰ τὴν ἐπικράτηση τῶν Γερμανῶν στὴ Γιουγκοσλαβία (1941) ὑπέστη διώξεις καὶ κατέληξε στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως Νταχάου, ὅπου ὑπέστη κακουχίες καὶ βασανιστήρια. Μετὰ τὸ πέρας τοῦ Β΄ Π.Π. καὶ τὴν ἐπικράτηση τοῦ κομμουνισμοῦ στὴ Νοτιοσλαβία, κατέφυγε στὶς Η.Π.Α. ὅπου δίδαξε σὲ διάφορες Ὀρθόδοξες Χριστιανικὲς Πανεπιστημιακὲς Σχολὲς καὶ Σεμινάρια. Ἀνακηρύχθηκε Ἅγιος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας τὸ ἔτος 2003, ἑορταζόμενος στὶς 18 Μαρτίου (ἡμερομηνία κοιμήσεως).

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἀχρίδος χαρακτηρίζεται καὶ πράγματι ὑπῆρξε καὶ διατελεῖ παρὰ Θεῷ ὡς«Ποιμένας μὲ ἰδιαίτερη διακριτικότητα, λόγιος μὲ βαθιὰ καλλιέργεια, πνευματικὸς ἄνθρωπος μὲ μεγάλη ἀπήχηση καὶ διεθνῆ ἀκτινοβολία» [1].
Ἡ ἐν προκειμένῳ ἀποτίμηση καὶ προειδοποίηση τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος ἔναντι τοῦ ἐπικίνδυνου φαινομένου τῆς Μασονίας, προέρχεται ἀπὸ τὰ - ἐν πολλοῖς ἄγνωστα καὶ δυσεύρετα - Πρακτικὰ  τῆς Προκαταρκτικῆς Ἐπιτροπῆς τῶν Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς συνελθούσης ἐν τῇ ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾷ Μεγίστῃ Μονῇ τοῦ Βατοπεδίου, ἐπὶ Πατριαρχίας Φωτίου Β΄. Ἡ Ἐπιτροπὴ ἄρχισε τὶς ἐργασίες της τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς, 8 Ἰουνίου, τοῦ 1930 καὶ συγκρότησε συνολικὰ 15 συνεδρίες ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Μητροπολίτου Ἡρακλείας Φιλαρέτου. Ἡ ἐν λόγῳ Διορθόδοξος Ἐπιτροπὴ συγκλήθηκε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μὲ σκοπὸ νὰ καταρτίσει κατάλογο θεμάτων πρὸς συζήτηση στὴ μελλοντικὴ Προσύνοδο, ἡ ὁποία θὰ προετοίμαζε τὴ μέλλουσα Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Ὀρθοδοξίας. Σημαντικὴ θέση στὴ σχεδιαζόμενη Προσύνοδο θὰ εἶχε τὸ ζήτημα τῆς ἡμερολογιακῆς μεταρρυθμίσεως καὶ τοῦ Πασχαλίου. Ἀφορμὴ τῆς συγκλήσεως στὸ Ἅγιον Ὄρος αὐτῆς τῆς Διορθοδόξου Προκαταρκτικῆς Ἐπιτροπῆς ἦταν ἡ ἔκρυθμη κατάσταση ποὺ εἶχε δημιουργηθεῖ στὴν Ἑλλάδα μὲ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση (1923), ἡ ὁποία κατέστησε φανερὴ τὴν ἐπικινδυνότητα βεβιασμένων καὶ μεμονωμένων ἀποφάσεων ἀπὸ τὶς Τοπικὲς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες.
Κατὰ τὴν τελευταία, ΙΕ΄ Συνεδρία, στὶς 23 Ἰουνίου 1930, καθορίσθηκε καὶ ἐγκρίθηκε ὁ κατάλογος τῶν θεμάτων, 16 συνολικά, τὰ ὁποῖα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀπασχολήσουν τὴν μελλοντικὴ Προσύνοδο (βλ. σελίδες 143-145 τῶν Πρακτικῶν). Ὡς ἕκτο θέμα καταχωρίσθηκε ἡ «Ἐξεύρεσις τρόπου συνεργασίας τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πρὸς ἀπόκρουσιν τοῦ ἀθεϊσμοῦ καὶ τῶν διαφόρων πεπλανημένων Συστημάτων, οἷον: Μασωνισμοῦ, Θεοσοφισμοῦ, Πνευματισμο κ.λ.π.» (σελ. 144 τῶν Πρακτικῶν).
Ἆραγε, ἐξακολουθεῖ σήμερα νὰ παραμένει τὸ θέμα τῆς Μασονίας – καὶ μάλιστα ὠς ἐσωτερικοῦ ἐχθροῦ - στὴ λίστα τῶν πρὸς συζήτηση θεμάτων ἀπὸ τὴ σχεδιαζόμενη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο καὶ τὶς Διορθόδοξες Προπαρασκευαστικὲς Ἐπιτροπὲς τῶν ἐσχάτων δεκαετιῶν; Ἢ μήπως τὸ ζήτημα«ἐξαφανίσθηκε», ὅπως ἐξαφανίσθηκαν ἢ ἐπιλύθηκαν μὲ μεμονωμένες καὶ ὄχι γενικὰ ὀρθοδόξως ἀποδεκτὲς ἀποφάσεις ἕτερα φλέγοντα θέματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, ὅπως ὁ τρόπος εἰσδοχῆς τῶν αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν στοὺς κόλπους τῆς Μιᾶς, Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας; 
Στὴ σχετικὴ μὲ τὴ Μασονία εἰσήγησή του ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἐπισημαίνει τὰ ἑξῆς σημαντικὰ στοιχεῖα (ἐκ τῆς Συνεδρίας Γ΄· § Η΄Προτάσεις τῆς Σερβικῆς Ἀποστολῆς · Τρίτη, 10η  Ἰουνίου 1930):
(α) Τὸ ζήτημα τῆς Μασονίας εἶχε ὑποτιμηθεῖ ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως ὡς πρὸς τὶς ἄλλες αἱρέσεις, ὅπως ἡ Οὐνία καὶ ὁ Χιλιασμός, ποὺ τέθηκαν γιὰ συζήτηση στὴν Προκαταρκτικὴ Σύνοδο (τότε ἀκόμη ἡ παπικὴ Οὐνία ἐθεωρεῖτο ὀρθῶς αἵρεση, μέχρι καὶ τὴν ὀλέθρια συμφωνία τοῦ Balamand τὸ 1993).
(β) Ὁ κίνδυνος ἀπὸ τὴ Μασονία εἶναι ὁ μεγαλύτερος ὅλων, διότι ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμὸς εἶναι ἐχθρὸς καὶ ἐξωτερικὸς καὶ ἐσωτερικὸς τῆς Ἐκκλησίας.
(γ) Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ἡ Μασονία εἶναι ἐχθρὸς μεγαλύτερος καὶ ἀπὸ τὸν Μπολσεβικισμό (τὰ δὲ φοβερὰ αὐτὰ λόγια λέχθηκαν τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ «κόκκινος τρόμος» στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση ἦταν στὸ ἀποκορύφωμά του, ἀλλὰ καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση τῆς Ρωσίας πάνδεινη, λόγῳ τοῦ διχασμοῦ μεταξὺ ἀφ’ ἑνὸς τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ὑπὸ τὸν Πατριάρχη Ἅγιο Τύχωνα, ἀφ’ ἑτέρου δὲ τῶν σχισματικῶν τῆς ἀριστεριστικῆς, λεγομένης «Ζώσης Ἐκκλησίας», θέμα ποὺ ἀπασχόλησε σὲ μεγάλη ἔκταση καὶ τὴν παροῦσα αὐτὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ 1930).
(δ) Ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς διανοουμένους εἶχαν ἤδη τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἐμπλακεῖ στὴ Μασονία.
(ε) Ὁ Ἐλευθεροτεκτονισμὸς (Μασονία) εἶναι νέος Ἀρειανισμὸς (διότι ἀπορρίπτει τὴν πλήρη θεότητα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλ. τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁμοουσιότητά καὶ ἰσότητά Του πρὸς τὸν Θεὸν Πατέρα).
(στ) Ἡ Μασονία ἐξισώνει τὸν Χριστὸ μὲ τὸν Μωϋσῆ, τὸν Βούδδα, τὸν Μωάμεθ, ἀρχηγοὺς «θρησκειῶν» καὶ ἑπομένως καταργεῖ τὸν Χριστό, τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν Πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τονίζει ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη ἀληθὴς θρησκεία (διότι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Παντοκράτωρ Θεός).  
(ζ) Μπροστά μας βρίσκεται μέγας ἀγώνας ἐναντίον τῆς Μασονίας, τὸν ὁποῖον πρέπει νὰ ἀναλάβουμε χωρὶς φόβο, ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ (οἱ σημερινὲς ἐξελίξεις, ἐκκλησιαστικὲς καὶ ἐθνικο-πολιτικές, ἐπιβεβαιώνουν τὶς ἐκτιμήσεις αὐτὲς τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς).
Ἰδοὺ ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς ἐπὶ λέξει [2] :
«3). Τὸ ζήτημα τοῦ Ἐλευθέρου Τεκτονισμοῦ. Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ἐσημείωσεν ἐν τῷ Καταλόγῳ αὐτῆς αἱρέσεις τινὰς ὀνομαστί, ὡς τὸν Οὐνιτισμόν, Χιλιασμὸν κ.τ.λ., ἀλλ’ ὁ Μασωνικὸς κίνδυνος ὑπερβαίνει πάντας, καὶ δυστυχῶς ἱκανοὶ τῶν διανοουμένων εἶνε συνδεδεμένοι μετ΄ αὐτοῦ. Οὗτος εἶνε ὁ νέος Ἀρειανισμὸς καὶ ἐνώπιον ἡμῶν πρόκειται μέγας ἀγών, ὃν ὀφείλομεν ἄνευ φόβου νὰ ἀναλάβωμεν ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ. Ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐν τῷ κόσμῳ δὲν εἶνε ὁ Μπολσεβικισμὸς ἢ ἄλλο τι, ἀλλ’ ὁ Τεκτονισμός, διότι εἶνε ἐχθρὸς ἐξωτερικὸς καὶ ἐσωτερικός. Ἡμεῖς λέγομεν ὅτι ἡ Χριστιανικὴ Θρησκεία εἶνε ἡ Θρησκεία, ἡ μόνη Θρησκεία, καὶ ἡ Ὀρθοδοξία ἡ μόνη ἀληθής, αὐτοὶ δ’ ἀρνοῦνται τὸ Εὐαγγέλιον καὶ τὸν Χριστόν, θέτοντες αὐτὸν ἐν ἴσῃ γραμμῇ πρὸς τὸν Μωϋσῆν, τὸν Βούδδαν, τὸν Μωάμεθ».
Βλ. τὶς ἐπισυνημμένες φωτογραφίες τοῦ κειμένου.
Τὸ θέμα τῆς Μασονίας καὶ τῶν («ἀδελφικῶν» της, σημειώνουμε ἐμεῖς) συστημάτων τοῦ θεοσοφισμοῦ καὶ τοῦ πνευματισμοῦ, συζητήθηκαν ἐκτενέστερα σὲ ἄλλη συνεδρία, τὴν  ΙΑ΄, (σελ. 127-128 τῶν Πρακτικῶν), ὅπου κατὰ τὴν πληροφορία τῶν Πρακτικῶν καὶ χωρὶς περαιτέρω διευκρινίσεις, «διεξάγεται μακρὰ συζήτησις, καθ’ ἣν πολλαὶ ἀναπτύσσονται γνῶμαι περὶ τῆς φύσεως, τοῦ σκοποῦ τῶν ὡς ἄνω συστημάτων καὶ τῆς ἐπὶ τοῦ Λαοῦ ἐπιδράσεως αὐτῶν» (σελ. 128). Βεβαίως, καθὼς ἀνέφερε (σελ. 127) καὶ ὁ Μητροπολίτης Ἑρμουπόλεως Νικόλαος, 2ος ἀντιπρόσωπος τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας, περὶ τῆς Θεοσοφίας ὑπῆρχε ἤδη καταδικαστικὴ συνοδικὴ ἀπόφαση, ἡ δὲ κατὰ τῆς Μασονίας ἀντιρρητικὴ γραμματεία ἦταν τότε πολὺ μεγάλη :«[…] ὁ Θεοσοφισμὸς ἔχει καταδικασθῇ παρὰ Ἱερᾶς Συνόδου, περὶ Μασωνισμοῦ δὲν γνωρίζει ἂν ὑπάρχῃ καταδικαστικὴ Συνοδικὴ ἀπόφασις, ἀλλ’ ἔχουσι τόσα κατ’ αὐτοῦ γραφῇ, ὥστε ἡ ἀτμόσφαιρα νὰ εἶναι κεκορεσμένη».
