Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021

ΠΕΡΙ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓ ΠΑΛΑΜΑΣ

 


 

 Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ως ποιμένας, ως πατέρας στοργικός, ως οξυδερκής πνευματικός ηγέτης το 1347 ή το 1348 σε μία λιτανεία, σε μία δέηση, σε μία προσευχή, η οποία έγινε για την τότε ασυνήθη και γενική πληγή του θανάτου, για πανδημία, η οποία έπληξε την πατρίδα μας εκείνη την εποχή και κατά πάσα πιθανότητα την Λήμνο, όπου βρισκόταν τότε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εξεφώνησε μια σημαντική ομιλία, απηύθυνε λόγο καρδιάς στους αδελφούς του σε σχέση με την πανδημία και την διαχείριση της. Όχι ασφαλώς την υγειονομική διαχείριση, διότι αυτό ήταν, είναι και θα είναι αντικείμενο των ιατρών, των επιστημόνων, αλλά την πνευματική διαχείριση, το οποίο είναι αντικείμενο των ποιμένων, αλλά και όλων των χριστιανών.

          Και η ομιλία του αυτή, που θα ήθελα να την μελετήσουμε, έστω και εν συντομίᾳ, έχει να μας πει πολλά για την σημερινή εποχή, καθώς βρισκόμαστε εν μέσῳ πανδημίας.

          Ξεκινάει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς την ομιλία του με μία ομολογία. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να δούμε την αφετηρία του λόγου του και να σκεφτούμε τι κάνουμε εμείς οι σημερινοί χριστιανοί. Ξεκινούμε με την ίδια ομολογία ή πλάθουμε θεωρίες συνωμοσίας ή προσπαθούμε να αναζητήσουμε ευθύνες ή σχέδια πονηρά, δολιότητας, πονηρίας ή πανουργίας σε σκοτεινές δυνάμεις κοντά ή μακριά μας;

          Έρχεται να θέσει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ένα ερώτημα υπαρξιακό, πώς θα ακούσει την προσευχή μας ο Θεός, πώς θα εισακουσθούν τα αιτήματα μας. Και εν προκειμένῳ, ποια είναι τα αιτήματα; Η απαλλαγή από την πανδημία, η οποία έπληττε εκείνη την εποχή και η οποία πλήττει και σήμερα την δική μας εποχή. Πώς λοιπόν εμείς, οι οποίοι έχουμε εγκαταλείψει τις εντολές του Θεού, πώς θα μπορέσουμε να προσευχηθούμε και πώς θα μπορέσει να εισακουσθεί η προσευχή μας για την απαλλαγή της πανδημίας; Να φανταστείτε πόσο μακριά απέχουμε εμείς από αυτό το ήθος, πόσο απέχουν οι σημερινοί χριστιανοί, όπου κανένας δεν δέχεται να αναλάβει την προσωπική του ευθύνη, αλλά αντίθετα εύκολα μεταθέτουν τις ευθύνες κάπου αλλού και προσπαθούν μέσα από αυτή την πρακτική να κατοχυρώσουν τον θρησκευτικό τους εγωισμό, την θρησκευτική τους αυταρέσκεια.

          Και συνεχίζει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, επειδή μπορεί κάποιος να σκεφτεί «έχουμε κάνει εμείς τόσο μεγάλα αμαρτήματα; εμείς οι οποίοι είμαστε καλοί χριστιανοί, πηγαίνουμε στην Εκκλησία, νηστεύουμε, εξομολογούμεθα, κάνουμε πνευματική ζωή»; Και απαντά ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάλι καίρια, διεισδυτικά: όλοι έχουμε αμαρτήσει, άλλος λίγο, άλλος πολύ, όλα τα είδη της αμαρτίας, όλοι είμαστε αχρείοι, αυτό λέει το Ευαγγέλιο, αυτό που μας διδάσκει ο Χριστός, «ἀχρεῖοι δοῦλοι ἐσμέν». Αυτοί που λέμε ότι πιστεύουμε στο Ευαγγέλιο του Χριστού έχουμε την δύναμη να αναγνωρίσουμε, ότι είμαστε αχρείοι δούλοι, «ὅτι πάντες ἠνομήσαμεν, ὅτι πάντες ἡμαρτήσαμεν»; Και αναλύει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και φέρνει σειρά συγκεκριμένων παραδειγμάτων, ενδεικτικά τα απαριθμεί για να δείξει το μέγεθος της αποστροφής του Θεού και της απόστασης του ανθρώπου από τον Θεό. Δεν λέει ότι είμαστε «κατακεκριμένοι υπό του Θεού», αλλά ότι είμαστε «αυτοκατάκριτοι». Δεν είναι ο Θεός ο τιμωρός, που έρχεται να μας καταδικάσει, αλλά εμείς οι ίδιοι αυτοκαταδικάζουμε τον εαυτό μας. Εμείς οι ίδιοι με τις αποφάσεις μας και με τις επιλογές μας και με την στάση ζωής την οποία επιλέγουμε, καθορίζουμε την σχέση μας με τον Θεό και δυστυχώς επιλέγουμε μια σχέση απόστασης και όχι μια σχέση αγάπης και κοινωνίας.

          Και αναλύει για την μέθη. Μήπως εμείς οι άνθρωποι δεν μεθούμε; Και δεν μεθούν μονάχα όσοι μεθούν από το ποτό, όσοι είναι εξαρτημένοι από διάφορες ουσίες, αλλά και όσοι είμαστε εξαρτημένοι από οποιαδήποτε πάθη, από οποιεσδήποτε ηδονές, που μοιάζουμε μεθυσμένοι τελείως. Άλλωστε και πολλοί εκ των επιστημόνων δυστυχώς, μεθυσμένοι είναι κι αυτοί από την δήθεν επιστήμη τους και δυστυχώς αντί να παίρνουν ορθές αποφάσεις φάσκουν και αντιφάσκουν και οδηγούν σε απόγνωση και απελπισία και σε αδιέξοδα και «κάνουν οχτάρια» χωρίς να μπορούν να βρουν ποια είναι η σωστή διαχείριση, ακόμη και σε υγειονομικό επίπεδο της πανδημίας.

          Στη συνέχεια φέρνει παραδείγματα από την προϊστορία την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη ο Άγιος  Γρηγόριος ο Παλαμάς.

          Και ομιλεί στη συνέχεια για την πορνεία. Πόσα σπίτια δεν έχει καταστρέψει το κυνήγι της ηδονής! Πόσους ανθρώπους δεν τους έχει εξαθλιώσει το κυνήγι της ψεύτικης και απατηλής ηδονής και η ικανοποίηση της σάρκας!

          Και στη συνέχεια μιλάει για την μοιχεία. Βρισκόμαστε σε μια παραζάλη, όταν βλέπουμε διαλυμένα σπίτια, διαλυμένες οικογένειες. Πώς μια κοινωνία σε μια τέτοια κατάσταση μπορεί να διαχειριστεί τέτοιες πανδημίες και τέτοιες δυσκολίες;

          Και φέρνει το παράδειγμα της κλοπής, ενός άλλου μεγάλου πάθους, που ενδεχομένως να σκεφτεί ένας άνθρωπος «εγώ δεν πήγα σ’ ένα μαγαζί να κλέψω, ν’ αρπάξω κάτι». Αλλά η κλοπή δεν είναι μόνο το να πάρεις κάτι, κλοπή είναι η αδικία, κλοπή είναι να μη δίνεις σ’ αυτόν που χρωστάς, να μη πληρώνεις αυτόν που σου δουλεύει. Κλοπή είναι κάθε είδους φύσεως εξαπάτηση.

          Και λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς φέρνοντας αυτά τα χαρακτηριστικά παραδείγματα ότι είμαστε άξιοι πληγών. Μην απορούμε για την πανδημία, η οποία μας έχει βρει. Είναι πολύ μικρή μπροστά σ’ αυτά τα οποία έχουμε κάνει. Όχι ότι ο Θεός μας τιμωρεί για ό, τι έχουμε κάνει, αλλά είναι αποτέλεσμα των επιλογών μας. Για νουθεσία σας τα έχω γράψει όλα αυτά. Όλα αυτά σας τα λέω για να σας προφυλάξω, για να σας προειδοποιήσω, να καταλάβουμε ότι αν πέφτουμε σε αυτά τα αμαρτήματα και σε τέτοιες καταδίκες, τότε μόνοι μας καθ’ υποβάλλουμε τους εαυτούς μας σε πληγές, σε ταλαιπωρίες και στον θάνατο, τονίζει ο Ιερός Πατήρ της Εκκλησίας μας.

          Να, η απάντηση στο γιατί της πανδημίας του τότε και του σήμερα, για όλα αυτά και τα όμοιά τους παιδευόμαστε και θα παιδευόμαστε. Να η τραγωδία του ανθρώπου. Από την μία ποθούμε την λύση από αυτές τις επήρειες, τις ασθένειες. Από την άλλη όμως τα πταίσματα, τα οποία μας παιδεύουν, τα αυξάνουμε, δεν παύουμε επιτέλους την αμαρτία.

          Και θέλετε να σας δώσω ένα παράδειγμα μεγάλης αμαρτίας; Η πλεονεξία, η μεγαλύτερη αμαρτία. Και φέρνει παράδειγμα μέσα από την ίδια την πανδημία εκείνης της εποχής, που ήταν μία ίωση, ένας ιός στο αίμα, που δημιουργούσε υπεραιμία, αύξηση του αίματος, με αποτέλεσμα να οδηγεί τον άνθρωπο στον θάνατο, λόγῳ αυξημένου κυκλοφοριακού. Το αίμα επειδή υπάρχει σε πλεονεξία, ένα από τα στοιχεία του σώματος, βλέπετε ότι φέρνει τον θάνατο στους ασθενείς. Όπως η πλεονεξία του αίματος στο σώμα φέρνει τον θάνατο, έτσι και στην ψυχή η πλεονεξία φέρνει τον θάνατο και διώχνει και εγκαταλείπει την χάρη του Θεού από την ζωή μας.

          Αυτή είναι λοιπόν η πιο σοβαρή αιτία της παιδεύσεως και της ταλαιπωρίας μας. Και πράγματι αν δούμε την προ κορωνοϊού εποχή, προ της πανδημίας, μία λέξη χαρακτήριζε την εποχή μας, η πλεονεξία. Πλεονεξία στις σχέσεις μας, πλεονεξία στις απολαύσεις, πλεονεξία στα δικαιώματα, πλεονεξία στις διεκδικήσεις, πλεονεξία στον γάμο, στην οικογένεια, στην κατανάλωση, πλεονεξία παντού. Κανένας μας δεν αρκέστηκε στα αναγκαία, στα απαραίτητα, να δώσει προτεραιότητα στις πνευματικές σχέσεις, στις πνευματικές επαφές, στην αγάπη μεταξύ των ανθρώπων. Βλέπουμε ότι ακόμη και τώρα οι άνθρωποι μετρούν τις σχέσεις ανάλογα με το τι θα πάρουν. Πόσο έχουν δηλητηριαστεί οι σχέσεις μας από την πλεονεξία, η οποία είναι απόρροια του εγωισμού και της φιλαυτίας.

          Τι ωραία εικόνα που μας δίνει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς για το πώς να προσεγγίσουμε τις εικόνες, που βλέπουμε εμείς σήμερα στην τηλεόραση, με τις εντατικές γεμάτες, με τις μονάδες Covid γεμάτες, με τα ασθενοφόρα να πηγαινοέρχονται, με τα νεκροταφεία μας δυστυχώς γεμάτα. Λέει ο Άγιος Γρηγόριος στους αδερφούς του εκείνης της εποχής μας ότι επιτρέπει ο Θεός και οικονομεί να βλέπουμε με τα μάτια μας την εικόνα του θανάτου, τους ανθρώπους να πεθαίνουν γύρω μας, να πέφτουν κάτω νεκροί, ώστε δια της θέας του θανάτου «ἐναγόμεθα πρός μετάνοιαν καί μελέτην τῶν μετά θάνατον».

          Αυτό είναι το ερώτημα, βλέποντας αυτό τον θάνατο γύρω μας σε τι οδηγούμαστε; Σε τρομοκρατία, σε φόβο, σε πανικό, σε επιπολαιότητα από την άλλη μεριά, σε άρνηση, σε συνωμοσία;  Να οδηγηθούμε σε μετάνοια και σε μελέτη του θανάτου, σε μνήμη του θανάτου. Και αυτή θα είναι η μεγάλη ευλογία της πανδημίας. Γιατί η πανδημία είναι ευκαιρία για μετάνοια, είναι ευκαιρία προς μία αληθή φιλοσοφία, για να επαναξιολογήσουμε την ζωή μας και να ξαναδούμε τις προτεραιότητες μας.

          Γι’ αυτό και έτσι θα κλείσουμε από τον λόγο αυτό του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά με την πρόσκληση, την οποία μας απευθύνει. Από τώρα, από σήμερα να δούμε το μέγεθος, το πλήθος των αμαρτιών μας και να επιστρέψει ο καθένας μας. Αυτή είναι η πρόσκληση της πανδημίας, η επιστροφή στον Κύριο. Αυτό έχουμε ανάγκη να γιατρεύσουμε, λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «τήν ἡμετέραν κακίαν», διότι αυτή είναι η πιο σοβαρή πανδημία, αυτή είναι η πραγματική πανδημία, ο κορωνοϊός είναι το γέννημα της κακίας και της αμαρτίας. Πράγματι «χαλεπόν ὁ θάνατος», τον οποίο βιώνουμε, δεινό, απαίσιο, φρικτό θέαμα ο θάνατος, αλλά τι είναι ακόμη πιο φρικτό; Το να μην επιστρέψουμε πίσω στον Θεό από τις αμαρτίες μας. Αυτός είναι χειρότερος θάνατος, μας επισημαίνει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

          Και ολοκληρώνει λέγοντας μας ότι αν μετανοήσουμε, αν επιστρέψουμε στον Θεό έχουμε δύο μεγάλα κέρδη. Ένα που αφορά το τώρα κι ένα που αφορά τους αιώνας των αιώνων, την μέλλουσα ζωή. Ποιο είναι το νύν; Είναι ότι θα σταματήσει το θανατικό, θα σταματήσει αυτή η θλίψη. Αφετέρου «ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι τῆς ἀθανάτου ζωῆς ἐπιτύχημεν».  »

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2021

«ΟΡΙΑ ΠΑΤΕΡΩΝ ΜΕΤΕΘΗΚΑΣ;» (Μ. Βασίλειος – Ερμηνεία στον 61ο Ψαλμό)





 Τοῦ Ν. ΣΑΚΑΛΑΚΗ


    Ο Μ. Βασίλειος στην Ερμηνεία του 61ου Ψαλμού, για το στίχο «Ότι συ αποδώσεις εκάστω κατά τα έργα αυτού», εννοιολογεί τη διατύπωσή του ως εξής: «Έθλιψας τον αδελφόν; Εκδέχου το ίσον. Άρπασας τα των υποδεεστέρων; κατεκονδύλισας πένητας; κατήσχυνας εν λοιδορίαις; εσυκοφάντησας; κατεψεύσω; αλλοτρίοις επεβούλευσας γάμοις; επιώρκησας; όρια Πατέρων μετέθηκας; κτήμασιν ορφανών επήλθες; χήρας εξέθλιψας; την παρούσαν ηδονήν των εν επαγγελίαις αγαθών προετίμησας; Εκδέχου τούτων την αναμέτρησιν. Οία γαρ σπείρει έκαστος, τοιαύτα και θερίσει».

Συνοψίζει περιεκτικά την αμαρτία, ως θεοποιημένη θέληση του ανθρώπου, που εκτρέπει την ανθρώπινη ελευθερία από την θεολογική βάση της, που είναι οι εντολές-θέλημα του Αγίου Τριαδικού Θεού.

Διακρίνουμε βαθιές θεολογικές διευκρινήσεις στο βασικό πεδίο του προσωπικού αγώνα, που οφείλει να διαμορφώνει κάθε ορθόδοξος στα όρια της Εκκλησίας. Να τονίσουμε, ότι για το Μ. Βασίλειο και για όλους τους Πατέρες, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Εκκλησία του Χριστού και όχι μια «Ανατολική» έκφραση της Χριστιανικής πίστεως, όπως δέχεται σήμερα η παναίρεση του Οικουμενισμού. Επαναλαμβάνει την εντολή της Αγίας Γραφής: «Μη μέταιρε όρια αιώνια, α έθεντο οι Πατέρες σου» (Παροιμίες–Κβ, 28). Στην Ορθοδοξία όταν λέμε «Όρια Πατέρων», εννοούμε την εμπειρία του ορώντος τον Θεόν, την ανέκφραστη αυτή αλήθεια-εμπειρία της Θεώσεως, όπως συνέβη με τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος στον παράδεισο άκουσε άρρητα λόγια, που δεν μπορεί ανθρώπινη γλώσσα να τα διατυπώσει.


Η Πατερική λειτουργικότητα, παρουσία και διδασκαλία, οριοθετούν τον Ορθόδοξο χώρο χάρις στην μυστική ενέργεια και έλλαμψη του Αγίου Πνεύματος.

Στον 5ο Αναβαθμό του βαρέως ήχου διαβάζουμε: «Του καρπού της γαστρός οι άγιοι πνευματοκινήτως αναβλαστούσι πατρώα δόγματα υιοθεσίας».

Ο Άγιος Νικόδημος ερμηνεύει: «Οι άγιοι, λέγω, ούτοι οι υπό του Αγίου Πνεύματος κινούμενοι και λαμβάνοντες σπέρματα Θεία και πνευματικά εις την καρδίαν τους, αυτοί αναβλαστάνουσιν εξ εκείνων των πνευματικών σπερμάτων δόγματα, ήγουν θεωρίας υψηλάς και θεοπρεπείς υπολήψεις. Πατρώα δε λέγει τα δόγματα ταύτα, ήγουν Πνευματικά, όμοια με τον Θείον αυτών Πατέρα, ήτοι το Πνεύμα το Άγιον, το οποίον τους αναγέννησε δια του Αγίου Βαπτίσματος».

Ανάλογες θεολογικές θέσεις-ερμηνείες έχουμε και στον 9ο Αναβαθμό του δ΄ ήχου: «Αγίω Πνεύματι θεογνωσίας πλούτος, θεωρίας και σοφίας. Πάντα γαρ εν τούτω τα Πατρώα δόγματα, ο Λόγος εκκαλύπτει».

Με απλά λόγια, οι Πατέρες διαφύλαξαν ακέραια τη θεολογική παράδοση (όρια) της Εκκλησίας διδάσκοντας το πλήρωμα εν Πνεύματι Αγίω, όπως μας πληροφορούν και οι Αναβαθμοί της Ορθόδοξης υμνολογίας. Κάθε αλλοτρίωση της θεολογίας από την πατερική παράδοση, συνιστά «μετάθεση» των ορίων της πίστεως, προσβολή του Αγίου Πνεύματος, απώλεια σωτηρίας. «Αυτοί δε ηπείθησαν και παρώξυναν το Πνεύμα το άγιον αυτού, και εστράφη αυτοίς εις έχθραν· αυτός επολέμησεν αυτούς», προειδοποιεί ο προφήτης Ησαΐας (Ησ. ξγ΄,10).

Να τονίσουμε, ότι οι αποφάσεις της ψευδο-συνόδου της Κρήτης συνιστούν μετάθεση των ορίων της Εκκλησίας, που έθεσαν συνοδικά οι Θεοφόροι Πατέρες. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, όπως τονίζει ο Μ. Βασίλειος, τα οικουμενιστικά όρια αποτελούν παράβαση Θεϊκής εντολής, αντιλογία προς το Πνεύμα το Άγιον. Έξω από τα όρια της Ορθοδοξίας δεν υπάρχει η αλήθεια, δεν υπάρχει Πνευματική ζωή, δεν υπάρχει Εκκλησιαστική σωτηρία.

Η σημερινή μετα-πατερική ποιμαντική, που συνήθως αυτοσχεδιάζει μακριά από τις Εκκλησιολογικές και θεολογικές αρχές της Πατερικής θεολογίας, προωθεί για κύρια αγιαστική αυτοσυνειδησία την άσκηση και όχι την ορθή πίστη.

Η οικουμενιστική ποιμαντική διακοσμεί με σωτηριολογικά περιγράμματα την Εκκλησία, δημιουργώντας πλατύτερα αιρετικά στρώματα πίστεως, περιλαμβάνοντα και τις «ετερόδοξες» εκκλησίες.

Απέναντι στο μεγάλο και ιερό καθήκον για την υπεράσπιση της Ορθοδοξίας οι Ι. Μονές, οι χριστιανικές αδελφότητες, οι Ενοριακοί κύκλοι γραφής, οι Επίσκοποι, το επίσημο Άγιο Όρος και πολλοί γέροντες καθώς και το ορθόδοξο πλήρωμα, συνελήφθησαν χωρίς αγωνιστική συνείδηση, χωρίς πνευματική ετοιμότητα. Αρκούνται στην «φρόνιμη» αγιότητα και καθαρότητα ψυχής.

Ο Ι. Χρυσόστομος τους διαψεύδει: «Τα γαρ ορθά δόγματα περί Θεού λεγόμενα, αγιάζει την ψυχήν· ει δε λόγω φησιν αγιάζεσθαι μη θαυμάσης· και ότι περί δογμάτων, φησίν, επήγαγεν· ο λόγος ο σος αλήθεια εστίν» (Ομιλία πβ΄, στο κατά Ιωάννην). Όταν τα όρια της πίστεως, τα όρια των Πατέρων, τα Πατρώα δόγματα μετατεθούν, τότε δεν υπάρχει στα νέα όρια αγιασμός και σωτηρία. Γι’ αυτό και ο Μ. Βασίλειος στην Ερμηνεία του 61ου Ψαλμού ερωτά: «όρια Πατέρων μετέθηκας;» Η σιωπή μπροστά στην μετάθεση των Πατερικών ορίων σημαίνει: Μείξη Οικουμενισμού και Ορθοδοξίας, αυτοφυλάκιση στην αίρεση, απώλεια Αγίου Πνεύματος, περιφρόνηση των πατρώων Δογμάτων. Ο Οικουμενισμός «κατασκευάζει» νέα όρια, κλάδους σωτηρίας, με ανθρώπινες επινοήσεις-υποκειμενικότητες, όπως για παράδειγμα τη βαπτισματική θεολογία.

Ένας ορθόδοξος, που ασπάζεται την αίρεση του οικουμενισμού δεν σώζεται Εκκλησιαστικά, οδηγείται στην απώλεια.

Ένας αβάπτιστος δεν θα μπορέσει να εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού. Οι θέσεις του Χριστού είναι σαφείς:

«Εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος ου δύναται εισέλθειν εις την Βασιλείαν του Θεού» (Ιωάν. Γ΄,5), όπως και «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται» (Μαρκ. Ιστ,16).

Το βάπτισμα των Παπικών, Προτεσταντών, Αγγλικανών κ.λ.π. είναι εκτός των Αγιογραφικών και Πατερικών ορίων, εκτός Εκκλησίας, ως συνέχεια μιας αιρετικής επιλογής.

Στο γενικότερο θεολογικό-φιλοσοφικό ερώτημα: «ποια θεολογική σύνθεση θα καθορίσει την σωτηρία ενός ανθρώπου, που δεν γνώρισε την αληθινή πίστη;», η απάντηση περιγράφεται από τον ίδιο τον Κύριο, που γνωρίζει τη λειτουργία όλων των συνειδήσεων στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Το πέρασμα από το παρελθόν στο παρόν και στην κρίση, δεν είναι πρόβλημα για το Χριστό, ως Θεό αληθινό.

Για παράδειγμα, οι κρίσεις του Χριστού για τους κατοίκους Τύρου, Σιδώνος και Σοδόμων (Ματθ. ια΄, 20-29) δεν αποτελούν ρητορικό σχήμα.

Η μετάνοια των πόλεων αυτών, σε σχήμα εμπειρικό-υπερβατολογικό, είναι δεδομένη για τον Κύριο, έστω και αν δεν υπάρχουν ως παρόντες οι κάτοικοί τους.

Ο Κύριος έβλεπε ξεκάθαρα, με Θεϊκή αναστροφή στο παρελθόν, ποια θα ήταν η συνειδησιακή αντίδρασή τους στο κήρυγμα του Ευαγγελίου, στο κήρυγμα της μετανοίας.

Έβλεπε ο Κύριος, ως Θεός, ότι στην ανάλυση του Ευαγγελίου σε θεωρητικό επίπεδο και σε εμπειρική-θαυματουργική διάσταση, οι κάτοικοι των πόλεων αυτών θα προχωρούσαν σε ρήξη με την αμαρτία με αυστηρή οργάνωση και καταμερισμό της μετάνοιας στη ζωή τους.

Στην περίπτωση αυτή, οι κάτοικοι των Σοδόμων, Τύρου και Σιδώνος, συνειδησιακά είχαν επαναφορά-τοποθέτηση στα όρια της Παλαιάς Διαθήκης και στα νέα όρια της Καινής Διαθήκης, στα όρια των Πατέρων δηλαδή.

Από εκεί και πέρα η μορφή σωτηρίας τους δεν διερευνάται, πλέον, ανθρωπίνως.

Η παντοδυναμία, η σοφία και η κρίση του Θεού, δεν γνωρίζουν εμπόδια (Αποκ. Κβ΄, 12-13).

Σήμερα, οι σεβαστοί Ορθόδοξοι Πατέρες που εφαρμόζουν γενναία τον 15ο Κανόνα, υπερασπίζονται τα όρια των Πατέρων.

Οι θέσεις τους βρίσκονται αναπτυγμένες στην Αγία Γραφή, στην πατερική διδασκαλία, στους Ιερούς Κανόνες και στην υμνολογία της Εκκλησίας.

Θα καταχωρηθούν στην Ιερή μνήμη της Ορθοδοξίας ως φυλάσσοντες τα «όρια των Πατέρων», τα Πατρώα Δόγματα, σε καιρό μεγάλης (οικουμενιστικής) αποστασίας.


ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ


ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ


ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ:

https://paterikiparadosi.blogspot.gr/2017/08/blog-post_26.html


Αναρτήθηκε από Σάλπισμα Ζωής στις 6:17 μ.μ. 

Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, Όχι «πρωτείο εξουσίας», αλλά «πρωτείον αληθείας»




ΟΧΙ «ΠΡΩΤΕΙΟΝ ΕΞΟΥΣΙΑΣ», ΑΛΛΑ «ΠΡΩΤΕΙΟΝ ΑΛΗΘΕΙΑΣ»

Λεζάντα: Την Α´ Οικουμενικήν Σύνοδον κατηύθυναν δύο Άγιοι Επίσκοποι ασημάντων πόλεων! Η Γ´ Οικουμενική ανεθεμάτισε τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως ως αιρετικόν. Μόνος «θεσμός» η Εκκλησία, όχι τα Πατριαρχεία, και «σεπτόν κέντρον» μόνον η αγιότης.

 Γράφει ο πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός


Αφορμή για τις παρακάτω σκέψεις μου έδωσε ο εκλεκτός Συνάδελφος και παλαιός φίλος, κ. Παναγιώτης Μπούμης, Ομότιμος Καθηγητής, σε όσα έγραψε πρόσφατα, με τη γνώση και σοφία του ως έγκριτος κανονολόγος, στην Εφημερίδα «Χριστιανική» (13.12.2018, σ. 5). Πρόκειται για άρθρο του με τον τίτλο: «Βασικές κανονικές αρχές επιλύσεως του ουκρανικού ζητήματος». Σ’ αυτό, μνημονεύει το σπουδαίο βιβλίο του μακαριστού Μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου: «Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία», (Θεσσαλονίκη 1972), στο οποίο προσδιορίζεται «η προεξάρχουσα θέσις της Εκκλησίας Κων/λεως μεταξύ των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων (Εκκλησιών)», που όμως δεν έχει την μορφή ενός «ανατολικού παπισμού», διότι είναι «οικουμενική αποστολή … ως κανονική εξουσία (π. ΓΔΜ: απορρέουσα δηλαδή από τους ιερούς Κανόνες) εν τη εννοία της εν αδελφική συλλογικότητι εκφραζομένης διακονίας». Κλείνει δε ο Μητροπολίτης του Οικουμενικού θρόνου με τις παρακάτω επισημάνσεις:

«Η θέσις του Κωνσταντινουπόλεως –λέγει- ουδαμώς δύναται να συγκριθή προς την του πάπα Ρώμης και η διδασκαλία περί των πρεσβείων και προνομίων του θρόνου αυτού δεν πρέπει να ταυτίζηται, εν ουδεμία περιπτώσει, προς την θεωρίαν του παπισμού, δίκην επιδιωκομένου η προβαλλομένου νέο-παπισμού εν τη Ορθοδόξω Ανατολή (351). Ο επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, συνεχίζει, έχει εξουσίαν, ουχί ως episcopus ecclesiae universalis, αλλ’ ως Οικουμενικός Πατριάρχης…, ως πρεσβυγενής και κυριώτερος ηγέτης εν τη Ανατολή και ουχί ως απεριόριστος διοικητικός ηγέτης και αλάθητος κριτής εις ζητήματα πίστεως της εκκλησίας». Και αυτό πάντοτε στο πλαίσιο «της συνοδικότητος και της συλλογικότητος…, ένθεν δε της αρχής της μη αναμίξεως εις τας εσωτερικάς υποθέσεις των άλλων Εκκλησιών» (σ. 351). Κατά τον σοφό, λοιπόν, Ιεράρχη δεν πρέπει να χάνεται η αναγκαία ισορροπία μεταξύ «πρεσβείων τιμής» και κανονικά (βάσει των ιερών κανόνων) προσδιοριζόμενης και επιβαλλόμενης συλλογικότητας.