Παρὰ τὴν ἀπόφαση ποὺ ἐλήφθη ἀπὸ τὴν Προκαταρκτικὴ Ἐπιτροπὴ στὴν Ἱ.Μ.Μ. Βατοπεδίου τὸ 1930, δυστυχῶς ἐκ μέρους τοὐλάχιστον τῶν ἑλληνοφώνων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, μόνη ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος πῆρε ἀρκετὰ στὰ σοβαρὰ τὸ θέμα τοῦ Ἐλευθεροτεκτονισμοῦ - Μασονίας, ὥστε στηριζόμενη ὀνομαστικῶς στὶς ἀποφάσεις τῆς Προκαταρκτικῆς αὐτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ 1930 ἐν Ἁγίῳ Ὄρει, νὰ λάβει τὸ ἔτος 1933 τὴν πρώτη ἐπίσημη  - ἀπὸ τρεῖς συνολικά (1933, 1972, 1996) – καταδικαστικὴ τῆς Μασονίας ἀπόφασή της, στὴ Συνεδρία τῆς 7ης Ὀκτωβρίου 1933 καὶ νὰ ἐκδώσει εἰδικὴ Πράξη (Ἐκκλησία 48/1933, σελ. 37-39). Σύμφωνα μὲ αὐτὴν ἡ Μασονία εἶναι«διεθνὴς μυητικὸς ὀργανισμὸς» καὶ «μυσταγωγικὸ σύστημα, ὅπερ ὑπομιμνῄσκει τὰς παλαιὰς ἐθνικὰς μυστηριακὰς θρησκείας ἢ λατρείας, ἀπὸ τῶν ὁποίων κατάγεται καὶ τῶν ὁποίων συνέχειαν καὶ ἀναβίωσιν ἀποτελεῖ»· ἐπίσης, ἡ Σύνοδος κατηγορεῖ τὴ Μασονία γιὰ συγκρητισμό, πρᾶγμα ποὺ ἐπιβεβαιώνει τὴν καταγωγή της ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα εἰδωλολατρικὰ μυστήρια, τὰ ὁποῖα δέχονταν στὶς μυήσεις τους κάθε λάτρη, ὁποιουδήποτε Θεοῦ· ἡ Μασονία «ἀνυψοῖ ἀνεπαισθήτως ἑαυτὴν εἰς εἶδός τι ὑπερθρησκείας, θεωροῦσα πάσας τὰς θρησκείας, μηδὲ τῆς Χριστιανικῆς τοιαύτης ἐξαιρουμένης, ὡς ὑποδεεστέρας αὐτῆς» [3].
Ἡ θεολογικὴ κινητικότητα ποὺ ἀναπτύχθηκε ὡς συνέπεια τῆς ἐν λόγῳ προβληματικῆς στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1930 εἶχε προφανῶς ὑπῆρξε καὶ τὸ ἔναυσμα γιὰ τὴ συγγραφὴ ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Καθηγητὴ Π.Ν. Τρεμπέλα τῶν ἔργων του Μασωνισμὸς καὶ Θεοσοφία, τὸ 1932, καὶ Πνευματισμὸς τὸ 1936 [4] . 
Παρὰ τὴν ἀβάσιμη ἀμφισβήτηση σήμερα στὴ Σερβία ἀπὸ μερικοὺς κύκλους τῆς ἀντι-μασονικῆς στάσεως τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, ἡ παραπάνω κρυστάλλινη θέση του ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ ἄλλα γραπτά του, ὅπως τὴν Ἐπιστολὴ (115) Στὴν ἀδελφότητα τοῦ «Ἁγίου Ἰωάννου» γιὰ τὰ ἀποκαλυπτικὰ φαινόμενα τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ὁποία γράφηκε σὲ κάποιο χρόνο μεταξὺ 1937-1941. Καὶ ἐκεῖ γράφει τὰ ἑξῆς [5] : 
«Διαβάσατε τὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη καὶ σᾶς κυρίευσε φόβος. Σᾶς φαίνεται ὅτι ἐκεῖνες οἱ φοβερὲς περιγραφὲς ἀναφέρονται ἀκριβῶς στὴν ἐποχή μας. Κάποιος σᾶς ἑρμήνευσε ὅτι ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ φοβεροὶ δράκοι καὶ τὰ θηρία ἤδη ἦρθαν στὸν κόσμο: Καὶ ὁ κόκκινος δράκος (Ἀπ. 12, 3) ὡς «σοσιαλισμός», καὶ τὸ μαῦρο δεκατοκέρατο θηρίο (Ἀπ. 13, 1) ὡς «μασονισμὸς» καὶ τὸ δικέρατο θηρίο (Ἀπ. 13, 11) ὡς «αἵρεση». Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ τέρατα στὸν πόλεμο ἐναντίον τοῦ χριστιανισμοῦ! Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι, ἀδέλφια μου. Στὴν ἐποχή μας ἡ κόλαση ἔχει ξεσηκώσει ὅλες τὶς στρατιές της ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ πραγματικοὶ χριστιανοὶ πρέπει χωρὶς φόβο νὰ κοιτοῦν μπροστά τους, μὲ δυνατὴ πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη στὸν μοναδικὸ Ἀνίκητο». 
Ἀπὸ τὴν ἴδια περίοδο προέρχεται μεταξὺ πολλῶν ἄλλων ἐπιστολῶν τοῦ Ἁγίου, καὶ μία ἀκόμη παρεμφερὴς στὸ θέμα μας, ὅπου ὁ Ἅγιος Νικόλαος προειδοποιεῖ κάποιον Χριστιανὸ γιὰ τὴν δαιμονικὴ προέλευση ἑνὸς ὁράματος ποὺ εἶδε ὁ πιστὸς μὲ περιεχόμενο «διαθρησκειακῆς ἐναρμόνισης». Γράφει ὁ ἁγιόσοφος ποιμένας [6] :
«Εἴχατε ἕνα ἀσυνήθιστο ὅραμα στὴν Ἐκκλησία κατὰ τὴ διάρκεια τῆς προσευχῆς. Εἴδατε πὼς ὁ Χριστὸς βγῆκε ἀπὸ τὸ ἱερὸ καὶ στάθηκε. Ὕστερα βγῆκε κάποιος σὰν Ἑβραῖος ραβίνος, καὶ στάθηκε ἐξ ἀριστερῶν τοῦ Χριστοῦ. Τελικὰ βγῆκε πάλι κάποιος μὲ τὴ μαντήλα στὸ κεφάλι, καὶ στάθηκε ἐκ δεξιῶν τοῦ Χριστοῦ. Τότε καὶ οἱ δυό τους ἀπὸ τὶς πλευρὲς ἔδωσαν τὰ χέρια στὸν Χριστὸ καὶ ἔκαναν χειραψία μαζί Του. Τέτοιο ὅραμα εἴχατε. Ἐνῶ σὰν ἑρμηνεία τοῦ δῆθεν ἑρμηνευτῆ ἀνακοινώνετε τὸ ἑξῆς: ὁ Θεὸς θέλει νὰ συμφιλιωθοῦν ὅλες οἱ θρησκεῖες καὶ νὰ δημιουργηθεῖ μία πίστη στὸν κόσμο ! Ὁ καθένας ποὺ εἶναι μυημένος στὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ σᾶς πεῖ ὅτι καὶ τὸ ὅραμα εἶναι ψευδὲς καὶ ἡ ἑρμηνεία εἶναι ψευδής. Τὸ φάντασμα ποὺ εἴδατε μπροστά σας δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ πάντα σηκώνει τὰ κέρατά του ἐναντίον τῆς πίστης τοῦ Χριστοῦ […] Ἀπὸ ποῦ τέτοιο ὅραμα, ρωτᾶτε. Ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ βάζει σὲ πειρασμούς. Ἐπιθεωρῆστε τὴ ζωή σας καὶ θὰ καταλάβετε. Στὶς μέρες μας πολὺ ἀκούγεται - ἀπὸ τοὺς ὀλιγόπιστους, βέβαια – περὶ τῆς συμφιλίωσης καὶ ἐξίσωσης ὅλων τῶν θρησκειῶν […] Μπερδέψατε τὶς ἔννοιες. Ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ εἰρήνη καὶ ἄλλο ἡ συμφιλίωση τῶν θρησκειῶν. Καὶ ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ ἐξίσωση στὰ δικαιώματα καὶ τὶς ὑποχρεώσεις τῶν πολιτῶν καὶ ἄλλο ἡ ἰσοπέδωση τῶν θρησκειῶν. Στοὺς χριστιανοὺς ἔχει αὐστηρὰ διαταχθεῖ ἡ ἐλεημοσύνη πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς διαφορὰ στὴν πίστη, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ ἡ αὐστηρὴ τήρηση τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ. Ὡς χριστιανὸς ἐσεῖς μπορεῖτε νὰ θυσιάσετε γιὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ τὴν περιουσία καὶ τὴ ζωή σας, ἀλλὰ μὲ τίποτα τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἐκεῖνο εἶναι, ἐνῶ αὐτὸ ὄχι, δική σας ἰδιοκτησία. Ἐδῶ βρίσκεται ὁ λίθος προσκόμματός σας, σὲ τούτη τὴ μὴ διαφοροποίηση. Ἀπὸ τούτη τὴν μὴ διαφοροποίηση ἦρθε καὶ ἡ σύγχυση στὴν ψυχή. Στὴ πραγματικότητα ἐσεῖς δὲν εἴδατε οὔτε τὸν Χριστὸ οὔτε τὸν Μωάμεθ, εἴδατε μόνο τὴ δική σας ψυχή. Ὁ Θεὸς ἂς σπεύσει σὲ βοήθειά σας».
  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ – ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Σημείωμα γιὰ τὴν ἔκδοση ἐν ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται…, Ἱεραποστολικὲς Ἐπιστολὲς Α΄, ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ», Ἀθήνα 2010(4), σελ. 15.
[2] Πρακτικὰ τῆς Προκαταρκτικῆς Ἐπιτροπῆς τῶν Ἁγίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς συνελθούσης ἐν τῇ ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Ἱερᾷ Μεγίστῃ Μονῇ τοῦ Βατοπεδίου (8-23 Ἰουνίου 1930),  τύποις «Φαζιλὲτ» Τάσσου-Βακαλοπούλου, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1930, σελ. 73. Βλ. τὸ  σύγγραμμα στὴ Βιβλιοθήκη τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης
[3] ΑΡΧΙΜ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΤΣΙΑΚΚΑΣ, Ἐγκυκλοπαιδικὸ Λεξικὸ Θρησκειῶν καὶ Αἱρέσεων, Παραχριστιανικῶν-Παραθρησκευτικῶν Ὁμάδων καὶ Σύγχρονων Ἰδεολογικῶν Ρευμάτων, ἔκδ. Ἱ.Μ. Τροοδιτίσσης, 2002, σελ. 583. 
[4] ΕΜΜ. Ι. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, «Τρεμπέλας Παναγιώτης» ἐν ΘΗΕ 11 (1967), στ. 847
[5] ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται…, Ἱεραπο-στολικὲς Ἐπιστολὲς Α΄, ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ», Ἀθήνα 2010(4), σελ. 286. 
[6] Ἐπιστολὴ (127) Στὸν συνταξιοῦχο Π.Ν. γιὰ ἕνα ὅραμα ἐν ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται…, Ἱεραποστολικὲς Ἐπιστολὲς Α΄, ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ», Ἀθήνα 2010(4), σελ. 313ἑ.315.