Και συνεχίζει ο Άγιος Σάρδεων: Ο Κωνσταντινουπόλεως, «ως πρώτος και κύριος εκπρόσωπος εν τη σειρά πάντων των λοιπών πατριαρχών της Ορθοδόξου Ανατολής» δεν έχει μόνο τα «πρεσβεία τιμής» (π. Γ.Δ.Μ: κατά τον κανόνα 3 της Β καί τον 28ο της Δ Οἰκουμενικῆς Συνόδου), «αλλά και τα πραγματικής εκκλησιαστικής εξουσίας …επί γενικωτέρων όμως εκκλησιαστικών ζητημάτων και εν τη κοινή πάντοτε μετά των λοιπών πατριαρχών συνεργασία» (σ. 352). Γι’ αυτό η «εξουσία» του Οικουμενικού Θρόνου (πρέπει να) είναι πάντα συνδεδεμένη με την «διακονία». Έτσι καταλήγει ο μακαριστός Μητροπολίτης Σάρδεων Μάξιμος, τον Οποίον είχα την χαρά και τιμή να γνωρίσω προσωπικώς κατά μίαν επίσκεψή μου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Πόλη και, όπως διεπίστωσα, κατά την συζήτησή μας, ήταν ένας εκ των ορθοδοξοτέρων Ιεραρχών του Οικουμενικού μας Θρόνου.

Ποιές όμως πρακτικές συνέπειες έχουν όλα αυτά στις ενδοορθόδοξες και διορθόδοξες σχέσεις;

Την «εξουσία» του ο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως δεν αντλεί από την προσωπική του υπεροχικότητα, αλλά από την Πόλη, στην οποία βρίσκεται ο θρόνος του. Έτσι ο Πατριάρχης (δηλαδή επίσκοπος) της Νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως έχει από την εποχή της Γ καί Δ Οἰκουμενικῆς Συνόδου τα «πρεσβεία τιμής» (ο λόγος δεν είναι για «πρωτείο εξουσίας», όπως στη Δύση μετά το Σχίσμα), επειδή είναι επίσκοπος της πρωτεύουσας του Κράτους. Γι’ αυτό είναι «πρώτος τη τάξει» στην κλίμακα των άλλων Πατριαρχών και Αυτοκεφάλων Αρχιεπισκόπων, στη σύναξη των οποίων προεδρεύει. Ανάλογα ισχύουν και στην περίπτωση του Αρχιεπισκόπου μιας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, ο οποίος είναι Πρόεδρος της Συνόδου της, επειδή είναι επίσκοπος της Πρωτεύουσας και όχι λόγω των υπεροχικών του προσόντων (π.χ. επιστημονικών τίτλων).

Σε τελευταία ανάλυση αυτό που βαρύνει στη δικαιοδοσία ενός (Αρχι)επισκόπου, δεν είναι κάποιο «πρωτείο εξουσίας, που διεκδικούμενο αποδεικνύει εσωτερική πτώση και εφάμαρτη φιλαρχία, αλλά το «πρωτείον αληθείας», που συνδέεται με την ορθοδοξία του φρονήματος του επισκόπου (αλλά και κάθε κληρικού), με την πιστότητά του δηλαδή στην αποστολικοπατερική παράδοση.

Με αυτή την προϋπόθεση «πρωτείο αληθείας» στην Α Οἰκουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.) είχαν οι ταπεινοί Άγιοι Σπυρίδων και Νικόλαος, που ήσαν επίσκοποι μικρών πόλεων. Αλλά και στην Γ Οἰκουμενική Σύνοδο (Έφεσος, 431) το «πρωτείον αληθείας» δεν είχε ο αιρετικός αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος, αλλά πολλοί ορθόδοξοι κληρικοί και μοναχοί, ως και λαϊκοί, και κυρίως ο αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος.

Μέγας και Πρώτος στην Ορθοδοξία είναι εκείνος, που μένει πιστός στην Ορθοδοξία των Οικουμενικών Συνόδων και όλων των Αγίων, πέρα από κατασκευασμένες «μεταπατερικές θεολογίες» και μεταφυσικά εφευρήματα αφώτιστης διανόησης, που τολμούν όμως να εμφανίζονται ως συνέχεια της πατερικής θεολογίας και παραδόσεως, ενώ συνιστούν κατάφωρη άρνησή της.

Αυτό το «πρωτείο» γνωρίζει η αποστολικοπατερική Ορθοδοξία και σ’ αυτό το «πρωτείο», θα μένουν πιστοί οι Ορθόδοξοι. Διότι όπου και όταν υπάρχει το «πρωτείον αληθείας», τότε και τα «πρεσβεία τιμής» -κανονικά καταξιωμένα και απαράβατα στην Ορθοδοξία- γίνονται από κληρικούς και λαϊκούς, με ορθόδοξο φρόνημα, σεβαστά και αστασίαστα. Αντίθετα, η ανυπακοή στους οιουσδήποτε «πρωτειομανείς» (κατά τον αγαπητό μου κ. Γεώργιο Καραλή) είναι για τους πιστούς Ορθοδόξους καθήκον ιερό και απαράβατο.

 

ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: http://aktines.blogspot.com/2019/01/blog-post_40.html#more

Αναρτήθηκε από Σάλπισμα Ζωής στις 10:14 μ.μ. 

Ανθολόγιον περί της αξίας των θείων και Ιερών Κανόνων π. Φώτιος Βεζύνιας



ΣΧΟΛΙΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ: Απάντηση εις όσους προσπαθούν αγωνιωδώς..... να μας πείσουν περί του αντιθέτου.


   Τὸ παρακάτω ἀνθολόγιο ἀποτελεῖται ἀπὸ ἱεροὺς Κανόνες καὶ ἀποσπάσματα πρακτικῶν ἱερῶν Συνόδων, Τοπικῶν καὶ Οἰκουμενικῶν, ἀπὸ ἱερόσοφες γνῶμες Ἁγίων Πατέρων καὶ κανονολόγων τοῦ Βυζαντίου καὶ βυζαντινοὺς βασιλικοὺς νόμους, ὅλα σχετικῶς μὲ τὸ ἀπαράμιλλο κῦρος καὶ τὸ “ἀπαραχάρακτον καὶ ἀναλλοίωτον” τῶν ἱερῶν Κανόνων. Στὸ μεγαλύτερο μέρος του βασίζεται στὴ συλλογὴ τέτοιων γνωμῶν ποὺ ἐνσωμάτωσε ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ «Πηδαλίου» του, ἀλλὰ προσθέσαμε καὶ ἄλλες ἐντοπίζοντας, ὅπου χρειάστηκε, καὶ τὴν πηγή τους , πρὸς βιβλιογραφικὴ χρήση. 

Τὸ ὕψος τῶν ἱερῶν Κανόνων, τὸ ὁποῖο παλαιότερες Πανορθόδοξοι Σύνοδοι ἀνήγαγαν στὴν ἰσοτιμία μὲ τὴν Ἁγία Γραφή, σήμερα βρίσκεται ὑπό, ἔμπρακτη περισσότερο, ἀμφισβήτηση· κι ὅμως, ἡ ὀρθόδοξη συνείδηση καὶ κατ’ ἐξοχὴν ἡ ἱερόσοφη ὁμοφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἠχείων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πάντοτε θωρεῖ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες τοὺς συντεταγμένους ἢ ἐγκεκριμένους ἀπὸ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὡς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἴσης θεοπνευστίας μὲ τοὺς δογματικοὺς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ λοιπὸν ἀπαρασάλευτου περιεχομένου καὶ κύρους, ὥστε ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης νὰ τονίζει ὅτι εἶναι μόνον κατὰ τὸ ἥμισυ Ὀρθόδοξος ὅποιος δὲν ζεῖ συμφώνως μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες. Ἔτσι, οἱ ἱεροὶ Κανόνες εἶναι τὸ κριτήριο ὀρθότητος καὶ φάρμακο θεραπείας, ὄχι μόνον τοῦ βίου τῶν ἁπλῶν πιστῶν καὶ τοῦ Κλήρου, ἀλλὰ καὶ ὁ γνώμων ἐκκλησιαστικοῦ κύρους ἐνεργειῶν καὶ ἀποφάσεων ἀκόμη καὶ τῶν Συνόδων καὶ τῶν Πατριαρχῶν, συνόλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.

 

Α.  Ἐκ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων) 

Κανόνες Τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων (ἐν τῷ ἐπιλόγῳ τῶν Ἀποστολικῶν Κανόνων)

Les constitutions apostoliques, τόμ. 3, ἐκδίδει Metzger, Cerf - Paris 1987, σελ. 310

«Ταῦτα περὶ Κανόνων διατετάχθω ὑμῖν παρ’ ἡμῶν, ὦ Ἐπίσκοποι. Ὑμεῖς δὲ ἐμμένοντες αὐτοῖς σωθήσεσθε καὶ εἰρήνην ἕξετε, ἀπειθοῦντες δὲ κολασθήσεσθε καὶ πόλεμον μετ’ ἀλλήλων ἀίδιον ἕξετε, δίκην τῆς ἀνηκοΐας τὴν προσήκουσαν τιννῦντες».



Τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Κανὼν η΄

«Πρᾶγμα παρὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμοὺς καὶ τοὺς Κανόνας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καινοτομούμενον, καὶ τῆς πάντων ἐλευθερίας ἁπτόμενον προσήγγειλεν ὁ θεοφιλέστατος συνεπίσκοπος Ῥηγῖνος […] ἵνα μὴ τῶν Πατέρων οἱ Κανόνες παραβαίνωνται μηδὲ ἐν ἱερουργίας προσχήματι ἐξουσίας τύφος κοσμικῆς παρεισδύηται, μηδὲ λάθωμεν τὴν ἐλευθερίαν κατὰ μικρὸν ἀπολέσαντες, ἣν ἡμῖν ἐδωρήσατο τῷ ἰδίῳ αἵματι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ πάντων ἐλευθερωτής […] Εἰ δέ τις μαχόμενον τύπον τοῖς νῦν ὡρισμένοις προσκομίσοι, ἄκυρον τοῦτον εἶναι ἔδοξε τῇ ἁγίᾳ πάσῃ καὶ Οἰκουμενικῇ Συνόδῳ».


Τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Κανὼν α΄

«Τοὺς παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων καθ’ ἑκάστην Σύνοδον ἄχρι τοῦ νῦν ἐκτεθέντας Κανόνας κρατεῖν ἐδικαιώσαμεν».

Ἐκ τῶν Πρακτικῶν τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Πρᾶξις Δ΄, ACO 2,1,3,105.109.110

«Οἱ ἐνδοξότατοι ἄρχοντες εἶπον· Τῷ θειοτάτῳ τῆς Οἰκουμένης Δεσπότῃ [Αὐτοκράτορι Μαρκιανῷ] ἤρεσε μὴ κατὰ θεῖα γράμματα ἢ πραγματικοὺς τύπους τὰ τῶν ὁσιωτάτων ἐπισκόπων προβαίνειν, ἀλλὰ κατὰ τοὺς Κανόνας τοὺς παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων νομοθετηθέντας. [...] Ἡ ἁγία Σύνοδος εἶπε. Κατὰ τῶν Κανόνων πραγματικὸν μηδὲν ἰσχύσει. Οἱ Κανόνες τῶν Πατέρων κρατείτωσαν» [...] «Δεόμεθα, ὤστε ἀργῆσαι ἀναντιῤῥήτως τὰ ἐπὶ βλάβῃ τῶν Κανόνων πραγματικά, πραχθέντα τισὶν ἐν πάσῃ ἐπαρχίᾳ· κρατῆσαι δὲ τοὺς Κανόνας διὰ πάντων [...] πάντες τὰ αὐτὰ λέγομεν. Ὅλα τὰ πραγματικὰ ἀργήσει. Οἱ Κανόνες κρατείτωσαν [...] Κατὰ τὴν ψῆφον τῆς ἁγίας Συνόδου καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις ἐπαρχίαις ἁπάσαις τὰ τῶν κανόνων κρατείτω».


(“Πραγματικὰ” καὶ “πραγματικοὶ τύποι” εἶναι τὰ βασιλικὰ προστάγματα. Βλ. ἑρμηνεία Βαλσαμῶνος εἰς τὸν ιβ΄ Κανόνα τῆς Δ΄, ἐν Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Β ΄, ἐκ τῆς Τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 247.


Ἐκ τῶν Πρακτικῶν τῆς Ε΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Ἴσον ἐπιστολῆς ἀντιγραφείσης παρὰ τοῦ εὐσεβεστάτου, καὶ χριστιανικωτάτου Βασιλέως Ἰουστινιανοῦ πρός τινας γράψαντας καὶ ἐκδικήσαντας Θεόδωρον τὸν δυσσεβῆ, καὶ τὰ πονηρὰ αὐτοῦ δόγματα (…) Mansi 9, 644 A.B.

«Ἀποδείξαντες δέ, ὅτι ἐν τοῖς προλαβοῦσι χρόνοις ὡρίσθη παρὰ τῶν ἁγίων πατέρων καὶ μετὰ θάνατον ἀναθεματίζεσθαι τοὺς εἴτε εἰς πίστιν, εἴτε εἰς κανόνας ἁμαρτήσαντας, ἀναγκαῖον εἶναι συνείδομεν καὶ τὰ ἐν τοῖς ἡμετέροις χρόνοις γενόμενα πᾶσι δῆλα καταστῆσαι πρὸς ἀναίρεσιν πάσης ἀφορμῆς τῶν τοὺς προφανεῖς αἱρετικοὺς, καὶ τὴν τούτων ἀσέβειαν ἐκδικούντων».


Τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Κανὼν β΄

«Ἔδοξε δὲ καὶ τοῦτο τῇ ἁγίᾳ ταύτῃ Συνόδῳ, κάλλιστά τε καὶ σπουδαιότατα, ὥστε μένειν καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν βεβαίους καὶ ἀσφαλεῖς πρὸς ψυχῶν θεραπείαν καὶ ἰατρείαν παθῶν τοὺς ὑπὸ τῶν πρὸ ἡμῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων δεχθέντας καὶ κυρωθέντας, ἀλλὰ μὴν καὶ παραδοθέντας ἡμῖν, ὀνόματι τῶν ἁγίων καὶ ἐνδόξων Ἀποστόλων πε΄ Κανόνας […] Ἐπισφραγίζομεν δὲ καὶ τοὺς λοιποὺς πάντας ἱεροὺς Κανόνας τοὺς ὑπὸ τῶν ἁγίων καὶ μακαρίων Πατέρων ἡμῶν ἐκτεθέντας [τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων κατ’ ὄνομα καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων] …  καὶ μηδενὶ ἐξεῖναι τοὺς προδηλωθέντας παραχαράττειν Κανόνας ἢ ἀθετεῖν ἢ ἑτέρους παρὰ τοὺς προκειμένους παραδέχεσθαι Κανόνας ψευδεπιγράφως ὑπό τινων συντεθέντας τῶν τὴν ἀλήθειαν καπηλεύειν ἐπιχειρησάντων. Εἰ δέ τις ἁλῶ Κανόνα τινὰ τῶν εἰρημένων καινοτομῶν ἢ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατὰ τὸν τοιοῦτον Κανόνα, ὡς αὐτὸς διαγορεύει τὴν ἐπιτιμίαν δεχόμενος, καὶ δι΄ αὐτοῦ, ἐν ᾧπερ πταίει, θεραπευόμενος».


Τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Κανὼν α΄

«Τοῖς τὴν ἱερατικὴν λαχοῦσιν ἀξίαν, μαρτύριά τε καὶ κατορθώματα αἰ τῶν κανονικῶν διατάξεών εἰσιν ὑποτυπώσεις, ἃς ἀσμένως δεχόμενοι μετὰ τοῦ θεοφάντορος Δαβὶδ ᾄδομεν  πρὸς τὸν δεσπότην Θεὸν λέγοντες «ἐν τῇ ὁδῷ τῶν μαρτυρίων σου ἐτέρφθην ὡς ἐπὶ παντὶ πλούτῳ καὶ ἐνετείλω δικαιοσύνην τὰ μαρτύριά σου εἰς τὸν αἰῶνα, συνέτισόν με καὶ ζήσομαι» […] Τούτων οὖν οὕτως ὄντων καὶ διαμαρτυρομένων, ἀγαλλόμενοι ἐπ’ αὐτοῖς, ὡς εἴ τις εὕροι σκῦλα πολλά, ἀσπασίως τοὺς θείους κανόνας ἐνστερνιζόμεθα, καὶ ὁλόκληρον τὴν αὐτῶν διαταγὴν καὶ ἀσάλευτον κρατύνομεν, τῶν ἐκτεθέντων ὑπὸ τῶν σαλπίγγων τοῦ Πνεύματος πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν τε ἕξ ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ τῶν τοπικῶς συναθροισθεισῶν ἐπὶ ἐκδόσει τοιούτων διαταγμάτων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν· ἐξ ἑνὸς γὰρ ἅπαντες καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος αὐγασθέντες, ὥρισαν τὰ συμφέροντα· καὶ οὓς μὲν τῷ ἀναθέματι παραπέμπουσι, καὶ ἡμεῖς ἀναθεματίζομεν, οὓς δὲ τῇ καθαιρέσει, καὶ ἡμεῖς καθαιροῦμεν, οὓς δὲ τῷ ἀφορισμῷ, καὶ ἡμεῖς ἀφορίζομεν, οὓς δὲ ἐπιτιμίῳ παραδιδόασι, καὶ ἡμεῖς ὡσαύτως ὑποβάλλομεν».

 

Β. Ἐξ ἄλλων ἐγκρίτων Συνόδων


Σύνοδος ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει τοῦ ἔτους 920

ἐπὶ Ἁγίου Νικολάου Α΄ ΚΠόλεως τοῦ Μυστικοῦ («Τόμος Ἑνώσεως»)

Ἔκθεσις ἤτοι ἀνάμνησις τῆς γενομένης τῆς Ἐκκλησίας ἑνώσεως ἐπὶ Κωνσταντίνου καὶ Ρωμανοῦ, τοῦ μὲν βασιλεύοντος, τοῦ δὲ τὸ τηνικαῦτα τῷ τοῦ βασιλεοπάτορος ἀξιώματι διαπρέποντος, ἐν Nicholas I, Patriarch of Constantinople, Miscellaneous Writings, ἐκδίδει L.G. Westerink, Corpus Fontium Historiae Byzantinae, Series Washingtonensis 20, ἐκδ. Dumbarton Oaks, Washington D.C. 1981, σελ. 83.


«Τοῖς ἐν καταφρονήσει τιθεμένοις τοὺς ἱεροὺς καὶ θείους Κανόνας τῶν ἱερῶν Πατέρων ἡμῶν, οἳ καὶ τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν ὑπερείδουσι καὶ ὅλην τὴν χριστιανικὴν πολιτείαν κοσμοῦντες πρὸς θείαν ὁδηγοῦσιν εὐλάβειαν, ἀνάθεμα».

Ἀποκρίσεις τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τοὺς Ἀγγλικανοὺς Ἀνωμότας (1716/1725), Ἀπόκρισις α΄[τῶν τρίτων], ἐν Πρωτοπρ. ΙΩ. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Β΄, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2009[4], σελ. 413-415.

«Οὐ γὰρ ἀνεχόμεθα τὰ καλῶς καὶ δικαίως καὶ ὡς ἔδοξε τῷ ἁγίῳ Πνεύματι διορισθέντα καὶ νομοθετηθέντα καὶ κανονισθέντα ὑπὸ πνευματοφόρων καὶ ἁγίων ἀνδρῶν συνοδικῶς καὶ συμψήφως ἢ ἀθετῆσαι ἢ ἀλλοιῶσαι ἢ ἀποβάλλεσθαι, καὶ ἕτερα ἀντινομοθετῆσαι γεννήματα τῆς καρδίας ἡμῶν, καὶ οὐ κατ’ ἐπίπνοιαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ ταῦτα μὴ ταῖς θείαις Γραφαῖς ἀντικείμενα ὄντα, μᾶλλον δὲ καὶ συνάδοντα. Τοὺς γὰρ τῶν προγεγενημένων ἱερῶν καὶ ἁγίων ἑπτὰ Συνόδων καὶ τῶν τοπικῶν, τῶν ἐν τῇ Ἀνατολῇ δηλονότι συγκεκροτημένων (ἀπὸ τῶν χρόνων τῶν Ἀποστόλων μέχρι τοῦ χρόνου καθ΄ ὃν ἐβασίλευσεν ἐν Κων/λει Βασίλειος ὁ Πορφυρογέννητος), θεσμοὺς καὶ κανόνας, ὡς αὐτὰ τὰ ἅγια εὐαγγέλια δεχόμεθα, κατὰ τὸν β΄ τῆς ς΄ ἁγίας καὶ οἰκουμενικῆς Συνόδου κανόνα, καὶ τὴν γ΄διάταξιν τοῦ β΄ τίτλου τῶν Νεαρῶν, ἐν  ᾗ εὑρίσκομεν, ὅτι δεῖ τοὺς κανόνας τῶν ἑπτὰ Συνόδων καὶ τὰ δόγματα κρατεῖν ὡς τάς θείας Γραφάς. Αὕτη ἐστὶν ρλα΄ νεαρά Ἰουστινιάνειος, κειμένη ἐν βιβλίῳ ε΄τῶν Βασιλικῶν, τίτλῳ β΄ διατάξει ιβ΄, ὅτι οἱ τοῖς κανόσιν ἐναντιούμενοι πνευματικοὶ [μᾶλλον: πραγματικοὶ] τύποι ἄκυροί εἰσι. Δῆλον δὲ καὶ διατί τοὺς τῶν ἱερῶν Συνόδων κανόνας ὡς τὰς θείας δεχόμεθα Γραφάς, ὅτι θεοφόρων ἀνδρῶν θεσμοί εἰσιν, οὓς ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὡς καὶ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Προφήτας, οὕτω καὶ τοὺς διδασκάλους, καθὼς ὁ θεῖος Ἀπόστολος  διδάσκει (Α΄ Κορ. 12, 28), οἳ καὶ θείῳ Πνεύματι ἐμπνευσθέντες ἐθέσπισαν τοὺς τοιούτους κανόνας, ἵν’ ἔχωμεν αὐτοὺς ὡς λύχνους φαίνοντας ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ (Β΄ Πέτρου 1, 19), καθὰ καὶ τὰς θείας Γραφάς. Τὸ γὰρ διὰ τῶν Ἀποστόλων, ὡς προείρηται, λαλῆσαν ἅγιον Πνεῦμα, τὸ αὐτὸ καὶ διὰ τῶν θεοφόρων Πατέρων λελάληκε, καὶ οὐχ ἕτερον. Τοῦτο, ὅ φαμεν, καὶ αὐτὸς ὁ Κύριος ἀπεφήνατο εἰπών· «ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ» (Λουκ. 10, 16), καὶ τὰ ἑξῆς. Τίνι οὖν λόγῳ τολμήσωμεν ἡμεῖς αὐθαδῶς καὶ ἀνυποστόλως ἀθετῆσαι καὶ αὐτὴν τὴν πολλοστὴν τῶν θείων Πατέρων διάταξιν καὶ θεσμοθεσίαν, καὶ ταῦτα μὴ ταῖς θείαις Γραφαῖς ἀντιφθεγγομένην, καὶ μάλιστα τῶν ὅσα περὶ θείων δογμάτων ἀπεφάνθησάν τε καὶ ὁμοφώνως ἐκυρώθησαν; Εἰ δὲ τίς ποτε συγκατάβασις καὶ οἰκονομία ἐγένετο, ἴσως ἐν ὅσοις τρόπῳ συμβουλῆς περὶ ἤθη καὶ τάξεις καὶ συνηθείας μακρὰς ᾠκονομήθη, ἀλλ’ οὐκ ἐν ὅσοις περὶ πίστεως καὶ δογμάτων ὁ λόγος [...] Οὐ γὰρ ἔχει τις ἄδειαν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ποιεῖν , ὅπερ ἂν αὐτῷ δόξαι, ἀλλὰ μετὰ συνοδικῆς συνδιασκέψεως ἡ περὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑποθέσεων κρίσις τε καὶ ἀπόφασις γίνεται, ὡσαύτως καὶ συγκατάβασις ἢ καὶ οἰκονομία, εἰ τούτων γένηται χρεία τις ἀναγκαία. Ἐν γὰρ τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτὲ οἰκονομία ἢ συγκατάβασις· ταῦτα γὰρ ἀσάλευτά εἰσι, καὶ ὑπὸ πάντων τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἀπαράβατα ἐν πάσῃ εὐλαβείᾳ διαφυλάττονται· καὶ ὁ μικρόν τι τούτων παραβαίνων, ὡς σχισματικὸς καὶ αἱρετικὸς κατακρίνεται καὶ ἀναθεματίζεται, καὶ ἀκοινώνητος παρὰ πᾶσι λογίζεται» .


Ἀποκρίσεις τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τοὺς Ἀγγλικανοὺς Ἀνωμότας (1716/1725), Ἀπόκρισις 2α΄, ἐν Πρωτοπρ. ΙΩ. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Β΄, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2009[4], σελ. 430.

«... τὰ καθ’ ἡμᾶς δόγματα καὶ τὸ φρόνημα τῆς ἡμετέρας Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας πάλαι μὲν ἐξητάσθησαν, ὀρθῶς τε καὶ εὐσεβῶς διωρίσθησαν καὶ διετάχθησαν παρὰ τῶν ἁγίων καὶ οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ μήτε προσθεῖναι τούτοις ἕτερόν τι ἔξεστιν, οὔτε τι ὅλως ἀφαιρῆσαι ἐκ τούτων· καὶ τοῖς βουλομένοις συμφρονῆσαι ἡμῖν ἐν τοῖς θείοις δόγμασι τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἀνάγκη ἀκολουθῆσαι καὶ ὑποταγῆναι τοῖς διορισθεῖσι καὶ διαταχθεῖσιν ὑπὸ τῆς ἀρχαιοπαραδότου καὶ πατροπαραδότου καὶ παρὰ τῶν ἁγίων καὶ οἰκουμενικῶν Συνόδων διατάξεως, ἀπὸ τοῦ καιροῦ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν καθ’ ἑξῆς ἐς τόδε θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν, μετὰ ἁπλότητος καὶ ὑπακοῆς καὶ ἄνευ τινὸς ἄλλης ἐρεύνης καὶ περιεργείας».

Ὁμολογία Πίστεως τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1727, ἐν Πρωτοπρ. ΙΩ. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Β΄, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2009[4], σελ. 490ἑ.

«Ἐκλήθημεν δὲ ἄνωθεν οἱ εὐσεβεῖς τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας χριστιανοὶ διὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου ἀπό τε τῶν Προφητῶν, ἀπό τε τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ, ἀπό τε τῶν Ἀποστόλων, ἀπό τε τῶν οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ ἁπαξαπάντων τῶν ὑπὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐνηχηθέντων ἁγίων Πατέρων  εἰς τὸ πιστεύειν καὶ φρονεῖν ὅσα ἡ καθ’ ἡμᾶς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία παρέλαβε καὶ διασῴζει μέχρι τοῦδε ἀπαραμείωτα καὶ ἀνόθευτα εἰς τὸ παντελές, εἴτε δόγματα πίστεως, ὅρους τε καὶ κανόνας, εἴτε παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας ἐγγράφους τε καὶ ἀγράφους· ὀφείλομεν ἄρα καὶ περιέπειν ταῦτα πάντα καὶ ἐνστερνίζεσθαι ὅλῃ ψυχῇ, διανοίᾳ τε καὶ προθυμίᾳ, καὶ μηδὲ κεραίαν ἐκ τούτων ἀθετεῖν ἢ μεταποιεῖν ἢ προστιθέναι ἢ ἀφαιρεῖν, ἀλλὰ τὴν εὐθεῖαν βαδίζειν καὶ βασιλικὴν καὶ ἄπταιστον τῆς σωτηρίας ὁδόν, τὴν μήτε εἰς τὰ δεξιὰ μήτε εἰς τὰ ἀριστερὰ κλίνουσαν. Καὶ γὰρ καὶ μικρὰ παρέγκλισις [μᾶλλον: παρέκκλισις] καὶ μεταποίησις ἐν τοῖς περὶ Θεοῦ λόγοις εἰς κρημνὸν φέρει καὶ βάραθρα, καὶ βυθῷ ψυχικῆς ἀπωλείας παραπέμπει τὸν ὁπωσοῦν ἐκτραπέντα τῆς εὐθείας καὶ τῆς ἀληθείας διαμαρτήσαντα».