Μνήμη Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου (Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)

Μνήμη Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου (Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)

lr1491_lrg
Ο τροπαιοφόρος της αγάπης
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ
Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει μαρτυρική εορτή. Εάν επιχειρήσομε να εκθειάσομε τον εορταζόμενο Άγιο, μάλλον θα τον μειώσομε. Ο Άγιος αυτός είναι η δόξα των Μαρτύρων, το καύχημα των Αγίων, η τιμή του ουρανού και της θριαμβευούσης Εκκλησίας. Είναι ο παμμέγιστος Γεώργιος. Δεν υπάρχει στόμα χριστιανικό από τη νηπιακή ηλικία μέχρι του τελευταίου επιθανάτιου παλμού της καρδιάς, πού να μην επικαλεστεί το γλυκύτατό του όνομα. Δεν υπάρχει χώρα χριστιανική πού να μην υπάρχουν έστω και ερείπια ναού, πού κτίσθηκε στη μνήμη του.
Ο φωστήρ αυτός κρύβει ένα μεγάλο μυστήριο, που δεν εξερευνήθηκε καταλλήλως. Πού οφείλεται η τόση αγάπη του λαού προς αυτόν; Αλλά και η δική του αγάπη προς το λαό είναι τόσο μεγάλη, που μας εμποδίζει να τον ξεχνούμε, αλλά συνεχώς να τον επικαλούμεθα. Μέσα σε τρεις ή τέσσερεις χριστιανικές οικογένειες, θα υπάρχει οπωσδήποτε το όνομα Γεώργιος. Γιατί, δεν υπάρχει οικογένεια στην οποία δεν επενέβει η αγάπη αυτού του Αγίου, για να βοηθήσει. Αυτός ο ήρωας πέτυχε να ολοκληρώσει την χριστιανική του ιδιότητα, όχι μόνο διά της ομολογίας της πίστεως, αλλά και διά του μαρτυρίου. Και την συνεχίζει και μετά το μαρτύριό του. Αγκάλιασε την Εκκλησία, τους πιστούς όλων των αιώνων στα τετραπέρατα της οικουμένης. Και εκεί, που δεν υπάρχει ακόμα Ορθοδοξία, που υπάρχει η ομίχλη της ειδωλολατρίας και εκεί προφθάνει απρόσκλητος και δίνει την παρουσία της αγάπης του. Δικαίως ωνομάσθη από την Εκκλησία, «Αθλοφόρος», «Τροπαιοφόρος» και «Μεγαλομάρτυς». Όλοι οι Μάρτυρες είναι μεγάλοι, διότι όλοι θυσίασαν τη ζωή τους και φανέρωσαν την τελεία αγάπη τους προς τον Χριστό μας. Αλλά το «Τροπαιοφόρος» και «Μεγαλομάρτυς» δεν ανήκει τόσο στην γενναιότητα που επέδειξε στα βασανιστήρια, αλλά κατά τη γνώμη μου, στο πλήρωμα της αγάπης του, που υπήρξε όχι μόνο στην περίοδο που έζησε, αλλά και μετέπειτα μέχρι ακόμα της συντέλειας των αιώνων, ούτως ώστε να προλαμβάνει κάθε παλμό πόνου και να στηρίζει οποίον επικαλεστεί το όνομά του.
Για μας τους μοναχούς, ο Άγιος Γεώργιος είναι κουροτρόφος και προστάτης. Στην Θ’ ώδή του κανόνος του Αγίου λέγεται: «Και συ κατ’ εξαίρετον σκίρτα, το Όρος το Άγιον, χόρευε νυν και αγάλλου φαιδρώς, εύρες και γαρ κράτιστον τον Μέγα Γεώργιον, οροφύλακα». Μετά την Κυρία Θεοτόκο έρχεται αυτός ως προστάτης του τόπου τούτου και των μοναχών. Τέσσερα μοναστήρια και αρκετά κελλιά και καλύβες είναι αφιερωμένα στο άγιο όνομά του.
Στο βίο του αναφέρεται ότι ο πατέρας του, Γερόντιος, ήταν χριστιανός και ετελειώθη ως Μάρτυς. Και ο Γεώργιος από μικρός ήταν χριστιανός. Σε ηλικία 22 ετών αγόρασε το αξίωμα του κόμητος. Όταν επήγε να πάρει τον τίτλο για να προβιβαστεί, είδε ότι έφτιαχναν οι ανώτεροί του το διάταγμα διωγμού κατά των χριστιανών. Απόρησε γιατί τόσο αναίσχυντα διατάσσουν την καταστροφή των χριστιανών χωρίς να τους πταίσουν. Έβγαλε την ζώνη του, την πέταξε στους αρχηγούς του και φώναξε: «Είμαι χριστιανός. Δεν θα πειθαρχήσω στο διάταγμά σας». Από αυτή τη στιγμή αρχίζει το μαρτύριό του. Και αυτός ο Μεγαλομάρτυς, παρ’ όλο το νεαρό της ηλικίας του, υπέμεινε αγογγύστως όλες τις ύβρεις και τις ατιμώσεις, χωρίς να παραφερθεί. Με πατρική αμνησικακία και στοργή υπέμεινε τα τρομερά εκείνα μαρτύρια και θαυματουργούσε για να τους πείσει – αν και γνώριζε ότι δεν θα πιστεύσουν – αλλά για να μην υποβιβάσει την δύναμη της Χάριτος. Έκανε το θαύμα και έλεγε: «Εγώ θα το κάνω, αλλά εσείς δεν θα πιστεύσετε». Και ανέστησε ένα νεκρό που είχε αποθάνει πριν τριακόσια έτη.
Και εκείνο που μας συγκινεί πραγματικά είναι το αμνησίκακο που είχε, ενώ μπορούσε να τους επιτίμησει. Ημπορούσε να τους φερθεί με ένα άγριο ύφος, και αυτός τους μιλούσε με πολλή συμπάθεια.
Εμείς σαν μοναχοί, παραδειγματιζόμεθα από την γενναιοψυχία και την αυταπάρνησή του, γιατί ενισχυόμαστε και στο δικό μας αναίμακτο μαρτύριο συνειδήσεως. Στους μάρτυρες έλεγαν: «΄Η αρνείσθε ή ομολογείτε». Και δεν αρνήθηκαν και πέθαναν. Σε μας τώρα δεν υπάρχει αυτή η φάση. Υπάρχει όμως ο μυστηριώδης πόλεμος του νοητού τυράννου, ο οποίος συνεχώς μας πειράζει. Είναι σαν να λέει: «Η θα προσκύνησεις το πολύμορφο είδωλο της αμαρτίας, ή θα σου φέρω πειρασμό, ή ασθένεια, ή ταραχή». Και εμείς απαντούμε με υψωμένη τη φωνή: «Κύριον τον Θεόν μου προσκυνήσω και Αυτώ μόνω λατρεύσω. Ούτε τους θεούς σου λατρεύω, ούτε την εικόνα σου προσκυνώ». Πραγματικά αντλούμε από αυτόν τον γίγαντα μεγάλο θάρρος. Είμαστε ομοϊδεάτες. Για την αγάπη του Χριστού δεν λυπήθηκε, όχι μόνο την περιουσία, τις αξίες, τους τίτλους, τη χλιδή, τα οποία ανοίγονταν μπροστά του, αλλά και αυτή τη ζωή του, την οποία και θυσίασε.
Και εμείς στις δύσκολες ημέρες που περνάμε, πιστεύομε ότι ο ίδιος Θεός που ήταν τότε είναι και τώρα, με την ίδια πατρική στοργή και συμπάθεια και ενισχύει τη μικρότητά μας. Και εμείς με την ιδία πρόθεση προτιμούμε την αγάπη του Χριστού μας, την πίστη και υποταγή προς Αυτόν, έναντι των υπολοίπων. Χάριν ούτου και εμείς με τις πτωχές μας δυνάμεις δρασκελίσαμε το βίαιο ποταμό της κοσμικής συγχύσεως και ματαιότητος. Αρνηθήκαμε τους οικογενείς και αυτήν ακόμα τη φύση και βρισκόμαστε αυτοεξόριστοι σε αυτό τον τόπο, με την ίδια προσδοκία· φεύγοντας από τις αφορμές των αιτίων, μακράν των σκανδάλων, μέσα στα πλαίσια της ελευθερίας που διαθέτομε διά της Χάριτος του Χριστού μας, να αποδείξουμε πρακτικά ότι τον Χριστό μας αγαπούμε γνησίως, τον δε διάβολο και την αμαρτία βδελυσσόμεθα αξίως.
Μερικές φορές δεν επιτυγχάνουμε από απειρία, από αγνωσία, από αδυναμία αλλά ουδέποτε προδίδωμε την πρόθεση. Συνεχώς και εμείς ομολογούμε, ότι «Κύριον τον Θεόν ημών προσκυνούμε και Αυτώ Μόνω λατρεύομεν», και ένεκα της αγάπης Του, «τα πάντα ηγούμεθα σκύβαλα», αντλούντες θάρρος και από το νέφος των Μαρτύρων, που βάδισαν αυτό το δρόμο και μας τον άφησαν σαν κληρονομιά. Πιστεύομε ακράδαντα πως οπωσδήποτε θα μείνη μαζί μας η Θεία Χάρις και θα πετύχουμε και εμείς τον σκοπό μας. Έτσι επιτυγχάνομε δυο μεγάλα καλά. Πρώτα την δική μας σωτηρία και δεύτερο, αποτελούμε ένα στήριγμα στους εν Χριστώ αδελφούς μας, που μένουν μέσα στην κοινωνία και σηκώνουν το σκληρό και βαρύ ζυγό του κοινωνικού βίου και παλεύουν με τόσα αντίθετα και αντίξοα, με τόσες ταλαιπωρίες, για να μπορέσουν και αυτοί να μην αρνηθούν, αλλά να ομολογήσουν στο μέτρο της δυνάμεώς τους. Φως για μας είναι οι Αγγελοι και φως για τους χριστιανούς του κόσμου είναι οι μοναχοί, διότι σήμερα δεν μπορούν να βρουν τον Μ. Αντώνιο, τον Παΐσιο, τον Παχώμιο· αυτοί παρήλθαν. Σήμερα στην θέση αυτή βρισκόμαστε εμείς οι ταπεινοί, κρατούντες τα ίδια εμβλήματα, τις ίδιες γραμμές, την ίδια παράδοση, συνεχίζοντας την ίδια πορεία.
Όλοι μας, με σωστή πρόθεσι ας προσπέσωμε στην αγάπη του Αγίου Γεωργίου, διότι αυτές τις αφορμές ζητά να προβάλει την πανίσχυρή του πρεσβεία και να ενισχύσει τον αγώνα μας. «Μακάριος ος έχει γνωστούς εν Σιών και οικείους εν Ιερουσαλήμ». Ιδού κι εμείς· έχομε γνωστό και οικείο τον Άγιο Γεώργιο, που με ελάχιστα λόγια εγκωμιάσαμε, για να του δώσουμε την αφορμή και πρόφαση να πληρώσει την θεοπρεπή του αγάπη και να μας χαρίσει τον ουρανό. Αμήν.

Print Friendly

O Μάρτυς Σέργιος Τροφίμωβ (14/27 Απριλίου †1918)

O Μάρτυς Σέργιος Τροφίμωβ (14/27 Απριλίου †1918)

Δημοσιεύθηκε: 14 Ιουλίου 2012 Κατηγορίες: 04 Απρίλιος, Άγιοι - Πατέρες - Γέροντες, Συναξάρι

Ο Σέργιος Τροφίμωβ ήταν γόνος πολυμελούς και ευσεβούς οικογένειας. Γεννήθηκε στο Νίζνι-Νοβγκορόντ. Οι γονείς του ήταν πολύ φτωχοί και συχνά απολάμβαναν βοήθειας από το κοντινό μοναστήρι της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού που βρισκόταν κοντά στο σπίτι τους.
Στο τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου το 1918 ο Σέργιος επέστρεψε στο σπίτι του από το μέτωπο. Με την πρώτη ευκαιρία πήγε στο μοναστήρι για να ευχαριστήσει τον Κύριο. Ήταν το Σάββατο του Λαζάρου στις 14/27 Απριλίου και οι μοναχές καθάριζαν την εκκλησία, προετοιμάζοντάς την για την Κυριακή των Βαΐων. Τότε στο μοναστήρι εισέβαλε μια ένοπλη ομάδα Λιθουανών για να το κλέψει και να το συλήσει. Η Ηγουμένη Μαρία προέβαλε αντίσταση ενώ οι υπόλοιποι κλειδώθηκαν στο καμπαναριό. Οι Λιθουανοί απαίτησαν τα κλειδιά του καμπαναριού αλλά οι μοναχές κτύπησαν συναγερμό. Τότε οι ένοπλοι εισβολείς άνοιξαν πυρ και τραυμάτισαν σοβαρά ένα ηλικιωμένο άνθρωπο καθώς έβγαινε από την εκκλησία για να εμποδίσει του άθεους εγκληματίες.
Ο Σέργιος βγήκε τότε έξω για να τους αντιμετωπίσει λέγοντάς τους: ’Γιατί πυροβολείτε εναντίων τους; Είναι όλοι αθώοι άνθρωποι μέσα’. Τότε ένας από αυτούς τον πυροβόλησε και τον σκότωσε πριν οι Λιθουανοί εγκαταλείψουν το μοναστήρι.
Οι υπόλοιποι τέλειωσαν την λειτουργία και πολλοί προσκυνητές παρέμειναν στο μοναστήρι όλο το βράδυ για να εμποδίσουν τυχόν επανάληψη της λεηλασίας. Ο δολοφονηθείς Σέργιος και ο ηλικιωμένος κύριος κηδεύτηκαν και ενταφιάστηκαν μπροστά από το Καθολικό της μονής στα δεξιά.
Print Friendly

Η Εικόνα της Οσίας Ματρώνας

Η Εικόνα της Οσίας Ματρώνας


Άλλη φορά είχε δώσει ή Ματρώνα την έξης πληροφορία: «Σε κάποιο ράφι ενός ιερέα υπάρχει βιβλίο που έχει μέσα μία εικόνα, την “Αμαρτωλών σωτηρία”. Ή Παναγία παρακαλεί να έλθει στην εκκλησία μας». Λέει λοιπόν στη μητέρα της:- Σκέφτομαι πώς πρέπει να τη ζωγραφίσουμε και μάλιστα να την κάνουμε ωραία, επειδή τη βλέπω συνέχεια στον ύπνο μου.
Ή μητέρα της γνωρίζοντας την οικονομική δυσχέρεια που είχαν τότε στην οικογένεια απάντησε: «Πώς να τη ζωγραφίσουμε; ούτε λεφτά έχουμε, ούτε τίποτα». Ή Ματρώνα όμως δεν αναπαυόταν, αν δεν γινόταν αυτό για το όποιο είχε ή ίδια πληροφορηθεί πώς έπρεπε να γίνει προς δόξα της Παναγίας Μητρός του Κυρίου μας. Έτσι αμέσως κιόλας, την επόμενη μέρα, έστειλε γυναίκες να συγκεντρώσουν τα απαραίτητα χρήματα, έπειτα από έρανο που ή ίδια θα ευλογούσε. Πράγματι, αφού τις ευλόγησε, εκείνες ξεκίνησαν γεμάτες πίστη και χαρά πού θα λάμβαναν μέρος σε ένα τέτοιο έργο Κυρίου.
Πήγανε στα γύρω χωριά, για να ζητήσουν από τούς χωρικούς, τούς εργάτες, τούς πλουσίους, από τον πιο μικρό μέχρι τον πιο μεγάλο, ότι μπορούσε να δώσει ό καθένας, για να γίνει ή εικονογράφηση της Πανάχραντου. Το θαύμα έγινε και τα απαιτούμενα χρήματα συγκεντρώθηκαν διά πρεσβειών της Οσίας, αλλά ανάμεσα σε εκείνους πού ελέησαν το δίσκο αυτό βρέθηκαν και δύο αδέλφια, πολύ πλούσια σε υλικά αγαθά, μα πολύ φτωχά σε ψυχικές αρετές, όπως αποδείχτηκε έπειτα από την αρνητική συμπεριφορά τους. Ό ένας έβγαλε και έδωσε ένα ρούβλι, όχι όμως με την καρδιά του, και ό άλλος για να περιγελάσει την ενέργεια των γυναικών έδωσε ένα καπίκι. (Ένα ρούβλι έχει 100 καπίκια, δηλ. μηδαμινή αξία).
Όταν επέστρεψαν στη Ματρώνα και της παρέδωσαν τα χρήματα, εκείνη βάλθηκε επί αρκετή ώρα να ψάχνει για να βρει τα «μολυσμένα» αυτά κέρματα. Τελικά αφού τα βρήκε έδωσε εντολή στις γυναίκες λέγοντας: «Να πάτε πίσω και να τούς δώσετε αυτά τα λεφτά, γιατί μού χαλάνε όλα τα άλλα πού έχω».
Κάλεσαν και ένα ζωγράφο, τού οποίου το όνομα παραμένει άγνωστο, από τον όποιο ζήτησε ή Ματρώνα την αγιογράφηση της Παναγίας με τα έξης λόγια: «Μπορείς να μού ζωγραφίσεις αυτή την εικόνα πού θέλω;». «…Άν και δεν έχω χρόνο, απάντησε εκείνος, θα τη ζωγραφίσω». Και συνεχίζει ή Ματρώνα με την επόμενη συμβουλή: «Πήγαινε πρώτα εξομολογήσου, νήστεψε, κάνε προσευχή, και τότε να αρχίσεις να ζωγραφίζεις». Εκείνος υπάκουσε και πήγε, εξομολογήθηκε όχι όμως με ειλικρίνεια, αποκρύπτοντας κάποια αμαρτία του, κι άρχισε να ζωγραφίζει.
Περνάει μία βδομάδα, ένας μήνας, δυο μήνες, κάτι τον εμπόδιζε να συνεχίσει, πού όμως ό ίδιος δεν καταλάβαινε. Επιστρέφει τότε στη Ματρώνα και της κάνει γνωστή την κατάσταση: «Δεν μπορώ, κάτι δε μού πάει καλά και δεν ξέρω γιατί». Και κείνη πού από πριν γνώριζε το καθετί πού συνέβαινε τού άπαντα: «Δεν σού είπα να εξομολογηθείς; ‘Άρα, κάτι έκρυψες κι αυτό το κάτι το ξέρεις πολύ καλά».
Ό ζωγράφος απορημένος και ξαφνιασμένος, πήγε πάλι κι εξομολογήθηκε, αυτή τη φορά όπως έπρεπε, και μέσα σε λίγο χρόνο ολοκλήρωσε το έργο και παρέδωσε την εικόνα στην εκκλησία τού χωριού. Ή εικόνα σήμερα στεγάζεται στο Μοναστήρι της Αγίας Σκέπης στη Μόσχα. Αργότερα, με την ευλογία της Ματρώνας, ζωγραφίστηκε και ένα δεύτερο αντίγραφο της Παναγίας, ή «Αμαρτωλών σωτηρία».
Μία φορά επρόκειτο να λιτανεύσουν την εικόνα αυτή και να την περιφέρουν σε όλα τα γύρω χωριά. Ή Ματρώνα, ειδοποιημένη από το Άγιο Πνεύμα, μαζί με τη βοήθεια άλλων γυναικών και υποβασταζόμενη, πήγε γεμάτη χαρά να συναντήσει την Παναγία, δίχως να γνωρίζουν από κανέναν τίποτα σχετικό με τη λιτανεία αυτή πού θα γινόταν. Καθώς προχωρούσαν, αφού περπάτησαν περίπου τέσσερα χιλιόμετρα τους λέει: «Έδώ σταματάμε. Σε μισή ώρα ή εικόνα θα είναι έδώ».
Αυτά ήταν τα λόγια μιας γυναίκας πού εστερείτο το φώς των οφθαλμών της. Άραγε μήπως οι πραγματικοί τυφλοί είναι εκείνοι πού στερούνται το φώς του Χριστού; ‘Άς αναρωτηθούμε με τα λόγια τού Κυρίου: Εγώ ειμί το φώς του κόσμου- ό ακολουθών έμοι ου μη περιπατήσω έν τη σκοτία, άλλ’ έξει το φώς της ζωής (Ίωαν. η’ 12).Πράγματι, σε μισή ώρα ήλθε ή εικόνα με ύμνους και προσευχές και ολοκληρώθηκε ή περιφορά. Ή Ματρώνα πού την υποβοηθούσαν, κρατούσε την εικόνα και έλαμπε από χαρά και αγαλλίαση. Ή εικόνα ήταν το πολύτιμο στολίδι τού χωριού.
Κάποια χρονιά έπεσε ανομβρία στο χωριό και κατέφυγαν στις πρεσβείες της Κεχαριτωμένης. Έκαναν Παράκληση στην Παναγία και λιτανεία της εικόνας της. Πριν ακόμη φθάσουν οι άνθρωποι στα σπίτια τους. άρχισε ό Θεός να ρίχνει από τον ουρανό την ευλογημένη Του βροχή.Στο σπίτι πού ζούσε και ασκούνταν ή Ματρώνα, υπήρχαν τρεις γωνιές γεμάτες εικόνες και καντήλια. Γνώριζε ποιά εικόνα ήταν σε ποιά θέση. Όταν προσευχόταν, τις κατέβαζε μπροστά της και μιλούσε σα να συνομιλούσε μπροστά στους ολοζώντανους αγίους πού απεικόνιζαν και πού τόσο πολύ τούς αγαπούσε.
Τόσο βαθιές και αληθινές ήταν οι ολονύκτιες προσευχές της, οι ολοήμερες δεήσεις της, τα μόνιμα κατανυκτικά δάκρυα της για όλο τον κόσμο, πού τόσο αγαπούσε ολόψυχα και συμμεριζόταν τον πόνο τους. πού τον έκανε δικό της. Ό χρόνος για την Οσία τού Θεού εκμηδενιζόταν. Ή μέρα γινόταν νύχτα μονομιάς, το ίδιο και ή νύχτα ξημέρωμα, όταν εκείνη δινόταν ολόψυχα στην προσευχή και εσωτερικά ζούσε τη φλόγα τού Κυρίου. Βίωνε ζωντανά πολλές ένθεες καταστάσεις πού μάλλον με λόγια είναι δύσκολο να περιγραφούν, αλλά είναι και ακατάληπτες από τούς πολλούς. Ήταν μόνο για κείνη σταλμένες από τον Κύριο. Μόνο για την εκλεκτή αυτή ψυχή πού σήκωνε με πολλές ευχαριστίες το σταυρό της.Σε όποια πιστή γυναίκα την επισκεπτόταν από κάποια εκκλησία της Μόσχας, εκείνη της έλεγε αφήνοντας την με τη γλυκιά απορία και τον θαυμασμό στο πρόσωπο… «Ξέρω ή κάθε εικόνα σε ποιά θέση βρίσκεται στην εκκλησία σας και ξέρω όλες τις εικόνες πού έχετε εκεί». Τις ήξερε πολύ καλά, μπορούσε και τις «έβλεπε» από μακριά, γνώριζε πού βρισκόταν ή καθεμία. Να, πώς αποκαλύπτονται τα θαυμάσια του Θεού στους καλοπροαίρετους ανθρώπους… Από εκεί πού καθόταν οκλαδόν ή αόμματη Ματρώνα σε μία ταπεινή και σκοτεινή μεριά τού σπιτιού της και έκανε συνέχεια κομποσκοίνι. προγνώριζε τα πάντα. Τα έβλεπε σαν φωτογραφίες μπροστά της. Από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα.
Πολλοί άνθρωποι, βλέποντας εξωτερικά το σταυρό της, αισθάνονταν οίκτο για το πρόσωπο της κι έλεγαν: «Ή καημένη, πού δεν μπορεί να δει τις ομορφιές τού κόσμου». Όμως ή Ματρώνα απαντούσε: «Να σάς πω κάτι; Ό Θεός μία φορά μου άνοιξε τα μάτια και είδα και το φώς και τον ήλιο και τα αστέρια και τον ουρανό και όλα όσα υπάρχουν εδώ κάτω στον κόσμο. Είδα τα ποτάμια, τις λίμνες, τη θάλασσα, όλα, όλα…».Και πόσα άλλα ακόμη από τα αιώνια σκηνώματα τού παραδείσου είχε προνευθεί ή Οσία; Σίγουρα πάρα πολλά… Όπως όλοι οι μεγάλοι Άγιοι αξιώνονται και ζουν παρόμοιες καταστάσεις
ΑΡΧΙΜ. ΑΘΗΝΑΓΟΡΑ ΚΟΛΥΒΑ. Η ΟΣΙΑ ΜΑΤΡΩΝΑ Η ΡΩΣΙΔΑ.
Print Friendly