Τῆς ἐν Κων/πόλει Συνόδου τοῦ 1836 ἐγκύκλιος κατὰ τῶν Διαμαρτυρομένων Ἱεραποστόλων, §6, ἐν Πρωτοπρ. ΙΩ. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Β΄, ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2009[4], σελ. 515ἑ.

 «Τὸ Τάγμα αὐτὸ [σ.σ. τὸ Μοναχικὸν] οὔτε ἐμόλυνέ ποτε, κατὰ τοὺς παραλογισμοὺς τῶν ἐναντίων αὐτῶν κακοφρόνων [Προτεσταντῶν], τὴν ὁρατὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ’ ἀείποτε ἐλάμπρυνεν, ἐδόξασεν, ἐκράτυνε καὶ ἐστερέωσεν αὐτὴν καὶ διὰ τοῦ πνευματικοῦ βίου καὶ διὰ τῶν δογματικῶν συγγραμμάτων καὶ ἠθικῶν· αὐτὸ συνεκρότησε τὰς κατὰ καιροὺς συστάσας οἰκουμενικὰς καὶ τοπικὰς Συνόδους· αὐτὸ διετήρησεν ἀκριβῶς τοὺς ἱεροὺς κανόνας, οἵτινες καὶ τὸ δόγμα εὐσεβῶς ὀρθοτομοῦσι, καὶ τὰ ἤθη τῶν χριστιανῶν ῥυθμίζουσι, καὶ εἰς τὴν κατὰ Θεὸν πολιτείαν ὁδηγοῦσιν· αὐτὸ ἀπ’ ἀρχῆς ἀντέστη καὶ κατεπολέμησε καὶ τῇ πανσθενεῖ δυνάμει τοῦ Κυρίου κατεπάλαισε τὰ διάφορα συστήματα τῶν ἑλληνιστῶν καὶ τοὺς κακοδόξους αἱρεσιάρχας».


Γ. Ἐκ τῶν Ἁγίων Πατέρων

Ἐκ τῶν Πρακτικῶν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει συνόδου τοῦ 869 κατὰ τοῦ Μεγάλου Φωτίου (κατὰ Λατίνους  η΄ οἰκουμενικῆς), Πρᾶξις ΣΤ΄, Mansi 16, 348 D.E.  

«Ζαχαρίας ὁ παρὰ Φωτίου χειροτονηθεὶς Καλχηδόνος μητροπολίτης εἶπεν· οἱ κανόνες ἄρχουσι καὶ τῶν πατριαρχῶν. Εἰ γοῦν ἔξω τῶν κανόνων ποιοῦσιν, οὐ στοιχοῦμεν αὐτοῖς. Καὶ γὰρ Μάρκελλον τὸν Ἀγκύρας Ἰούλιος ὁ Ρώμης ἐδέξατο, καὶ ἡ ἐν Σαρδικῇ Σύνοδος· ἀλλ’ ἐκεῖνος μέχρι νῦν ὡς αἱρετικὸς ἀναθεματίζεται. Καὶ τὸν κλαύσιμον Ἀπιάριον δικαιωθέντα παρὰ τῶν προέδρων τῆς Ρώμης ἡ ἐν Ἀφρικῇ σύνοδος οὐκ ἐδικαίωσε. Καὶ ἄλλα πολλὰ τοιαῦτα παραδείγματα εἰσί. Καὶ νῦν εἰ ἐγένετο τὰ γενόμενα κατὰ κανόνας, στοιχοῦμεν αὐτοῖς».

Ἁγίου Χρυσοστόμου

Εἰς τὴν Γένεσιν 4,2 PG 54, 596 

«Ἄρχοντες γὰρ ἀρχόντων εἰσὶν οἱ νόμοι».

Εἰς τὴν παραβολὴν τοῦ τὰ μύρια τάλαντα ὀφείλοντος͵ καὶ τὰ ἑκατὸν δηνάρια ἀπαιτοῦντος͵ καὶ ὅτι παντὸς ἁμαρτήματος τὸ μνησικακεῖν χεῖρον 4 PG 51, 23

«Οὐχ οἱ ἔξωθεν δὲ μόνον ἄρχοντες͵ ἀλλὰ καὶ οἱ τῶν Ἐκκλησιῶν προεστῶτες τῆς οἰκείας ἀρχῆς ὑφέξουσι τὸν λόγον· καὶ μάλιστα οὗτοί εἰσιν οἱ ἐπὶ πλέον τὰς πικρὰς καὶ βαρείας εὐθύνας ὑπέχοντες. Καὶ γὰρ ὁ τοῦ λόγου τὴν διακονίαν ἐγκεχειρισμένος ἐξετασθήσεται μετὰ ἀκριβείας ἐκεῖ͵ εἰ μήτε ὄκνῳ͵ μήτε φθόνῳ παρεῖδέ τι τῶν δεόντων εἰπεῖν͵ καὶ διὰ τῶν ἔργων ἐπέδειξεν͵ ὅτι πάντα διεστείλατο͵ καὶ οὐδὲν ἔκρυψε τῶν συμφερόντων. Πάλιν ὁ τὴν ἐπισκοπὴν λαχὼν͵ ὅσῳ πρὸς μείζονα ὄγκον ἀναβέβηκε͵ τοσούτῳ πλείονα ἀπαιτηθήσεται λόγον͵ οὐχὶ διδασκαλίας μόνον καὶ πενήτων προστασίας͵ ἀλλὰ καὶ χειροτονιῶν δοκιμασίας καὶ μυρίων ἑτέρων».


Tοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ,

Διάλεξις τοῦ ἁγίου Μαξίμου σὺν Πύρρῳ, Mansi 10, 757 D.E.  

«Θαυμάζειν ὕπεστί μοι, πῶς σύνοδον ἀποκαλεῖς τὴν μὴ κατὰ νόμους καὶ κανόνας συνοδικοὺς ἢ θεσμοὺς γενομένην ἐκκλησιαστικούς· οὔτε γὰρ ἐπιστολὴ ἐγκύκλιος κατὰ συναίνεσιν τῶν πατριαρχῶν γέγονεν, οὐ τόπος ἢ ἡμέρα ὑπαντήσεως ὡρίσθη. Οὐχ ὑπαγώγιμός τις ἢ κατήγορος ἦν· συστατικὰς οἱ συνελθόντες οὐκ εἶχον, οὔτε οἱ ἐπίσκοποι ἀπὸ τῶν μητροπολιτῶν, οὔτε οἱ μητροπολῖται ἀπὸ τῶν πατριαρχῶν· οὐκ ἐπιστολαί ἢ τοποτηρηταὶ ἀπὸ τῶν ἄλλων πατριαρχῶν ἐπέμφθησαν. Τίς οὖν λόγου μεμοιραμένος σύνοδον καλεῖν ἀνάσχοιτο τὴν σκανδάλων καὶ διχονοίας ἅπασαν πληρώσασαν τὴν οἰκουμένην; »


Τοῦ Ἁγίου Ταρασίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως 

(ἐν τῇ Κατὰ Σιμωνιακῶν πρὸς τὸν Ρώμης Ἀδριανῷ Ἐπιστολῇ αὐτοῦ)

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Πηδάλιον, ἔκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 200313, σελ. 719)


«Τούτου ἕνεκεν, οὐχ ὑποστελλόμεθα τοῦ ἀναγγέλλειν τὴν ἀλήθειαν, φυλάττοντες καὶ κρατοῦντες τὰ παρὰ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν ἀοιδίμων Πατέρων ἡμῶν κανονικῶς ἐκδοθέντα, καὶ εἴ τι τούτων παρεβάθη ὑπό τινων, βδελυττόμεθα».


Τοῦ Μεγάλου Φωτίου

Πρόλογος εἰς τὸν Νομοκάνονα

Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Α ΄, ἐκ τῆς Τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 5.


«Πεπεισμένος [εἰμὶ] τοὺς ἱεροὺς θεσμοὺς εὕρημα μὲν καὶ δῶρον εἶναι Θεοῦ, δόγμα δὲ φρονίμων τε καὶ θεοφόρων ἀνθρώπων, ἐπανόρθωμα δὲ τῶν ἑκουσίων, καὶ παρὰ βούλησιν ἁμαρτημάτων, καὶ πολιτείας εὐσεβοῦς τε καὶ πρὸς ἀτελεύτητον ζωὴν ἀγούσης κανόνα».


Ἐπιστολὴ τρίτη ἀπολογητικὴ πρὸς τὸν Πάπαν Νικόλαον, ἐν Ἰ. Βαλέτα, Φωτίου Ἐπιστολαὶ, σελ. 163. Παραπομπὴ ἐμμέσως παρὰ Κ. ΜΟΥΡΑΤΙΔΟΥ, Οἱ ἱεροὶ Κανόνες «στῦλος καὶ ἑδραίωμα» τῆς Ὀρθοδοξίας· ἀπάντησις εἰς τὸν σεβασμιώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Θυατείρων καὶ Μ. Βρεττανίας κ. Ἀθηναγόραν, ἀνάτυπον ἐκ τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου», Ἀθῆναι 1972, σελ. 11.

«Ἡ τῶν ἀληθῶν κανόνων φυλακή, σπουδαίῳ μὲν ἐποφείλεται παντί, πολὺ δὲ πλέον τοῖς ἀπ’ εὐθύνην (sic) τὰ τῶν ἄλλων ὑπὸ τῆς Προνοίας ἠξιωμένοις· καὶ τούτων ἔτι μάλιστα τοῖς ἐν αὐτοῖς τούτοις πρωτεύειν λαχοῦσιν. Ὅσῳ γὰρ ὑπερέχουσι, τοσοῦτῳ νομοφυλακεῖν ὀφείλουσι».

Τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου

Ἐπιστολὴ (24) Θεοκτίστῳ Μαγίστρῳ  (PG 99, 985B-D)

« [Ἡ Ἐκκλησία] οὐδὲ παρὰ τοὺς κειμένους ὅρους καὶ νόμους πράττειν τι καὶ λέγειν ἀνέχεται· κἂν πολλοὶ πολλαχῶς ποιμένες ἠφρονεύσαντο· ἐπεὶ καὶ συνόδους συνεκρότησαν μεγάλας καὶ παμπληθεῖς, καὶ Ἐκκλησίαν Θεοῦ ἑαυτοὺς ὠνομάκασι· καὶ ὑπὲρ κανόνων ἐφρόντισαν τῷ δοκεῖν, κατὰ κανόνων τὸ ἀληθὲς κινούμενοι. Τί δὴ θαυμαστὸν εἰ καὶ νῦν πέντε καὶ δέκα τυχὸν ἐπίσκοποι συναχθέντες τὸν ὑπὸ τῶν κανόνων καθῃρημένον κατὰ δύο αἰτίας, ἠθώωσαν, λύσαντες τοῦ ἱερουργεῖν; Σύνοδος τοίνυν, δέσποτα, οὐ τὸ ἁπλῶς συνάγεσθαι ἱεράρχας τε καὶ ἱερεῖς, κἂν πολλοὶ ὦσι. Κρείσσων γάρ, φησιν, εἷς ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου ἢ μυρίοι παραβαίνοντες· ἀλλὰ τὸ ἐν ὀνόματι Κυρίου, ἐν τῇ εἰρήνῃ καὶ φυλακῇ τῶν κανόνων· καὶ τὸ δεσμεῖν καὶ λύειν οὐχ ὡς ἔτυχεν, ἀλλ’ ὡς δοκεῖ τῇ ἀληθείᾳ, καὶ τῷ κανόνι καὶ τῷ γνώμονι τῆς ἀκριβείας [...] καὶ ἐξουσία τοῖς ἱεράρχαις ἐν οὐδενὶ δέδοται ἐπὶ παραβάσει κανόνος ἢ μόνον στοιχεῖν τὰ δεδογμένα καὶ ἕπεσθαι τοῖς προλαβοῦσιν [...] Οὐκ ἔστιν οὖν, οὐκ ἔστιν, ὦ δέσποτα, οὔτε τὴν καθ' ἡμᾶς ἐκκλησίαν οὔτε ἑτέραν παρὰ τοὺς κειμένους νόμους καὶ κανόνας ποιεῖν τι. Ἐπεί, εἰ τοῦτο δοθείη, κενὸν τὸ εὐαγγέλιον, εἰκῇ οἱ κανόνες, καὶ ἕκαστος κατὰ τὸν καιρὸν τῆς οἰκείας ἀρχιερωσύνης, ἐπειδὴ ἔξεστιν αὐτῷ ὡς δοκεῖ μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ πράσσειν, ἔστω νέος εὐαγγελιστής, ἄλλος ἀπόστολος, ἕτερος νομοθέτης. Ἀλλ' οὐδαμῶς· παραγγελίαν γὰρ ἔχομεν ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀποστόλου, παρ' ὃ παρελάβομεν, παρ' ὃ οἱ κανόνες τῶν κατὰ καιροὺς συνόδων καθολικῶν τε καὶ τοπικῶν ἐάν τις δογματίζῃ ἢ προστάσσῃ ποιεῖν ἡμᾶς, ἀπαράδεκτον αὐτὸν ἔχειν μηδὲ λογίζεσθαι αὐτὸν ἐν κλήρῳ ἁγίων· καὶ τὸ δύσφημον παρῆμεν λέγειν, ὃ αὐτὸς εἴρηκεν.

Ἐπιστολὴ (25) Νικηφόρῳ Πατριάρχῃ (PG 99, 989Α.)

«Ἀλλ' εἰ καὶ ἄλλως ἐν πολλοῖς ἁμαρτήμασιν ὑπάρχομεν, πλὴν ὀρθόδοξοι καὶ τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας τρόφιμοι, πᾶσαν αἵρεσιν ἀποβαλλόμενοι καὶ πᾶσαν καθολικὴν καὶ τοπικὴν σύνοδον ἐγκεκριμένην ἀποδεχόμενοι, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τὰς παρ' αὐτῶν ἐκφωνηθείσας κανονικὰς διατυπώσεις· μηδὲ γὰρ τέλειον εἶναι ὀρθόδοξον, ἀλλ' ἐξ ἡμισείας, τὸν τὴν πίστιν ὀρθὴν οἰόμενον ἔχειν τοῖς δὲ θείοις κανόσι μὴ ἀπευθυνόμενον».


Ἐπιστολὴ (27) Νικήτᾳ Πατρικίῳ (PG 99, 996 Α.)


«Νόμοι τοιγαροῦν, ὦ δέσποτα, θεῖοι καὶ κανόνες εἰσὶν οἱ ἄγοντες πάντα τὸν εὐσεβοῦντα, παρ' οὓς οὐκ ἔστιν οὔτε πρόσθεσιν οὔτε ὕφεσιν ποιεῖσθαι».