Ο Άγιος Επρέμ (Εφραίμ) ο Μέγας του Ατσγκούρι 9ος αιώνας (Μνήμη 15 Απριλίου)

Ο Άγιος Επρέμ (Εφραίμ) ο Μέγας του Ατσγκούρι 9ος αιώνας (Μνήμη 15 Απριλίου)

Δημοσιεύθηκε: 25 Σεπτεμβρίου 2012 Κατηγορίες: 04 Απρίλιος, 09 Σεπτέμβριος, Άγιοι - Πατέρες - Γέροντες, Ορθόδοξη πίστη, Συναξάρι

Ο Άγιος Επρέμ (Εφραίμ) ο Μέγας, μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της Γεωργιανής εκκλησίας του 8ου και 9ου αιώνος,  υπήρξε μαθητής και συναθλητής του Αγίου Γκριγκόλ (Γρηγόριος) της Κχάντζα.
Ενώ πορευόταν από το Κλαρτζετί της νότιας Γεωργίας στο Απχαζετί στα βορειοδυτικά της χώρας, ο Γρηγόριος συνάντησε τον νεαρό Εφραίμ και αμέσως προείδε ένα μελλοντικό συναθλητή και το θαυματοποιό επίσκοπο του Ατσγκούρι. Ο Γρηγόριος υποσχέθηκε να αναλάβει το νεαρό ως μαθητή του. Κατά την επιστροφή του στο Κλαρτζετί, ο Γρηγόριος περιμάζεψε εκτός από τον Εφραίμ ακόμα ένα νεαρό, τον μελλοντικό Καθολικό της Γεωργίας. Εμπιστεύθηκε δε τους δύο νέους σε δύο πνευματικά του παιδιά, τον Χριστόφορο και τον Τέντορ.
Οι μοναχοί του μοναστηριού Κχάντζα δυσαρεστήθηκαν με την άφιξη των δύο νέων αφού οι μοναστικοί κανόνες απαγορεύουν την είσοδο σε νεαρούς επισκέπτες. Ωστόσο ο Γρηγόριος τους απάντησε ότι ο Θεός είχε φανερώσει το θέλημά Του και ότι όταν θα μεγάλωναν στο μοναστήρι οι δύο νέοι θα γίνονταν όπως τους πνευματικούς διαδόχους τους Αγίου Εφραίμ του Σύρου και του Αγίου Αρσενίου του Μεγάλου.
Ο Άγιος Εφραίμ ανέβηκε στον επισκοπικό θρόνο του Ατσγκούρι και αναδείχθηκε ως μια μεγάλη προσωπικότητα της εκκλησίας της εποχής του. Συνέβαλε τα μέγιστα στην ενδυνάμωση του αυτοκέφαλου της Γεωργιανής εκκλησίας. Ως αποτέλεσμα των προσπαθειών του η Γεωργιανή Εκκλησία απολαμβάνει το προνόμιο που έλαβε από την Αντιόχεια να ετοιμάζει το δικό της χρίσμα στη Μτσχετά.
Ο Άγιος Εφραίμ ποίμανε την επισκοπή του Ατσγκούρι για σαράντα χρόνια. Ο Θεός του χάρισε το δώρο της προφητείας, των θαυμάτων και της ίασης. Έζησε πολλά χρόνια και κοιμήθηκε πλήρης ημερών ειρηνικά. Ακόμα και σήμερα όσοι προσκυνούν με ευλάβεια το σκήνωμά του γιατρεύονται από κάθε νόσημα.
Ο Άγιος Εφραίμ αναφέρεται και στο βίο του Αγίου ΄Αρσεν του Μεγάλου που τιμάται στις 25 Σεπτεμβρίου.
Print Friendly

Όσιος Τίτος ο Θαυματουργός

Όσιος Τίτος ο Θαυματουργός

Δημοσιεύθηκε: 2 Απριλίου 2013 Κατηγορίες: 04 Απρίλιος, Συναξάρι
OsiosTitosThaumatourgos01 Εορτάζει στις 2 Απριλίου εκάστου έτους.
Τὶ τοῦτο, Τίτε; καὶ σὺ λείπεις ἐκ βίου;
Λείπω μεταστάς, δόξαν οὕτω Κυρίῳ.
Δευτερίῃ Τίτοιο ἀπὸ ψυχὴν Νόες ἦραν.
Βιογραφία
Ο Όσιος Τίτος είχε ψυχή με θερμή αγάπη στο Θεό και τον πλησίον.
Όπως ο Κύριος είχε πει στους μαθητές του, «ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με» ( Ιωάν., δ’ 34), δικό μου, δηλαδή, φαγητό είναι να πράττω το θέλημα Εκείνου (του Πατέρα Θεού) που με απέστειλε, έτσι συνέβαινε και στον όσιο Τίτο.
Τροφή του ήταν να πράττει με κάθε τρόπο το θέλημα του ουρανίου Πατέρα και να χρησιμοποιεί τη ζωή του για την ηθική και πνευματική οικοδομή των αδελφών του.
Όταν έγινε μοναχός, έλαμψε με την φιλάδελφη συμπεριφορά του, την πραότητα και την επιείκεια.
Ήταν χαρακτήρας που γνώριζε να παραβλέπει, να μακροθυμεί, να ανέχεται, να συνδιαλέγεται, να διαλύει τις παρεξηγήσεις, να κερδίζει γρήγορα την εμπιστοσύνη και να κατακτά τις καρδιές των άλλων. “Ετσι, έγινε πνευματικός ηγέτης μεγάλης αποδοχής και πλήθος λαϊκών και μοναχών ζητούσαν να ωφεληθούν από την συντροφιά του. Μάλιστα, ο Θεός αντάμειψε την καθαρότητα της ψυχής και της ζωής του με το χάρισμα να θαυματουργεί.
Αφού έμεινε σταθερός στην πίστη μέχρι τέλους της ζωής του, αποδήμησε στον Κύριο, αφήνοντας πίσω του πολλούς μιμητές.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀνατεθεῖς ἀπὸ παιδὸς τῷ Κυρίῳ, ἀγγελικῶς ἐπολιτεύσω ἐν κόσμῳ, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν χάριν ἐκ Θεοῦ, ὅθεν ἐχρημάτισας, Μοναζόντων ἀλείπτης, Τίτε παμμακάριστε, καὶ σοφὸς οἰκονόμος. Ἄλλα μὴ παύση Πάτερ ἐκτενῶς, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, Θεὸν ἰλεούμενος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν σοί Πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβών γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττων ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Τίτε τό πνεῦμά σου.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐγκρατείας ἄνθραξι, σαυτόν καθάρας, ἀρετῶν ἐξήστραψας, φωτοειδεῖς μαρμαρυγάς, καταφαιδρύνων τούς ψάλλοντας· Χαίροις ὦ Τίτε, Πατέρων ἀγλάϊσμα.
Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν τοῦ βίου τάραχον, ἐγκαταλείψας, καὶ ἡσύχως ἅπαντα, ζήσας τὸν βίον σου σοφέ, πρὸς τὸν Θεὸν μεταβέβηκας, θαυματοφόρε Πατὴρ ἡμῶν ὅσιε.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Δακρύων τοῖς ῥεύμασι, καθάπερ δένδρον σοφέ, ἀεί πιαινόμενος, δικαιοσύνης καρπούς, πλουσίως ἐξήνθησας· ὅθεν σε συνελθόντες, ἐπαξίως τιμῶμεν, Τίτε θαυματοφόρε, ἀσκητῶν ὡραιότης, ἀλλὰ ταῖς ἱκεσίαις ταῖς σαῖς, πάντας περίσῳζε.

Ο Όσιος Στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα (5 Ιουλίου 1845 – 1η Απριλίου 1913). 100 χρόνια από την κοίμησή του

Ο Όσιος Στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα (5 Ιουλίου 1845 – 1η Απριλίου 1913). 100 χρόνια από την κοίμησή του

Δημοσιεύθηκε: 1 Απριλίου 2013 Κατηγορίες: 04 Απρίλιος, Άγιοι - Πατέρες - Γέροντες, Συναξάρι
ib3407
Ο στάρετς Βαρσανούφιος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους αγίους γέροντες που έζησαν στην Όπτινα. Γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου 1845 στο Όρενμπουργκ από γονείς Κοζάκους. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Παύλος Ιβάνοβιτς Πλεχάνκωφ. Σπούδασε στη ρωσική Σχολή Ευελπίδων και έγινε αξιωματικός του ρωσικού στρατού. Έφτασε μέχρι το βαθμό του συνταγματάρχη. Ευφυής και με ανήσυχο πνεύμα δεν περιορίστηκε μόνο στις στρατιωτικές σπουδές, αλλά ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία, λογοτεχνία, μουσική.
Η κοσμική ζωή έδειχνε να τον κουράζει. Καταλυτική για τη ζωή του ήταν η συνάντηση με τον άγιο Ιωάννη της Κρονστάνδης κατά τη διάρκεια μιας θείας Λειτουργίας. Ενώ ο Παύλος στεκόταν και προσευχόταν, ο άγιος Ιωάννης διέκοψε τη Θεία Λειτουργία, πήγε κοντά του, έσκυψε και του φίλησε το χέρι! Όσοι το είδαν κατάλαβαν ότι ο αξιωματικός αυτός θα γίνει ιερέας.
st-varsanophius
Στη διάρκεια μιας ασθένειάς του, όταν κινδύνευε να πεθάνει, έζησε μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Η αποκλειστική νοσοκόμα που τον βοηθούσε, του διάβαζε το Ευαγγέλιο. Εκείνη τη στιγμή είδε να ανοίγει ο ουρανός και να κατεβαίνει σ’αυτόν ιλαρό φως. Κάτι άλλαξε μέσα του και γέμισε με πολλή χαρά. Άκουσε τότε μια φωνή να του λέει: «Να πας στην Όπτινα».
Όταν θεραπεύτηκε, πήγε στην Όπτινα και συνάντησε τον στάρετς Αμβρόσιο. Ο μεγάλος αυτός γέροντας τον συμβούλεψε να τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις του και σε τρεις μήνες να εγκαταβιώσει στην Όπτινα. Πράγματι, έτσι και έγινε. Όταν επέστρεψε, ο στάρετς Αμβρόσιος δεν ήταν πλέον στη ζωή. Εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε ιερέας. Το 1907 διορίστηκε προεστώς της σκήτης και χιλιάδες πιστών αναπαύθηκαν κάτω από το πετραχήλι του.
x_777f5eca
Όταν ο Τολστόι εξέφρασε ανοιχτά τις αμφισβητήσεις του και την άρνησή του για την ορθόδοξη πίστη, η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας θεώρησε ότι ο στάρετς Βαρσανούφιος ήταν ο πλέον κατάλληλος για να έλθει σε επικοινωνία και να συζητήσει μαζί του. Όμως ο Τολστόι, αν και επισκέφτηκε την Όπτινα, απέφυγε να συναντηθεί με το γέροντα.
1271234528_varsonofi
Στο τέλος της ζωής του ο στάρετς Βαρσανούφιος έμελλε να περάσει μία μεγάλη δοκιμασία. Κάποιοι μοναχοί της Όπτινα, με κοσμικό φρόνημα, τον κατηγόρησαν στην Ιερά Σύνοδο. Ο επίσκοπος-ανακριτής που ήλθε στην Όπτινα τον θεώρησε ένοχο. Έτσι τον έδιωξαν από την Όπτινα και τον διόρισαν ηγούμενο σ ένα μακρινό μοναστήρι στο Γκολούτβιν. Ήταν 2 Απριλίου του 1912. Το δέχτηκε χωρίς αντίρρηση, αλλά με πόνο ψυχής. Έζησε ακριβώς ένα χρόνο και μετά από οδυνηρή ασθένεια εκοιμήθη εν Κυρίω την 1η Απριλίου 1913. Οι μαθητές του τηρώντας την επιθυμία του τον ενταφίασαν στην Όπτινα. Πολύ πρόσφατα η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας προέβη στην αγιοκατάταξη όλων των στάρετς στην Όπτινα.
 

Ο Άγιος Νεκτάριος και το βίωμα της Ορθοδοξίας

Ο Άγιος Νεκτάριος και το βίωμα της Ορθοδοξίας
8 Νοεμβρίου 2012

Θρησκεία / Αγιολογία    Αρχιμανδρίτης Σαράντης Σαράντος



Πραγματικά ο Άγιος Νεκτάριος εβίωσε σε όλα και με όλα τα μέρη της υπάρξεώς του την Ορθοδοξία μας, την οποία και ερμήνευσε και εξέφρασε προσωπικά και δυναμικά στο καθολικό πλήρωμα των Ορθοδόξων αδελφών και γενικότερα στην Οικουμένη.
Είναι τόσο πλούσια η προσωπικότητά του, τόσο βαθειά, τόσο μεγαλειώδης, συνδυασμένη με θεϊκή πραγματικά απλότητα, που θα  πρεπε ο φτωχός δικός μας ανθρώπινος λόγος να αργήσει. Και μάλιστα λόγος που προέρχεται από χείλη αδέξια, ισχνόφωνα και κακόηχα σαν τα δικά μου. Συγχωρήστε μου λοιπόν την θρασύτητα και επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω τον συμβατικό λόγο για ωφέλεια όλων μας και για την κατά δύναμιν τιμή προς τον Άγιο του αιώνα μας.
Θεμέλιο σ᾽ αυτήν την προσλαλιά ας είναι το παρακάτω υπαρκτό περιστατικό από τη ζωή του Αγίου.
Μετά από κάποιες περιπέτειες που μεθόδευσε στη ζωή του ο μισόκαλλος, βρίσκεται ο Άγιος, σαν ιεροκήρυκας Χαλκίδος, επίσκοπος όντας, στο μικρό νησί της Σκιάθου, για να λειτουργήσει και να κηρύξει. Φιλοξενείται από βραδύς σ  ἕνα απλό δωματιάκι του νησιού. Περνάνε οι ώρες της νύχτας και το φως του δωματίου του δεν σβήνει. Κάποιοι περίεργοι βρίσκουν τον τρόπο να κρυφοκοιτάξουν. Βλέπουν τον Άγιο Επίσκοπο να κάνει εδαφιαίες μετάνοιες και κάτι να ψελλίζει. Το φως έσβησε, όταν ξεκίνησε για την πρωϊνή ακολουθία και την Θεία Λειτουργία.
Το γεγονός αυτό αδελφοί, λέει πάρα πολλά. Βάση στη ζωή του ο Άγιος από τα νεανικά του χρόνια είχε αυτό που όλοι οι πατέρες και άγιοι είχαν, τη νηπτική εργασία, την προσεκτική φροντίδα του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου, της αθανάτου και θεοεικέλου ψυχής. Μολονότι επίσκοπος, πεπειραμένος στα πνευματικά, κάποιας ηλικίας, όμως δεν αντικαθιστά με τίποτα την αγαπημένη του πνευματική εργασία για την προσωπική του ένωση με τον εν Τριάδι Θεό. Δόξα τω εν Τριάδι Θεώ για τέτοιους ανθρώπους που αναδεικνύει σε όλες τις εποχές και τους έχει μαζί ίσως και με άλλους αφανεστέρους, δείγματα της Ορθοδόξου πνευματικότητος, που αληθινά όζει (μυρίζει) αγάπη Χριστού.
Ο Άγιος Νεκτάριος γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1846 στη Συληβρία της Θράκης. Σαν παιδί και σα νέος ήταν πολύ φιλομαθής και ιδιαίτερα όπως οι Τρεις Ιεράρχες, αγάπησε την αρχαία ελληνική γλώσσα και τα Πατερικά κείμενα. Το βιβλίο που ο ίδιος εξέδωσε «Λογίων θησαύρισμα» είναι ακριβές απόσταγμα των Πατερικών Μελετών στις οποίες από μικρός αφιερωνόταν. Απ  αὐτὸ το ανθολόγιο των πολυτίμων μελετών του φαίνεται η νηπτική εργασία και η δυνατή έφεση που είχε στα βάθη του για τον Θεό και η δίψα του για την τελειότητα της εν Χριστώ ζωής.
Από πολύ νωρίς συγκεκριμενοποίησε τον ουράνιο πόθο του και τον ταύτισε με τη μοναχική ζωή. Το 1876 εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή της Χίου με το όνομα Λάζαρος από Αναστάσιος Κεφαλάς. Από τα στοιχεία της Ιεράς Μονής φαίνεται καθαρά ότι έμεινε τρία χρόνια πραγματικά, ασκούμενος στη μοναχική και μοναδική, όπως αναφέρεται από τους Αγίους Πατέρες μας, πολιτεία. Η άσκηση του παρθενικού βίου τον έκανε προσηνή επειδή συνδύασε την τραχύτητα της ασκήσεως με την άκρα ταπείνωση. Γι  αὐτὸ έγινε αγαπητός από τη λοιπή μοναστική αδελφότητα, προτάθηκε για χειροτονία και προχειρίσθηκε διάκονος το 1877 σε ηλικία ώριμη και σύμφωνη με τους Θεοπνεύστους ιερούς κανόνες,τριάντα ενός δηλαδή ετών, με το όνομα Νεκτάριος. Με άδεια και ευλογία της Ιεράς Μονής της μετανοίας του συμπληρώνει τις γυμνασιακές του σπουδές στην Αθήνα, κατόπιν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, κοντά στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο και πάλι στην Αθήνα, όπου μετά από ευδόκιμες θεολογικές σπουδές το 1885 εκατατάχθηκε στους πτυχιούχους της Θεολογικής Σχολής της οποίας υπήρξε και υπότροφος. Το επόμενο έτος 1886 χειροτονείται πρεσβύτερος και Αρχιμανδρίτης στην Αλεξάνδρεια από τον ίδιο Πατριάρχη Σωφρόνιο, κοντά στον οποίο υπηρέτησε σαν ιεροκήρυκας και γραμματέας του Πατριαρχείου και Πατριαρχικός επίτροπος στο Κάϊρο. Ένα χρόνο αργότερα το 1889 χειροτονείται Μητροπολίτης της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Μητροπόλεως Πενταπόλεως από τον ίδιο Πατριάρχη Σωφρόνιο.
Αυτή την επέτειο των εκατό χρόνων από της χειροτονίας του σε επίσκοπο τιμάμε και γιορτάζουμε σήμερα.
Γιατί ιδιαίτερα αυτήν την επέτειο εξαίρουμε;
Γιατί και ο αγ. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και ο μεγάλος Θεολόγος Νικόλαος Καβάσιλας υποστηρίζουν ότι ο επίσκοπος είναι ζωντανή εικόνα του Σωτήρος Χριστού και ζωντανός φορέας όλης της Χριστιανικής Παραδόσεως.Ίσως σε μερικές περιπτώσεις αμφιβάλλουμε για τα υποστηριζόμενα από τους αγίους, γιατί δεν βλέπουμε πάντοτε σαρκωμένες αυτές τις αρετές στα Επισκοπικά πρόσωπα. Στην περίπτωση όμως του Αγίου Νεκταρίου ταυτίσθηκε η αληθινή χριστιανική ζωή και το ποιμαντικό αρχέτυπο με το πρόσωπό του. Οι λειτουργίες του, τα κηρύγματά του, η φροντίδα του για την ευπρέπεια και διακόσμηση των Ιερών Ναών, το προσωπικό, ποιμαντικό και ανθρωπιστικό ενδιαφέρον, η συμπάθεια στους καχεκτικούς στην πίστη και στην ηθική, οι διοικητικές του ικανότητες και ιδιαίτατα ο άμεμπτος βίος κατάφερναν να συγκρατούν το θεσμό της Εκκλησίας και τα λογικά πρόβατα στη μάνδρα του Χριστού. Η ποιότητα της Χριστιανικής ψυχής του και η Χριστιανική διαύγεια των φρονημάτων του φαίνεται ολοκάθαρα στους άδικους διωγμούς του. «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν» δεν είπε ο Κύριος; Αφανείς αντίχριστες δυνάμεις κατάφεραν να μεθοδεύσουν έτσι κάποιες συκοφαντίες, ώστε να απολυθεί από τις Εκκλησιαστικές αρχές της Αλεξανδρείας και να παυθεί από τη θέση του. Καμιά σαφής κατηγορία αλλά και καμιά ακύρωση των συκοφαντιών. Σαν ελεύθερος άνθρωπος και αθώος διαμαρτύρεται για την αδικία αλλά και οι επιστολές –διαμαρτυρίες προς τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, λίγο αργότερα προς τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο και προς τον Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ´ είναι γεμάτες εκκλησιαστικό ήθος που σπάνια συναντάμε.
Άνθρωπος ψημένος στη μοναχική άσκηση και στους κανόνες ταπεινοφροσύνης, δεν μπορούσε παρά αυτό το ήθος να αποκτήσει των Μεγάλων Πατέρων, που είτε τους έβριζαν είτε τους εγκωμίαζαν, το ίδιο αισθάνονταν και ανεξίκακα αντιδρούσαν.
Ουδείς αδοκίμαστος ευδόκιμος.
Αξίζει κανείς να διαβάσει και μόνο αυτές τις επιστολές για να προσεγγίσει αυτόν τον πολύτιμο αδάμαντα της Ορθοδοξίας. Μικρές επιστολές γραμμένες με σαφήνεια, γλωσσική αρτιότητα, τέλεια νοήματα, λέξεις ιεροπρεπείς και κατάμεστες από σεβασμό στο πρόσωπο που απευθύνεται και το οποίο τον αδίκησε. Δεν βρίσκεις ίχνος δηκτικότητας να υπολανθάνει. Κρατά τον πόνο του σε καθαρά πνευματικό επίπεδο. Αυτές οι επιστολές αποπνέουν το άρωμα της απαθούς και χαριτωμένης ψυχής του, που προετοιμάζεται έκδηλα από τον Εσταυρωμένο Κύριο για τη μέλλουσα τιμή και παγκόσμια δόξα που του χάρισε. Η ποιότητα της ψυχικής καλλιεργείας του επιβεβαιώνεται και από το ποιμαντικό έργο του στις ψυχές των ανθρώπων και την ανάλογη ποιμαντική εν Χριστώ αγωγή, που τους προσέφερε.
Πάνω από εννιακόσιοι πιστοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Καΐρου συνέταξαν μία διαμαρτυρία και συνάμα αποχαιρετιστήριο γράμμα προς τον Άγιο Πενταπόλεως που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Μεταρρύθμισις» της Αλεξάνδρειας. Μέσα σ  αὐτὸ το γράμμα φαίνεται για άλλη μια φορά από άλλη σκοπιά, από τη σκοπιά των λαϊκών, ο πραότατος και ειρηνικός χαρακτήρας του Αγίου. Στο δημοσίευμα αυτό δεν υποφώσκει ίχνος εμπαθείας η φανατισμού κατά των αδικησάντων εκκλησιαστικών ανδρών τον Άγιο Πενταπόλεως.
Πόσο ταπεινά και χριστοκεντρικά θα είχε εργασθεί ο Άγιος στην Άμπελο του Κυρίου, ώστε να μεταφυτεύει και στους άλλους τον αληθινό τρόπο Χριστιανικής ζωής, της Θεανθρώπινης ζωής που ο ίδιος βίωνε.
Από την επιστολή αυτή των λαϊκών του Καίρου φαίνεται η μεγάλη εν Χριστώ αγάπη που του είχαν, φαίνεται διάφανα η εν Χριστώ ηγετική φυσιογνωμία του Αγίου, αλλά τελικά η υπακοή (αυτό είναι το γνήσιο εκκλησιαστικό χριστιανικό φρόνημα) και του Αγίου και των πνευματικών του τέκνων στις αποφάσεις της Μητέρας Εκκλησίας. Ήταν βαθύς και όχι επιπόλαιος και υποπτευόταν ότι πίσω από την ανθρώπινη αδικία κρύβονται μεγαλεπίβολα, μα ανεξιχνίαστα θεϊκά σχέδια. Και κατάφερε αυτήν του τη νοοτροπία να μεταβιβάσει ζωντανά στο λαό του Καΐρου, πράγμα που διακρίνεται με ενάργεια προς το τέλος της επιστολής–διαμαρτυρίας.
Ίσως οι βουλές του Θεού έχουν διαφορετικές προοπτικές.