Ἐπιστολὴ (535 ἢ 201) Φιλοθέῳ Κτήτορι (PG 99, 1615 B.C.)


«Ἐπεὶ δὲ περὶ τοῦ Θεοῦ τὸ κινούμενον· καὶ τῆς τῶν θείων κανόνων ὁροθεσίας ἡ παράβασις· σύγγνωθι, ἀδελφὲ φίλτατε· οὐχ οἷοι τέ ἐσμεν κατά τε Θεοῦ καὶ ἱερῶν κανόνων ἀποῖσαι κρίσιν· μάλιστα ὅτι ἐν αὐτῷ τούτῳ τῷ παρομοίῳ κεφαλαίῳ ἐν τοῖς προλαβοῦσι χρόνοις πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν ἐθέμεθα [...]   Ὥστε, εἰδὼς τὸ ἐπικίνδυνον κρίμα, μὴ παραβιάζου τὴν ταπείνωσιν ἡμῶν· εἰ γὰρ ὑπὲρ τοῦ λόγου τῆς ἀληθείας καθ' ἑκάστην ἡμέραν εἰς κινδύνους παρατετάγμεθα, πῶς κατὰ τῆς ἀληθείας ἑτεροτρόπως κινηθησόμεθα; Οὐκ ἔχει φύσιν, ὦ δέσποτα, παρὰ τὰ θειωδῶς κεκριμένα τοῖς κανόσι δρᾶσαί τι ἢ εἰπεῖν. Πιστεύομεν δὲ ὅτι καὶ αὐτός, ἓν ζητῶν, τὸ θεῖον θέλημα καὶ τὸ σωτηριῶδες τῆς ψυχῆς σου, συμφήσειας ἡμῖν ἐπὶ τοῖς λελεγμένοις καὶ προσεύξῃ μᾶλλον ἐπερείδεσθαι ἡμᾶς τῷ θείῳ νόμῳ καὶ μὴ προΐεσθαι τὸ οἱονοῦν ἐπὶ παραβάσει ἐντολῆς θεοῦ καὶ κανόνος».


Τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

(Εἰσαγωγὴ εἰς τὸ Πηδάλιον, ἔκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 200313, σελ. ιστ΄. ιζ΄)

«Αὕτη ἡ βίβλος [τὸ Πηδάλιον] εἶναι ἡ μετὰ τὰς ἁγίας Γραφὰς ἁγία Γραφή, ἡ μετὰ τὴν Παλαιὰν καὶ Καινὴν Διαθήκην, διαθήκη. Τὰ μετὰ τὰ πρῶτα καὶ θεόπνευστα λόγια, δεύτερα καὶ θεόπνευστα λόγια. Αὕτη ἐστὶ τὰ αἰώνια ὅρια, ἃ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν, καὶ νόμοι οἱ ὑπάρχοντες εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ ὑπὲρ πάντας τοὺς ἐξωτερικοὺς καὶ βασιλικοὺς νόμους τῶν Διγέρων, τῶν Ἰνστιτούτων, τῶν Κωδήκων, τῶν Νεαρῶν ὑπερέχοντες. Ἐκείνους μὲν γὰρ βασιλεῖς μόνον ἐξέδωκαν, τούτους δέ, αἱ μὲν Σύνοδοι οἰκουμενικαί τε καὶ τοπικαὶ διὰ Πνεύματος ἁγίου, ὡς εἴπομεν, ἐθέσπισαν, οἱ δὲ βασιλεῖς ἐπεκύρωσαν. Αὕτη ὡς ἀληθῶς ἐστι, καθὼς αὐτὴν ἐπωνομάσαμεν, τὸ Πηδάλιον τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, διὰ μέσου τοῦ ὁποίου αὕτη κυβερνωμένη, ἀσφαλῶς τοὺς ἐν αὐτῇ ναύτας καὶ ἐπιβάτας, ἱερωμένους τε λέγω καὶ λαϊκούς, πρὸς τὸν ἀκύμαντον παραπέμπει τῆς ἄνω βασιλείας λιμένα […] Τοιουτοτρόπως ἡ αὐτὴ Τριάς, καὶ τὸν δεύτερον τοῦτον καὶ νοητὸν κόσμον τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατασκευάσασα, μὲ τοὺς ἱεροὺς τούτους καὶ θείους Κανόνας συνέδησεν αὐτὸν καὶ συνέπηξεν. Ἐξ ὧν ἡ τῶν Πατριαρχῶν ἀποτίκτεται εὐταξία, ἡ τῶν Ἀρχιερέων ἁρμονία, ἡ τῶν Ἱερέων κοσμιότης, τῶν διακόνων ἡ σεμνοπρέπεια, τῶν Κληρικῶν ἡ σεβασμιότης, τῶν Μοναχῶν ἡ εὐρυθμία, τῶν Πνευματικῶν Πατέρων ἡ πρὸς διόρθωσιν ἀπαιτουμένη γνῶσις, τῶν βασιλέων ἡ παρὰ πάντων ὀφειλομένη τιμή, καὶ πάντων ἁπλῶς τῶν χριστιανῶν ἡ πρέπουσα χριστιανοῖς διαγωγὴ καὶ κατάστασις, καὶ καθολικῶς εἰπεῖν, ἐκ τῶν ἱερῶν τούτων Κανόνων, ἡ κάτω ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία γίνεται μίμημα καὶ ἐκσφράγισμα τῆς οὐρανίου ἱεραρχίας. Καὶ αἱ δύω ὁμοῦ ἱεραρχίαι ἀποκαθίστανται μία, ἓν μέλος ἀνακρουομένη, ἐναρμόνιόν τε καὶ πάγχορδον. Ἔκβαλε τοὺς κανόνας τῶν στοιχείων ἀπὸ τὴν ὑλικὴν κτίσιν, καὶ παρευθὺς λύεται ἡ τάξις, καὶ λυομένης τῆς τάξεως, ὅλον  τὸ πᾶν ἀφανίζεται. Ἔκβαλε καὶ τοὺς ἱεροὺς τούτους κανόνας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ παρευθὺς ἐπεισέρχεται ἡ ἀταξία, καὶ ἐκ τῆς ἀταξίας ἅπασα ἡ ἱερὰ αὐτῆς διακόσμησις ἀφανίζεται […] Μακάριοι ἐστέ, χριστιανοὶ ἀδελφοί, ὅτι διὰ τῆς βίβλου ταύτης ἠξιώθητε νὰ γνωρίσετε τὰ εὐάρεστα τῷ Θεῷ πατρικὰ καὶ συνοδικὰ παραγγέλματα […] εἴτε νάματα οὐράνια θέλει τα ὀνομάσει τινάς, ὡσὰν ὁποῦ διὰ τούτων τὸ πρόσωπον ἅπαν τῆς Ἐκκλησίας ποτίζεται, εἴτε θεμέλια πνευματικά, ἐπάνω εἰς τὰ ὁποῖα πᾶσα χριστιανικὴ οἰκοδομὴ ἑδράζεται».


Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου,

Ἐπιτομὴ εἴτε Συλλογὴ τῶν θείων τῆς Πίστεως δογμάτων, ἐκδ. Καλλινίκου Ἱερομονάχου, Βράιτκοπφ καὶ Ἕμτελ, Λειψία τῆς Σαξωνίας 1806, 42ἑ.

«Ὀφείλεται μὲν οὖν ἅπασα καὶ ὅλη ἡ πίστις καὶ τὸ σέβας τῇ οἰκουμενικῇ συνόδῳ ἅτε παριστώσῃ δηλαδὴ τὴν καθολικὴν ἐκκλησίαν, ἧς κατὰ τὸν θεῖον ἀπόστολον πολλαχοῦ, κεφαλὴ ἀθάνατος καὶ πάνσοφός ἐστιν ὁ  Ἰησοῦς Χριστός. Δι΄ ὃ καὶ πιστεύομεν, ὅτι τῷ θείῳ αὐτοῦ πνεύματι φωτιζομένῃ, πάντα ὀρθῶς ἀποφαίνεται, καὶ ἀπταίστως, δόγματά τε καὶ κανόνας, καθ΄ οὓς διαβιοῦν ὀφείλομεν ἅπαντες. Ὥστε, συντόμως εἰπεῖν εἴτις μὴ τῇ οἰκουμενικῇ Συνόδῳ πείθεσθαι βούληται, οὗτος τῆς χριστιανικῆς μοίρας τε καὶ ἐλπίδος ἐκπέπτωκε, κατὰ τὴν Δεσποτικὴν ἀπόφασιν, ὅτι ἐάν τῆς ἐκκλησίας παρακούσῃ, ἔστω σοι, ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης. Ἔστιν οὖν ἡ οἰκουμενικὴ Σύνοδος  κριτὴς ὑπέρτατος τῶν ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων, ὡς παριστῶσα τὴν καθόλου ἐκκλησίαν, ἀλλὰ καὶ ἀπάτης ἀνωτέρα, ἐν οἷς ἀποφαίνεται, ὡς ἀμέσως ὑπὸ τοῦ ἁγίου φωτιζομένη πνεύματος. Δι΄ ὅ,τι τοῖς παρ’ αὐτοῖς θεσπίσμασιν οἱ ἁπανταχοῦ Χριστιανοὶ ὡς Θεοῦ λόγοις πείθεσθαι μέλλουσι. Καὶ ὅπερ ὁ μέγας Ἀπόστολος Πέτρος περὶ τῶν προφητῶν ἔφη, ὡς ὑπὸ πνεύματος ἁγίου φερόμενοι ἐλάλησαν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, τοῦτ’ αὐτὸ καὶ περὶ τῶν  οἰκουμενικῶν ἀποφάνσεων, οἱ θεῖοι πατέρες ἡμᾶς διδάσκουσι. Ἐπειδὴ δὲ κριτοῦ ἴδιόν ἐστι, καὶ παιδείαις ὑποβάλλειν τοὺς τῶν νόμων παραβάτας, ἔχει δὴ καὶ τοῦτο τὸ δικαίωμα καὶ ἀξίωμα παρὰ τοῦ οὐρανίου βασιλέως Χριστοῦ, τοῦ πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ τὴν ἐξουσίαν παρασχόντος τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν. Καὶ δὴ τοὺς μὴ πειθομένους τῇ ὀρθῇ τῆς ἐκκλησίας Διδασκαλίᾳ, δεσμοῖς ἀλύτοις ὑποβάλλει, καὶ τῷ αἰωνίῳ παραπέμπει ἀναθέματι».

Ἁγίου Γρηγορίου Ε΄ Πατριάρχου ΚΠόλεως

Ἐμμέσως ἐκ τοῦ κειμένου «Ἔκθεσις ἀπόψεων τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς Χρυσοστόμου περὶ τοῦ τρόπου καὶ τῶν μέτρων, δι΄ὧν, συνωδᾷ τῇ 3ῃ Συντακτικῇ Πράξει τῆς 9 Ἰανουαρίου 1974, θὰ ἀποκατασταθῇ ἐν τῷ χώρῳ τῆς Ἁγιωτάτης Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας ἡ διασαλευθεῖσα κανονικὴ τάξις» κ.λπ. σελ. 4ἑ. ὑποβληθεῖσα τὴν 4ην Μαρτίου 1974 εἰς τὴν Ἔκτακτον Πολυμελῆ Σύνοδον τοῦ 1974 εὑρισκομένη εἰς τὰ ἀρχεῖα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Εἰς τὸ βιβλίον ΑΘ. ΑΝ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ, Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία-Ἱστορία τῶν δομῶν διοικήσεως καὶ ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1984, σελ.89

«Ὅσα μὲν κατὰ τοὺς θείους θεσμοὺς καὶ τοὺς ἱεροὺς καὶ ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνας τυγχάνει διακυβερνώμενα πολλὴν ἔχουσι τὴν χάριν παρὰ Θεοῦ καὶ κλέος μέγιστον· ὅσα δέ, τοὐναντίον, παραβαίνει τὸν ὅρον, ἐκτρεπόμενα, ἐν τούτοις προφανὴς ἡ ἀκοσμία, κατάδηλος ἡ φθορὰ καὶ ἐπὶ πᾶσιν, ἡ τῶν ψυχῶν ἀπώλεια».


Δ. Ἐκ τῶν  νομο – κανονικῶν κειμένων τῆς Ρωμηοσύνης (τοῦ “Βυζαντίου”)

Ἰουστινιανοῦ Νεαρὰ ρλα΄, Περὶ ἐκκλησιαστικῶν κανόνων καὶ προνομίων

Corpus Juris Civilis, τόμ. 3, ἐκδ. Weidmann, Berlin 19682, σελ. 654ἑ.

«Θεσπίζομεν τοίνυν τάξιν νόμων ἐπέχειν τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς Κανόνας, τοὺς ὑπὸ τῶν ἁγίων τεσσάρων Συνόδων ἐκτεθέντας ἢ βεβαιωθέντας, τοὐτέστι τῆς ἐν Νικαίᾳ τῶν τιη΄ καὶ τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει τῶν ἁγίων ρν΄ Πατέρων καὶ τῆς ἐν Ἐφέσῳ πρώτης ἐν ᾗ Νεστόριος κατεκρίθη καὶ τῆς ἐν Καλχηδόνι, καθ΄ ἣν Εὐτυχὴς μετὰ Νεστορίου ἀνεθεματίσθη. Τῶν γὰρ προειρημένων ἁγίων δʹ Συνόδων καὶ τὰ δόγματα καθάπερ τὰς θείας γραφὰς δεχόμεθα καὶ τοὺς κανόνας ὡς νόμους φυλάττομεν».


Τῶν Βασιλικῶν, βιβλ. ε΄, τίτλ. γ΄, κεφ. α΄, θέμα α΄ .

Παρὰ τῷ Νομοκάνονι τοῦ Μ. Φωτίου, τιτλ. α΄, κεφ. β΄

Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Α ΄, ἐκ τῆς Τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 36ἑ.

«Θεσπίζομεν τοίνυν τάξιν νόμων ἐπέχειν τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς Κανόνας, τοὺς ὑπὸ τῶν ἁγίων ἑπτὰ Συνόδων ἐκτεθέντας ἢ βεβαιωθέντας [...] τῶν γὰρ προειρημένων ἁγίων Συνόδων τὰ δόγματα καθάπερ τὰς θείας Γραφὰς δεχόμεθα καὶ τοὺς Κανόνας ὡς νόμους φυλάττομεν».


Σημείωσις ἁγίου Νικοδήμου: «διὰ τοῦ “βεβαιωθέντας” δηλοῦνται οἱ Κανόνες τῶν τοπικῶν Συνόδων καὶ τῶν κατὰ μέρος Πατέρων οἱ παρὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων βεβαιωθέντες, κατὰ τὸν Βαλσαμῶνα» (Πηδάλιον, ἐκδ. Παπαδημητρίου, 2003 13, σελ. κ’).