Επιτρέψτε μου να επιμείνω λίγο ακόμη σ  αὐτὴν την κρίσιμη καμπή της ζωής του. Αν ο Άγιος έπαιρνε κάποια άλλη διαφορετική στάση, καταλάβαινε με τον σώφρονα λογισμό που του είχε χαρίσει η Ορθόδοξη μοναχική νηπτική άσκηση, καταλάβαινε ότι κατάστρεφε ο,τι ωραιότερο, ο,τι πιο θεανθρώπινο είχε μεταγγίσει στις ψυχές των πνευματικών του τέκνων.
Σαν αληθινός Λειτουργός του Υψίστου προτιμά να αδικείται παρά να καταστρέψει στα μάτια και στις ψυχές των πιστών την εικόνα της Αρχιερωσύνης, χτυπώντας τους άλλους αρχιερείς που τον αδίκησαν.
Παρακαλώ πολύ όλους μας να εγκύψουμε με πολλή ευλάβεια σ  αὐτὴν την πτυχή της ζωής του Αγίου Πενταπόλεως και στην θεανδρική στάση του γιατί καθένας μας έχει η ενδέχεται να έχει πικρίες συκοφαντικές στο μετερίζι από το οποίο μάχεται.
Στη συνέχεια για ένα έτος ταλαιπωρήθηκε «φυτοζωών», λέει ο βιογράφος του άγιος πρ. Παραμυθίας Τίτος Ματθαιάκης, ζητώντας στην Αθήνα εργασία και μη βρίσκοντας. Επί τέλους στις 15 Φεβρουαρίου 1891 διορίσθηκε ιεροκήρυκας του Νομού Ευβοίας, σπάνιο φαινόμενο στα χρονικά της Εκκλησίας, δηλαδή Επίσκοπος να διορίζεται απλός ιεροκήρυκας. Όμως δέχθηκε και εργάσθηκε διόμιση χρόνια ακάματα πνευματικά, αγάπησε το λαό του Θεού και αγαπήθηκε. Πάλι δυσκολίες και μετάθεση στο Νομό Φθιώτιδος και Φωκίδος. Αξίζει και πάλι να τονισθεί η κρυστάλλινη ποιότητα του ποιμαντικού του λειτουργήματος που εκφράζει το αποχαιρετιστήριο γράμμα του Δημάρχου Κυμαίων Καρυστίας προς τον Άγιο.
Ο Κύριος όμως αφού τον προετοίμασε με την θλίψη και τον διωγμό, αφού του έκλεισε τις άλλες πόρτες, του άνοιξε την υψηλή και μεγάλη προοπτική του Διευθυντή της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Με Βασιλικό Διάταγμα διορίσθηκε την 1η Μαρτίου του 1894 και έμεινε σ  αὐτὴν την περίοπτη θέση μέχρι το 1908, από την οποία παραιτήθηκε, όπως ο ίδιος γράφει στην αίτησή του προς το Δ.Σ. για λόγους υγείας.
Δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια εργάσθηκε συστηματικά ο Άγιος στο θερμοκήπιο των Ιερατικών κλήσεων. Ο,τι ιερότερο, ο,τι θεανθρωπινότερο, ο,τι χριστοευγενέστερο, ο,τι ουράνιο είχε κατακτήσει με την άσκησή του και με τη χάρη του Θεού, με πολύ ζήλο το αποτύπωσε στις ψυχές των Ιεροσπουδαστών του. Πίστευε ότι το νεοσύστατο μετά τον τουρκικό ζυγό έθνος θα μπορέσει να ορθοποδήσει και πνευματικά να μεγαλουργήσει, αν οι ποιμένες αυτού του τόπου τραφούν με τον επιούσιο Άρτο της Ορθοδόξου Θεολογίας και ποτισθούν με τα αστείρευτα νάματα της Ορθοδόξου Ευσεβείας. Πετύχαινε πραγματικά να μεταλαμπαδεύσει στις ψυχές των Ιεροσπουδαστών όλη την χριστοφλόγα της ψυχής του, με τον πιο εκλεκτό τρόπο, την εν Χριστώ αγάπη, που είναι το πιο δυνατό φίλτρο. Αυτό μπορεί να συγκινήσει το νέο και να βάλει σε συναγερμό και κινητοποίηση όλα τα ψυχοδυναμικά του για εγκόσμια και υπερκόσμια δημιουργία.
Ο πρωτοπρεσβύτερος παπα-Νικόλας Μυλωνάς και ο Οικονόμος Θεμιστοκλής Παπακωνσταντίνου που τον είχαν δάσκαλο επαληθεύουν την άριστα παιδαγωγική συμπεριφορά του προς τα νεαρά βλαστάρια. Ποτέ δεν είχαμε δει το ειρηνικό και χαρίεν πρόσωπό του να αλλοιώνεται από τις νεανικές αταξίες.
Είχε μία απεριόριστη εσωτερική ανεκτικότητα και μεγαλοψυχιά λέγουν, με την οποία κατόρθωσε να διορθώσει τις ανωριμότητες των νέων χωρίς να τραυματίσει το ψυχολογικό πεδίο. Και κάποιος άλλος μαθητής του έλεγε με θαυμασμό για τον Άγιο, ότι ανεχόταν ακόμη και να κοροϊδεύεται μερικες φορές και μολονότι διαισθανόταν πως του λένε ψέμματα δεν επενέβαινε βίαια, αυταρχικά, πιεστικά, για να διορθώσει τον αμαρτάνοντα. Αυτή η αγάπη και η εκτίμηση προς τα ανώριμα ακόμα παιδιά, τα έφερνε λίγο αργότερα σε αυτοσυναίσθηση του σφάλματος, σε μετάνοια και οριστική και ειλικρινή διόρθωση. Ήδη από τον καιρό της τριετούς μοναστικής ασκήσεώς του στην Ιερά Μονή της χώρας της Χίου, αλλά και από την περισσή εμπειρία του από την διακονία του στο λεπτό και ευαίσθητο έργο του πνευματικού είχε διαπιστώσει πόσο εύθραυστος είναι ο ψυχολογικός παράγοντας σε κάθε άνθρωπο και πόσο αποφασιστικό ρόλο παίζει στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας και στον αγιασμό της. Είχε κατέβει, όπως λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, ο συγγραφέας της Κλίμακος, είχε κατέβει στα βάθη της ψυχής, γνώριζε πολύ καλά τις αντιδράσεις της και ιδιαίτερα την καταστροφή που προξενούν τα πάθη και οι κακίες των μεγαλυτέρων στην ανέλιξη και ανάπτυξη των νεωτέρων.Και ήθελε αυτός ο μακάριος άνδρας, να μην πληγώσει, να μην τσαλαπατήσει, να μην σταυρώσει με τιμωρίες τα παιδιά του αλλά να τα ανυψώσει, να τα αναπτερώσει, να τα εμψυχώσει με τη μέθη της δικής του εν Χριστώ αγάπης. Είχε βιώσει βέβαια αυτό που λέγει ο πρύτανις των ασκητών πατέρων άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ότι η αγάπη είναι μέθη ψυχής και έχει την δύναμη να μεθύσει και τους γύρω.
Κάποιος άλλος μαθητής του, ο Ν. Λούβαρης, θυμάται ότι προτιμούσε ο ίδιος να υποβάλλεται σε ασκήσεις, για παράδειγμα σε νηστεία, για να μην τιμωρήσει το ανώριμο εύθραυστο βλαστάρι, τον ιερό σπουδαστή του, όταν η διάκριση, που άφθονη είχε, τον πληροφορούσε, ότι η τιμωρία θα δημιουργήσει απωθημένη εμπάθεια η ψυχολογικά τραύματα. Και δεν πρέπει ένας ποιμένας, ένας ταγός να κατατρύχεται από ψυχολογικά προβλήματα, που μπερδεύουν τους γύρω του, και εξουθενώνουν τις ψυχές και δεν τις οδηγούν στην ελευθερία «η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε». Ανελάμβανε ο άγιος του Θεού, ο θεόπνευστος αυτός παιδαγωγός πάνω του το βάρος της αμαρτίας των παιδών του, για να ανοίγει μπροστά τους ο δρόμος της προκοπής και της δημιουργίας και όχι της μιζέριας και της μικροψυχίας.
Πιθανώς να υπήρξαν και περιπτώσεις που ο άγιος να μεταχειρίσθηκε και την παιδαγωγική μέθοδο της αυστηρότητας, όταν οι περιστάσεις το απαιτούσαν. Κυριαρχούσε πάνω από όλα η Ποιμαντική της αγάπης, της καλωσύνης και της πατρικής επισκοπής, θα λέγαμε γενναιοψυχίας.
Ο Ι. Φ. Κωνστανταράκης, μαθητής του αγίου Νεκταρίου, αναφέρει ότι οι ιεροσπουδαστές είχαν νύχτα και μέρα ενώπιόν τους ένα αρχέτυπο τελείου και ολοκληρωμένου ανθρώπου.
Ήταν φίλεργος και πολυγραφότατος.
Έγραφε θεολογικές μελέτες.
Συνέθετε ύμνους στην Κυρία Θεοτόκο που όταν τους έψαλε, μεταρσιωνόταν και μετέφερε πνευματικό ενθουσιασμό στους μαθητές του.
Το κήρυγμά του ήταν πολύ εποικοδομητικό και στο ναό της Σχολής και σε πολλούς άλλους που τον καλούσαν.
Η Λειτουργία του ήταν μυσταγωγία και συναγερμός όλου του εκκλησιάσματος προς τον εν Τριάδι Κύριο.
Προς τους ετερόδοξους συμπεριφερόταν με ευγένεια και καλωσύνη χωρίς να κρύβει κανένα σημείο της Ορθοδόξου ομολογίας του.
Παράλληλα σημειώνει ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ο μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Αθηνών, που τον διαδέχθηκε στην Διεύθυνση της Σχολής, ενδιαφέρθηκε ο άγιος Νεκτάριος για τον κήπο της Σχολής, για την εύρυθμη λειτουργία όλων των συνεργείων της, για την απρόσκοπτη Διεύθυνση και το όλο πολιτιστικό κλίμα της. Δεν ήταν δυνατό ο άνθρωπος που είχε ταξινομήσει παραδεισιακά τα εσωτερικά πνευματικά του ζητήματα, δεν ήταν δυνατόν να μην εκφράσει αυτήν του την εσωτερική του χριστοαρμονία και να μην την απεικονίσει ταπεινά από όλα του τα αγαπημένα πρόσωπα, σ  ὅλα τα πράγματα γύρω του και σ  ὅ,τι άγγιζε.
Αποκορύφωμα και αποκρυστάλλωμα της όλης του ποιμαντικής δραστηριότητας υπήρξε η ανασύσταση της Γυναικείας Ι. Μονής της Αγίας Τριάδος, στην Αίγινα. Όλο του τον μισθό που έπαιρνε από την Ριζάρειο τον διέθετε για να κτισθεί η ερειπωμένη Ιερά Μονή και για να συντηρούνται οι μοναχές της αδελφότητας.
Ενδιαφερόταν να γίνει ένα ωραίο εκκλησιαστικό οικοδόμημα, όπως και έγινε, για να στεγάσει ένα ιερό ησυχαστήριο και φροντιστήριο Ορθοδόξου μοναστικής ευσεβείας. Είχε αγαπήσει με πάθος απαθές, όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, την φιλανθρωπία και χαιρόταν να ξοδεύει τον μισθό του, τόσο γι  αὐτὸ τον σκοπό όσο και για περιπτώσεις φτωχών ανθρώπων, που του ζητούσαν βοήθεια. Ήταν αχόρταγος στο να δίνει, τόσο που μερικές φορές δεν είχε τα ναύλα του, για να επισκεφθεί τη μοναστική αδελφότητα της Αγίας Τριάδος που παρακολουθούσε πνευματικά και την καθοδηγούσε, ενώ παράλληλα ήταν διευθυντής στη Ριζάρειο.
Τις ημέρες των διακοπών του Πάσχα, των Χριστουγέννων και του καλοκαιριού έμενε στην ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος και προσπαθούσε εφαρμόζοντας τους αυστηρούς ασκητικούς όρους του Μ. Βασιλείου, να οργανώσει φιλόθεα και φιλάνθρωπα την εσωτερική ζωή της αδελφότητας.