Τῶν Νεαρῶν, τίτλ. β’, διάταξις γ΄.  Παρὰ τῷ Νομοκάνονι τοῦ Μ. Φωτίου, τίτλ. α΄, κεφ. β΄

Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων,

τόμ. Α ΄, ἐκ τῆς Τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 36

Ἡ διάταξις αὕτη (ἤτοι αὐτὴ αὕτη ἡ Ἰουστινιάνειος ρλα΄ Νεαρὰ)

«τοὺς τῶν ἑπτὰ Συνόδων Κανόνας θέλει κρατεῖν καὶ τὰ δόγματα αὐτῶν ὡς τὰς θείας Γραφάς».

Αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Σοφοῦ

Τῶν Βασιλικῶν, βιβλ. ε΄, τίτλ. γ΄, κεφ. α΄

(παρὰ τῷ Πηδάλιον, ἐκδ. Παπαδημητρίου, 2003 13, σελ. κ’).

«Δέχομαι τὰς ἁγίας ἑπτὰ Οἰκουμενικὰς Συνόδους ὡς τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον».

Τοῦ αὐτοῦ, Νεαραὶ Διατάξεις, β΄,  PG 107, 428C.

«Τῶν ἱερῶν καὶ θείων κανόνων, τῶν τε ἄλλων καὶ ὅσοι περί τε ἱερωσύνης καὶ χειροτονίας ἐπισκόπων ἐθέσπισαν, εἰς τὸ ἄριστόν τε καὶ ἀκριβέστατον ἐκπεφωνημένων, (πῶς δ’ οὐκ ἔμελλον ἀκριβῶς ἐκπεφωνῆσθαι, θείας ἐπιπνοίας ἐν τοῖς φθεγγομένοις ἐνεργούσης;) θαυμάζειν ἔπεισί μοι, πῶς οὐκ εὐλαβήθησάν τινες, ὥσπερ ἐνδεῶς ἐκείνως ἐχόντων τολμᾷν ἑτέρων ἐκθέσει νόμων τοὺς ἱεροὺς καὶ θείους ἀθετεῖν νόμους».


Τοῦ Κώδικος, βιβλ. α΄, τίτλ. β΄, διατάξει ιβ΄.

Παρὰ τῷ Νομοκάνονι τοῦ Μ. Φωτίου, τίτλ. α΄, κεφ. β΄

Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Α ΄, ἐκ τῆς Τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 36

«Οἱ τοῖς Κανόσιν ἐναντιούμενοι πραγματικοὶ τύποι [δηλ. βασιλικὰ προστάγματα] ἄκυροί εἰσι».


Σχόλιον Θεοδώρου Βαλσαμῶνος (Πατριάρχου Ἀντιοχείας, ιβ΄ αἰ.) εἰς τὸ ὡς ἄνω β΄κεφ. τοῦ Νομοκάνονος τοῦ Μ. Φωτίου

Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Α ΄, ἐκ τῆς Τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Ἀθήνησιν 1852, σελ. 38

«Ἐπισημείωσαι τὴν παροῦσαν ἑρμηνείαν καὶ ἔχων αὐτὴν ἐπὶ μνήμης λέγε τοὺς Κανόνας ἰσχύειν πλέον τῶν νόμων· οἱ μέν γάρ, ἤγουν οἱ Κανόνες,  παρὰ Βασιλέων καὶ ἁγίων Πατέρων ἐκτεθέντες καὶ στηριχθέντες, ὡς αἱ θεῖαι Γραφαὶ δέχονται· οἱ δὲ νόμοι παρὰ Βασιλέων μόνον ἐδέχθησαν ἢ συνετέθησαν, καὶ διὰ τοῦτο οὐ κατισχύουσι τῶν θείων Γραφῶν οὐδὲ τῶν Κανόνων».


Ματθαῖος Βλάσταρις (ιδ΄ αἰ.), Σύνταγμα κατὰ στοιχεῖον  (στοιχ. μ΄, κεφ. ιε΄)

Γ.Α. ΡΑΛΛΗ – Μ. ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν Κανόνων, τόμ. ΣΤ΄, ἐκ τοῦ Τυπογραφείου της Αὐγῆς, ἐν Ἀθήναις 1859, σελ. 393

«Ἀπὸ τῆς ρλα΄ Ἰουστινιανείου Νεαρᾶς γνοίης ἄν, ὅτι τὰ γινόμενα παρὰ τῶν Κτιτόρων ἐν τοῖς Μοναστηριοίς Τυπικὰ στέργειν ὀφείλουσιν, εἰ μή που τοῖς Κανόσιν ἐναντιοῦνται».

 

ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: https://www.impantokratoros.gr/anthologion-ieron-kanonon.el.aspx


Περί θρησκευτικού και διαχριστιανικού συγκριτισμού

 


"Ο συγκριτισμός με τον οικουμενισμό θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν δίδυμα αδελφάκια που τα γέννησε όμως η μαύρη χάρις με σκοπό να πολεμήσει και να διαλύσει την Ορθοδοξία, δηλαδή την Ορθόδοξη πίστη μας, την Ορθόδοξη Εκκλησία μας με την ιστορία και την παράδοσή της."


 


Του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Απομαγνητοφωνημένο (και ηχητικά) κήρυγμα.

173 α

Κυρ. 13.1.2002


Αρκετοί από σας αδελφοί μου, με ρωτήσατε πολλές φορές, όπως και οι Έλληνες από το εξωτερικό, τι είναι συγκριτισμός, και τι οικουμενισμός, ποία η μεταξύ τους σχέση, και γιατί γίνεται τόσος μεγάλος θόρυβος, τόσος λόγος, από κύκλους χριστιανών γύρω από τα θέματα αυτά.

Θα σας απαντήσω με δύο ομιλίες, η πρώτη θα γίνει σήμερα και η δευτέρα την ερχομένη Κυριακή, πρώτα ο Θεός.

Ο συγκριτισμός με τον οικουμενισμό θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν δίδυμα αδελφάκια που τα γέννησε όμως η μαύρη χάρις με σκοπό να πολεμήσει και να διαλύσει την Ορθοδοξία, δηλαδή την Ορθόδοξη πίστη μας, την Ορθόδοξη Εκκλησία μας με την ιστορία και την παράδοσή της.

Χριστιανοί μου, ανάμεσα στις διάφορες θρησκείες που βρίσκονται σκορπισμένες σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως και ανάμεσα στις πάμπολλες χριστιανικές ομολογίες, υπάρχουν τεράστιες διαφορές με μας. Οι διαφορές αυτές σε σχέση με την Ορθόδοξη πίστη μας, είναι απόλυτα καθοριστικές για τη σωτηρία μας, διότι αφορούν το πρόσωπον του Ιησού Χριστού ως Θεανθρώπου.

Τέλειος άνθρωπος ο Κύριος. Ο Υιός του ανθρώπου, ο Υιός της Παρθένου. Ο Υιός της Μαρίας Παρθένου, της Θεοτόκου, αλλά και τέλειος Θεός, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Έτσι έχουμε δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρωπίνη, σε ένα πρόσωπο, στο Θεάνθρωπο Κύριο, στο Χριστό.

Και επειδή εμείς οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, έχουμε παχυλή άγνοια για το ποιο ακριβώς είναι η πίστις μας, γι’ αυτό και πολύ εύκολα πέφτουμε και γινόμαστε θύματα των διαφόρων αιρέσεων που έχουν κατακλύσει την πατρίδα μας, και ακόμα ευκολότερα στα δύο αυτά μεγάλα ρεύματα του συγκριτισμού και του οικουμενισμού. Με πολλή τέχνη και πολλές σοφιστείες μας λένε οι συγκριτιστές ότι όλες οι θρησκείες στον κόσμο, όπως και οι χριστιανικές ομολογίες, δηλαδή όλο το πλήθος των προτεσταντικών αιρέσεων, έχουν πολλά κοινά σημεία πίστεως με μας τους Ορθοδόξους χριστιανούς. Με διάφορα σαθρά θα μπορούσα να πω και υποκριτικά επιχειρήματα επιμένουν, ότι όλοι μας, πιστεύουμε στον Ένα Θεό, και αυτό είναι αρκετό για να ενωθεί όλος ο θρησκευτικός κόσμος σε μια αδιαίρετη ενότητα κοινής πίστεως στον Ένα Θεό με πολλή αγάπη. Αυτό όμως είναι πέρα για πέρα δαιμονική πλάνη. Και είναι πλάνη διότι άλλο πράγμα είναι η αγάπη, και άλλο πράγμα η αλήθεια της πίστεως.

Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι η θέσις αυτή των συγκριτιστών, είναι πλάνη και αίρεση διότι κακοποιούν την αλήθεια που αφορά το πρόσωπο του Χριστού. Και είναι διαστροφή της αλήθειας διότι ενώ επιμένουν σε κάποια κοινά σημεία αναφοράς, στον Ένα Θεό της αγάπης, παραβλέπουν και εθελοτυφλούν στις πολλές και ουσιαστικές θεολογικές διαφορές που αναφέρονται στο Τριαδολογικό και Χριστολογικό δόγμα της Εκκλησίας μας.

Η κοινή προσευχή, η συμπροσευχή που προτίθεται να γίνει στις Βρυξέλλες, έγινε και στο παρελθόν, από αντιπροσώπους όλων των θρησκειών, και όλων των δογμάτων για την ειρήνη, με βρίσκει τελείως αντίθετο. Και την βλέπω σαν υποχώρηση και παραβίαση των ιερών κανόνων της Ορθοδόξου πίστεως, που κατοχυρώθησαν από τας Οικουμενικάς Συνόδους και που απαγορεύουν τη συμπροσευχή ημών των Ορθοδόξων με αιρετικούς και αλλοθρήσκους.

Εμείς οι Ορθόδοξοι, υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου ευχόμεθα κάθε μέρα σε όρθρο και σε εσπερινό, και σε κάθε Θεία Λειτουργία. Δε μας χρειάζονται λοιπόν οι συμπροσευχές. Όλοι μπορεί να πιστεύουν στον Ένα Θεό ή σε έναν Θεό. Η προσέγγισις όμως και η ερμηνεία είναι διαφορετική από θρησκεία σε θρησκεία και από ομολογία σε ομολογία, με εμάς τους Ορθοδόξους.

Πολλοί παραδείγματος χάρη, θεοποιούν τα κτίσματα, όπως είναι οι ειδωλολάτρες. Άλλοι ολόκληρο το σύμπαν όπως είναι οι πανθεϊστές. Και άλλοι θεοποιούν τον άνθρωπο δηλαδή τον εαυτό τους. Πάμπολλοι πάλι, πιστεύουν σε μια ανωτέρα δύναμη πολύ αόριστη, που την λένε Θεό και αρκετοί είναι μηδενιστές και άθεοι. Και όμως και αυτοί πιστεύουν σε κάτι. Στο μηδέν, στο τίποτα, ή στην ύλη. Έχουμε όμως και τις προτεσταντικές ομολογίες που όχι μόνον κακοδόξως παρερμηνεύουν την Αγία Γραφή αλλά αρνούνται και αυτήν την Ιεράν Παράδοση, γι’ αυτό και είναι αιρετικές.

Αν λοιπόν αδελφοί μου, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουμε το Θεό είναι λανθασμένος, τότε και η γνώση που αποκτούμε για τον Θεόν δεν είναι η αληθινή. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να λατρεύει ο άνθρωπος τα φαντάσματα της αληθείας, δηλαδή τις πλάνες, τους ψεύτικους θεούς ή τους ψευδοδούλους, τα ίδια του τα πάθη. Από αυτόν λοιπόν, τον θρησκευτικό παραλογισμό γεννιέται δυστυχώς και η θρησκευτική σχιζοφρένεια.

Φαίνεται λοιπόν ότι από τους κατά καιρούς θεολογικούς διαλόγους και συζητήσεις, γεννήθηκε πολύ ύπουλα ο χριστιανικός συκριτισμός και μαζί μ’ αυτόν ο δίδυμος αδελφός του ο οικουμενισμός. Και το έκτρωμα αυτών ήταν να γεννηθεί και ο θρησκευτικός συγκριτισμός, μια τρομακτική δηλαδή απειλή για την σωτηρία της ψυχής μας, για τη σωτηρία όλων μας. Και εξηγούμαι πιο απλά.

Ο χριστιανικός συγκριτισμός, είπαμε, υπερτονίζει κάποια κοινά σημεία ημών των Ορθοδόξων και των άλλων ομολογιών, μη εξαιρουμένου και του παπισμού, αλλά παραβλέπει συνειδητά τις μεγάλες διαφορές εξαιτίας των οποίων και απεκόπησαν από το σώμα της Εκκλησίας. Ας αναφερθούμε ενδεικτικά σε μερικές ουσιαστικές διαφορές με τους παπικούς.

Η πρώτη έγκειται στην αλλοίωση του Τριαδολογικού δόγματος εισάγοντας την διαρχία με την αίρεση του φιλιόκβε. Δεύτερον έγκειται στο αλάθητον του πάπα. Τρίτον στην ίδρυση του παπικού κράτους του Βατικανού και επισήμως από το 1929 με τη Συνθήκη του Λατερανού. Η τετάρτη στο πρωτείο του πάπα και στην τοποθέτησή του υπεράνω ακόμα και αυτών των Οικουμενικών Συνόδων. Η πέμπτη φρικιαστική διαφορά έγκειται στο ότι η δημιουργική ενέργεια του Θεού είναι κτιστή και όχι άκτιστη όπως αυτή έχει κατοχυρωθεί από την Ορθόδοξη διδασκαλία των πατέρων της Εκκλησίας μας και μάλιστα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά συνοδικώς. Η έκτη αναφέρεται στην Ουνία και θα μπορούσαμε να πούμε εβδόμη, ογδόη, ενάτη, δεκάτη, εικοστή, εκατοστή, αλλά είναι αυτές αρκετές.

Όσον αφορά τους προτεστάντες, που οι παραφυάδες τους έχουν ξεπεράσει τις πεντακόσες, τι να πούμε, οι διαφορές μας είναι τόσες πολλές, που γι’ αυτές έχουν γραφεί χιλιάδες σελίδες σε τόμους πολλούς. Δεν ξέρουν και οι ίδιοι σε τι Θεό πιστεύουν, αφού κατήργησαν τελείως την Ιερά Παράδοση, παραχαράσσοντας συγχρόνως την ιστορική πορεία των δυο χιλιάδων χρόνων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και αλλοιώνοντας χωρίς ντροπή εκατοντάδες χωρία της Αγίας Γραφής ή και ολόκληρα κεφάλαιά της, ή απαλείφοντας ακόμα και βιβλία.