Ευτυχώς που μας έχουν διασωθεί 136 επιστολές του Αγίου, που έστελνε από την Ριζάρειο στη μοναστική αδελφότητα της Αγίας Τριάδος. Μέσα σε αυτή διακρίνεται η λαμπρότητα και η ωραιότητα του παρθενικού του χαρίσματος που αύξησε ο Χριστός εκατονταπλάσια μέσα του με σύμφωνη την αγαθή προαίρεσή του.
Επίσης διακρίνεται η πνευματική, η εν Χριστώ αγάπη του αγίου προς τα πνευματικά του τέκνα, τις μοναχές, μέσα στις ψυχές των οποίων, όπως ο θείος Παύλος, θέλησε να μορφώσει τον Χριστό και τη ζωή του Χριστού. Πρότυπό του στη φιλανθρωπία είχε τον άγιο Νικόλαο που από μικρός είχε αγαπήσει και τον είχε προστάτη του.
Ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης τονίζει στο ωραιότατο βιβλίο του «ο άγιος Νεκτάριος ο θαυματουργός» ότι μέσα στις επιστολές αυτές φαίνεται η μεγάλη διάκριση που είχε ο άγιος. Σε κάθε μια μοναχή δίνει τις κατάλληλες γι  αὐτὴν οδηγίες, σεβόμενος τα προσωπικά όρια αντοχής της και ανοίγοντάς της τον κατάλληλο δρόμο που θα οδηγήσει αυτήν προς τον Σωτήρα Χριστό, χωρίς να ισοπεδώνει το πρόσωπο.
Ήξερε πολύ καλά αυτός ο βαθυνούστατος επίσκοπος πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της γυναίκας μέσα στη ζωή της Εκκλησίας. Γι  αὐτὸ χωρίς να υποτιμά το Μέγα Μυστήριο του γάμου, λέγει ο π. Θεόκλητος, όμως προσπαθεί να καταρτίσει άριστα τη γυναικεία προσωπικότητα στην ευσέβεια και στην εν Χριστώ ζωή, για να έχει η κοινωνία, τα δείγματα έστω, της αληθινής χριστιανικής ζωής, σαρκωμένης στα πρόσωπα των μοναζουσών. Μέσα σε αυτές τις επιστολές μπορούν και οι σημερινές Χριστιανές να σπουδάσουν το γνήσιο χριστιανικό φεμινιστικό κίνημα, που συνοψίζεται στην εν Χριστώ υπακοή, στο υπάκουο κλίμα της και στην ατμόσφαιρά της.
Και στ  ἀλήθεια πέτυχε ο άγιος του Θεού να φυτεύσει και μετά την παραίτησή του από την Ριζάρειο, μένοντας κοντά τους, να καταρτίσει τη μοναστική αυτή άμπελο της ιεράς Μονής της Αγίας Τριάδος, που η ζωή και η ακτινοβολία της συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Το καλοκαίρι του 1898 έκανε περιοδεία προσκυνηματική στο Άγιον Όρος. Πήρε ευλογίες από το Περιβόλι της Παναγίας, έδωσε όμως και από το ταμείο των δικών του θησαυρών στους μοναχούς που με πολλή χαρά τον καλοδέχθηκαν και ξεχωριστά τίμησαν επίσημα τον ταπεινόφρονα ιεράρχη. Η επικοινωνία του με αγίους μοναχούς, όπως τον π. Δανιήλ Κατουνακιώτη, τον συνέδεσε πνευματικά με το Άγιον Όρος, έτσι ώστε επιστρέφοντας στον κόσμο, να είναι ένας αγιορείτης εκτός Αγίου Όρους και μέσα στην υπακοή της δικής του, ας πούμε δικής του, μονής.
Αφήσαμε μία πτυχή της ζωής του τελευταία. Σκόπιμα. Για να την τονίσουμε. Βέβαια από όσα μέχρι τώρα έχουμε αναφέρει διαφαίνεται ολοκάθαρα.
Ο Άγιος Νεκτάριος ήταν ένας χαρισματούχος πνευματικός.
Αυτόπτης μάρτυς μου ανέφερε ότι τον είδε να εισέρχεται στο ιερό βήμα, να φορά το πετραχήλι του και να πηγαίνει να κατασπάζεται τον εσταυρωμένο και να κλαίει. Μετά από αυτήν τη μυσταγωγική και κατανυκτική προετοιμασία προσφερόταν να βοηθήσει στο Μυστήριο της Ι. Εξομολογήσεως όχι μόνο τις μοναχές που πρωτύτερα αναφέραμε, όχι μόνο τους ιεροσπουδαστές του, αλλά και τον κοσμάκη που συνέρρεε για να αποθέσει τον βαρύ κλοιό και φόρτο της αμαρτίας.
Ικανότατος στον ποιμαντικό διάλογο, αμέσως αποσπούσε την εμπιστοσύνη του εξομολογουμένου. Πρόσωπο με πρόσωπο ο πνευματικός πατέρας με τον πνευματικό υιό η την πνευματική θυγατέρα, μπορούσε με την δύναμη του Τελεταρχικού και ζωοποιού Πνεύματος και με την απάθεια της άσπιλης και αμόλυντης ψυχής του, να ανασπά από την άβυσσο το ναυαγημένο καράβι, όπως σοφότατα περιγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης. Μέσα στο κλίμα της εν Χριστώ θερμής και απλής αγάπης, μπορούσε μοναδικά να εκφρασθεί και ειλικρινά να εξαγορευθεί ο αμαρτωλός και φιλόστοργα να εμφυσήσει την Χάρη του Αγίου Πνεύματος και την άφεση ο χαρισματούχος πνευματικός Πατήρ.
Τέλος η αγαθή Πρόνοια του Θεού οικονόμησε έτσι τη ζωή του Αγίου Νεκταρίου, ώστε παραιτούμενος από την Ριζάρειο να αποσυρθεί στην Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος, να βοηθήσει αποφασιστικά στην οργάνωση του Κοινοβίου της μέχρι το 1920 οπότε και παρέδωσε νικηφόρα την αγία ψυχή του στον Κύριο.
Με μία τόσο πλούσια και εκλεκτή ποιμαντική προσφορά μάνιασε ο δαίμονας της συκοφαντίας. Άνθρωποι μικρόψυχοι, εξ ιδίων κρίνοντες τα αλλότρια, κολλημένοι σα στρείδια στα πάθη της ανηθικότητας, πρόβαλαν τον αβυσσαλέο ψυχικό ρύπο τους στο πρόσωπο του αγίου. Τους ήταν αδιανόητος ο παρθενικός τρόπος ζωής, ο τρόπος που ο νέος Αδάμ, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, εγκαινίασε με το παρθενικό πρόσωπό του στη νέα δική του δημιουργία, στην Εκκλησία του. Έπλασαν λοιπόν μύθους, από το βορβορώδες υλικό που τους χορήγησε ο μισόκαλλος και προσπάθησαν να σπιλώσουν, τον άσπιλο. Μαζί τους μπλέχθηκαν και κάποιοι άλλοι «εκκλησιαστικοί ταγοί» που σαν αφελείς και αδόκιμοι στην κατά Χριστό ζωή, παρασύρθηκαν στις δεινές συκοφαντίες.
Αρνητικό ήταν και το κοινωνικό-πολιτικό κλίμα της εποχής που μισούσε τα μοναστήρια, επηρεασμένο από βαυαρικό επιτελείο που είχε εγκατασταθεί στην Ελλάδα και προσπαθούσε να την «εκπολιτίσει». Δεν μπορούσαν με κανένα τρόπο να χωνέψουν πως ο Διευθυντής της Ριζαρείου καταντά στον καλογερικό τρόπο ζωής. Εβδομήντα δυό χρονών άνθρωπος πλέον ο Άγιος και συκοφαντείται άσχημα. «Ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται», λέγει ο προφήτης Ησαΐας για τον Κύριό μας. Τα ίδια συμβαίνουν και στον Άγιο.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, υποστηρίζουν ότι το αφορητότερο μαρτύριο για έναν αθώο είναι η συκοφαντία. Και την επιτρέπει ο Κύριος στους δικούς του για μείζονα τελείωση και ουράνια δόξα.
«Ωστόσο η χάρη πληθαίνει πάνω του και επαληθεύεται με τα ποικίλα θαύματα που τελούνται με τα αγιασμένα χέρια του και τις διάπυρες ευχές του. Ο ίδιος όμως σωματικά κάμπτεται. Μία χρόνια προστατίτιδα που είχε, επιδεινώνεται, για λίγο θεραπεύεται από την Παναγία την Χρυσολεόντισσα στην Αίγινα που προσκύνησε, αλλά και πάλι βάρυνε. Μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στο νοσοκομείο Αρεταίειο, σαν απλός μοναχός, έμεινε δυό μήνες και ενώ τον ετοίμαζαν οι γιατροί για εγχείρηση, παρέδωσε το πνεύμα του τη νύχτα στις 8 Νοεμβρίου 1920.
Ο Άγιος του αιώνα μας, όπως πετυχημένα τον απεκάλεσε ο λογοτέχνης Σώτος Χονδρόπουλος, στα τελευταία του ρίζωσε στην Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος σαν Ελαία κατάκαρπος και σαν το δένδρο το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων ο τον καρπόν αυτού δώσει.
Και έδωσε αναρρίθμητους καρπούς στην Εκκλησία και στο έθνος μας. Και από εκεί μεταπήδησε στη ζωή της Αγίας Τριάδος που τόσο είχε λαχταρήσει.
Κάποιοι ονομάζουν τον Άγιο Νεκτάριο, Χρυσόστομο του αιώνα μας, τόσο για την πολυσχιδή προσωπικότητά του, όσο και για το πλούσιο και πολύμορφο έργο του.
Δεν είναι καθόλου υπερβολικό να συμφωνήσουμε με αυτόν τον υψηλό χαρακτηρισμό και την εκλεκτή παρομοίωση, γιατί πράγματι ο Άγιος Νεκτάριος ολοκληρώθηκε σε μία καθολική προσωπικότητα. Μολονότι μοναχός αρχικά και ασκητής, με αυστηρούς περιορισμούς και μοναστικούς κανόνες, όμως τόσο πολύ διευθύνθηκε η προσωπικότητά του, ώστε να φθάσει στα μέτρα των Μεγάλων Αγίων και μάλιστα τα Χρυσοστομικά.
Ο Άγιος αφού έλυσε οριστικά το υπαρξιακό του πρόβλημα ανοίχθηκε με την σώζουσα χάρη του εν Τριάδι Θεού στον μεγάλο γάμο της Εκκλησίας. Ξεκινώντας από τον Μοναχισμό έφθασε στον τελικό προορισμό, Θεανθρώπινο προορισμό που είναι η ένωση με τον Θεό και την εν Χριστώ αδελφότητα.
Κατάκτησε χαρακτηριστικά και βίωσε τον μυστικό Γάμο της ψυχής του με την Εκκλησία του Χριστού, στην οποία και ολόψυχα και αφιερώθηκε.
Λειτουργός με φλόγα πύρινη, φιλοστοργικότατος και διακριτικότατος πνευματικός Πατήρ, υψιπέτης Θεολόγος, συγγραφέας όχι κοινός, Θεόπνευστος,ιεροκήρυκας, παιδαγωγός άριστος, θαυματουργός και εν ζωή και μετά θάνατον, κοινωνικός εργάτης και βαθύς και ακαταπόνητος. Καλλιεργητής ιερατικών κλήσεων και το κυριώτερο, θεόπτης του ακτίστου θαβωρίου φωτός, προσέφερε άπειρες ευεργεσίες στο Ορθόδοξο Νεοελληνικό έθνος μας. Δυνατό πρότυπο για όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς καθηγητές και ιεροσπουδαστές, τον τιμάμε, Αυτόν τον ένθεο θεράποντα του Χριστού και εξαιτούμεθα τις διάπυρες ευχές του προς τον Κύριο.
Για να δώσει προφητική και Τριαδική Ιερωσύνη κατ  εἰκόνα και ομοίωσιν του Αγίου Ιεράρχου, Λαό με φωτόμορφα και θεοφώτιστα τέκνα της ζωντανής Ελληνορθοδόξου Εκκλησίας.
Και το κυριώτερο, τη νέα γενιά παραλαμβάνουσα μετά φόβου Θεού και αγάπης, την ολοζώντανή μας Θεανθρώπινη παράδοση, με τις πανάγιες ευχές του εν αγίοις ενδόξου πατρός ημών Νεκταρίου επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού.
 
(Από ομιλία του π. Σαράντη Σαράντου στους Ιεροσπουδαστές της Ριζαρείου, 1989)