Για να μην πέσουμε λοιπόν στον πειρασμό του συγκριτισμού, όταν μάλιστα συζητάμε με χριστιανούς που αγνοούν τελείως τα πράγματα της πίστεως, ή με χριστιανούς που είναι χλιαροί, αδιάφοροι ή πλανεμένοι, ή και με τους χριστιανούς τους ξερόλες, που τα ξέρουν δηλαδή όλα, θα επιμένουμε στις διαφορές που έχουμε με τις άλλες ομολογίες, και όχι στα κοινά σημεία αναφοράς που είναι ότι πιστεύουμε σε έναν Θεόν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις διαφορές των άλλων θρησκειών, διαφορές που είναι αγεφύρωτες. Η κυρίως διαφορά, επαναλαμβάνω έγκειται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που είπαμε ότι είναι Υιός Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ομοούσιος τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, και Υιός ανθρώπου, της Παναγίας, ο Θεάνθρωπος Κύριος.

Σε αυτό λοιπόν το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, όπως το πιστεύει, όπως το ομολογεί, όπως το βιώνει, και όπως το ζει η Ορθόδοξη Εκκλησία, βρίσκεται και η διαφοροποίηση με τις άλλες θρησκείες, η διαφορά μας δηλαδή.

Έτσι και με τον Ιουδαϊσμό έχουμε τεράστιες διαφορές. Δεν θα συμφωνήσουμε μαζί τους, όταν τον Μεσσία που περίμεναν, τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου εσταύρωσαν; Και ακόμα τον περιμένουν. Γι’ αυτό και θα πιστέψουν σαν Μεσσία τον Αντίχριστο! Και ας μην ξεχνάμε, ότι ο Εβραϊσμός είναι αυτός που γέννησε τον Διεθνή Σιωνισμό, με τις τόσες καταστρεπτικές συνέπειες για ολόκληρο τον κόσμο. Ο Ρόσελ ήταν Εβραίος! Και τον αναφέρω αυτόν, γιατί είναι αυτός που για να χτυπήσει τους χριστιανούς και ειδικότερα τους Ορθοδόξους, γέννησε ένα από τα θηρία της Αποκαλύψεως που λέγεται Χιλιασμός, οι Ιεχωβάδες δηλαδή.

Ο μουσουλμανισμός πάλι, μέσα από το Κοράνι αρνείται τον Χριστόν ως Υιόν Θεού και Θεάνθρωπον, όπως αρνείται και το Τριαδικόν δόγμα. Ο Μωαμεθανισμός κηρύσσει την αντεκδίκηση, και την βλέπουμε στις ημέρες μας. Αρνείται και την μετάνοια, αφού το ενδιαφέρον του είναι καθαρά ευδαιμονιστικό και σαρκολατρευτικό. Υπάρχουν και πλήθος άλλων διαφορών που δεν είναι καιρός να μιλήσουμε γι’ αυτές.

Οι Ινδουιστές πάλι, θέλουν τον Χριστόν σαν έναν από τους κατώτερους πολλούς πολλούς θεούς που έχουν, αφού είναι ειδωλολάτρες. Οι θεοί τους όμως είναι μια τρομακτική ποικιλία δαιμόνων, διότι αυτά που πιστεύουν οι Βουδιστές και οι Ινδουιστές και όλες οι παραφυάδες αυτών, πιστεύουν στα δαιμόνια.


Χριστιανοί μου, «ο πρόσφατος ερχομός του πάπα στην Ελλάδα συνετέλεσε δυστυχώς, και στην ανάδειξη μιας τραγικής πραγματικότητος», -εδώ έχουμε εισαγωγικά,- όπως επιγραμματικά το τονίζει ο επίσκοπος Ιερόθεος Βλάχος, στο ότι δηλαδή «μερικοί εκκλησιαστικοί άρχοντες, διακρίνονται από τον τραγικόν αυτόν διαχριστιανικό και θρησκευτικό συγκριτισμό». Και καταλήγει λέγοντας : «Αυτή είναι η μεγαλύτερη πλάνη της εποχής μας, ο μεγαλύτερος και ισχυρότερος πειρασμός». Εδώ κλείνουν τα εισαγωγικά του.

Αυτό σημαίνει χριστιανοί μου ότι εμείς οι κληρικοί παντός βαθμού, πρέπει να μελετάμε κάθε μέρα τα έργα των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, να συμβουλευόμαστε διακεκριμένους Ορθοδόξους γεροντάδες και πνευματικούς, ώστε να αποκτήσουμε Ορθόδοξη θεολογική εκκλησιαστική συνείδηση, για να μπορούμε κατόπιν να ορθοτομούμε τον λόγον της αλήθειας του Χριστού, φυλάσσοντες τα λογικά μας πρόβατα δηλαδή όλους εσάς, από τους κινδύνους των αιρέσεων και της πλάνης και από τους μεγάλους κινδύνους του συγκριτισμού και του οικουμενισμού,

Αμήν,

Και θα συνεχίσουμε την επομένη Κυριακή.

 

ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: http://agia-varvara2.blogspot.gr/2010/01/blog-post_9128.html

Αναρτήθηκε από Σάλπισμα Ζωής στις 12:19 π.μ. 

Η Αλήθεια των πραγμάτων και το μέτρον της Αληθείας. Λόγοι Αγίων και Πατέρων της Εκκλησίας. Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.

 





«Ἀπολογητικός περί τῆς φυγῆς εἰς τόν Πόντον ἢ περί Ἱερωσύνης»


Αποτέλεσμα εικόνας για αγιος γρηγόριος ο θεολόγοςΕπαινώ τους πιστούς που αγωνίζονται κατά ασεβών ιερωμένων για την πίστη...…

Καὶ ὅσους μὲν ἐναντιώνονται κατὰ τῶν ἱερέων διὰ τὴν πίστιν καὶ τὰ ἀνώτερα καὶ σημαντικότερα θέματα, οὔτε ἐγὼ τοὺς κατακρίνω, ἀλλά, ἐὰν θὰ πρέπει νὰ πῶ ὅλη τὴν ἀλήθεια, τοὺς ἐπαινῶ καὶ χαίρομαι κι ἐγὼ μαζί τους...….

 Καὶ θὰ εὐχόμουνα νὰ εἶμαι ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ λοιδωροῦνται, καὶ θεωροῦνται γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὡς ἐχθροί. Μᾶλλον δὲ καὶ καυχῶμαι ὅτι εἶμαι τέτοιος.

Διότι εἶναι προτιμότερος ὁ πόλεμος γιὰ τὴν ἀρετήν, ἀπὸ τὴν εἰρήνη ποὺ συμβιβάζεται μὲ τὴν κακία καί, ὡς ἐκ τοῦτου, χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεόν. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὁπλίζει τὸν ἤρεμον ἀγωνιστήν, διὰ νὰ μπορεῖ νὰ ἀγωνίζεται μὲ ἐπιτυχίαν κατὰ τῶν κακῶν….

 

Ἅγιος Λουκᾶς Ἰατρὸς, Ἐπίσκοπος Κριμαίας

 

Αποτέλεσμα εικόνας για Άγιος Λουκάς επισκοποσ κριμαίασ«Νά πηγαίνετε στούς ναούς ὅπου λειτουργοῦν ἄξιοι ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν ὑποτάχθηκαν στίς ἐντολές τῆς σχισματικῆς αὐτῆς ὀργάνωσης. Ἀκόμη καί ἐάν ὅλοι οἱ ναοί πέσουν στά χέρια τους καί δέν ἔχετε ποῦ νά πᾶτε, καλύτερα νά μήν πᾶτε πουθενά, παρά σ΄ αὐτούς. Νά μήν ἔχετε καμιάν ἐπικοινωνία μέ τούς σχισματικούς, οὐτε νά ἐπιχειρήσετε διαλόγους μαζί τους.»


Από το βιβλίο: Ἀρχ. Νεκτάριου Ἀντωνόπουλου - Ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς Βόϊνο-Γιασενέτσκι Ἕνας ἅγιος Ποιμένας καί γιατρός χειρουργός 1877-1961), ἀπόσπασμα ἀπὸ τήν Διαθήκη του, σελ. 116.

 

 

Το μέτρον της αληθείας

 

Αποτέλεσμα εικόνας για π. γεώργιος φλωρόφσκυ«Πολύ συχνά το μέτρον της αληθείας είναι η μαρτυρία της μειοψηφίας. Είναι δυνατόν να είναι Καθολική Εκκλησία το μικρόν ποίμνιον [Λουκ.12, 32]. Ίσως υπάρχουν περισσότεροι ετερόδοξοι παρά ορθόδοξοι. Είναι δυνατόν να εξαπλωθούν οι αιρετικοί παντού, ubique, και να καταλήξη η Εκκλησία εις το περιθώριον της Ιστορίας ή να αποσυρθή εις την έρημον. Αυτό συνέβη κατ' επανάληψιν εις την Ιστορίαν και είναι πολύ πιθανόν να συμβή και πάλιν (...) Το καθήκον της υπακοής παύει όταν ο επίσκοπος παρεκκλίνει από τον καθολικόν κανόνα και ο Λαός έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήσει, ακόμη δε και να τον καθαιρέσει».


Από το βιβλίο: ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. Γ. ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ, Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοση, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσα-λονίκη 1976, σελ. 71.75.

 

 Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος 

 

Κρατεῖτε τήν πίστιν στερεάν 

Αποτέλεσμα εικόνας για φιλοθεοσ ζερβακοσ


...Κρατεῖτε, ἀδελφοί μου, τήν πίστιν στερεάν καί μένετε ασάλευτοι εἰς τάς παραδόσεις τῶν θείων Πατέρων, διότι ἐφθάσαμεν εἰς ἐποχήν κατά τήν ὁποίαν καί οἱ δυνατοί θά σαλευθοῦν. Ἀγωνιστεῖτε μέ κάθε σπουδή διότι τά καλά μέ κόπο και πόνο κατωρθώνονται. Δέν θά αἰσθανόμεθα δέ τούς κόπους τῆς ἀρετῆς ὅταν ἀποβλέπωμεν εἰς τό νέφος τῶν μαρτύρων καί ὁσίων καί εἰς τήν μέλλουσαν νά μᾶς ἀποκαλυφθῆ δόξαν.

Πόσον εὐτυχεῖς καί μακάριοι θά εἴμεθα, ἐάν δι' ὀλίγον κόπον ἀξιωθοῦμε νά καταστηνώσωμεν εἰς τά ἀγαπητά σκηνώματα τοῦ Παραδείσου καί κληρονομήσουμε τά ἀγαθά τῆς οὐρανίου Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.

Ἀφήνω συμβουλήν εἰς τούς πιστούς καί πνευματικά μου τέκνα νά ἀκολουθοῦν τήν Ἐκκλησίαν…Ἐάν ἑνωθοῦν (μέ παπικούς καί οἰκουμενιστάς), τότε, νά χωρήσουν, νά ἀποχωρήσουν τελείως ἀκολουθοῦντες ἐκεῖνο τό ὁποῖον παρελάβομεν καί τούς ἁγίους Πατέρας.

Ἐάν ὁ ποιμήν εἶναι ἀληθής, ὀφείλετε νά ἀκολουθῆτε τόν ἀληθῆ ποιμένα. Ἐάν δέν εἶναι ἀληθής, ἀκολουθῆτε τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἀληθής.

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δέν ἐπλανήθησαν διότι εἶχον ταπείνωσιν, εἶχον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό Ὁποῖον τούς ὁδήγει καί δέν τούς ἄφηνε νά πλανηθοῦν.

Πῶς εἶναι δυνατόν, νά τιμήση κάποιος τούς τοιούτους (νεωτεριστάς Ἀρχιερεῖς), οἱ ὁποῖοι συνετάραξαν τήν Ἐκκλησίαν, ἐκλόνισαν τάς πεποιθήσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, καί νά ὑπακούση εἰς αὐτούς, ὅταν αὐτοί τό στόμα κηρύττουν ἐναντίον τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων;... 


ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Ἁγιογραφικές καί πατερικές μαρτυρίες

Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

 

 


Εγερτήριο σάλπισμα Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου.





    Η Εκκλησία του Θεού δεν έχει μείνει χωρίς ποιμένα, μολονότι την έχουν κατατοξεύσει.  Και «πύλαι άδου» δεν έχουν καταφέρει να την καθυποτάξουν. Ούτε ανέχεται να κάμνει κάτι και να λέγει αντίθετα προς τους καθιερωμένους («κειμένους») όρους και νόμους. Όμως πολλοί ποιμένες ποικιλοτρόπως έγιναν άφρονες. Διότι και συνόδους εσυγκρότησαν μεγάλες και πολυπληθείς, και θεώρησαν τους εαυτούς τους ότι είναι Εκκλησία Θεού, και φρόντισαν να φαίνονται ότι υπερασπίζονται τους «κανόνες». Στην πράξη όμως εστρέφονταν εναντίον των κανόνων. Λοιπόν, Σύνοδοι δεν είναι όταν μαζεύονται απλώς ιεράρχες και ιερείς, έστω και αν είναι πολλοί. Διότι είναι καλύτερο, λέγει ο λόγος του Θεού, να είναι ένας που κάνει το θέλημα του Κυρίου, παρά μυριάδες που το παραβαίνουν.

   Η Σύνοδος λοιπόν πρέπει να γίνεται εν ονόματι Κυρίου με ειρήνη και με τήρηση των «κανόνων» και οι καταδικαστικές και οι αθωωτικές αποφάσεις να μην λαμβάνονται όπως τύχει, αλλά όπως ορίζει η αλήθεια και οι κανόνες και οι γνωρίζοντες την ακρίβεια. Διότι ο τέλειος λόγος του Θεού δεν μπορεί από τη φύση του να δένεται και να ορίζεται όπως θέλει ο καθένας. Και στους και στους ιεράρχες σε καμία περίπτωση δεν έχει δοθεί εξουσία να παραβαίνουν τους «κανόνες», παρά μόνο να συμβαδίζουν με τα όσα έχουν γίνει αποδεκτά και έχουν αναγνωριστεί, και να ακολουθούν τους πριν από αυτούς  Πατέρες. Δεν επιτρέπεται λοιπόν ούτε η δική μας τοπική Εκκλησία ούτε καμία άλλη, να κάμνει κάτι παραβαίνοντας τους κείμενους νόμους και «κανόνες». Διότι, αν γινόταν αυτό το Ευαγγέλιο θα ήταν κενό και οι κανόνες άχρηστοι. Οπότε κάθε επίσκοπος κατά την διάρκεια της αρχιεροσύνης του, επειδή θα του ήταν επιτρεπτό να ενεργεί με τους ομόφρονές του όπως θα ήθελε, θα ήταν ένας νέος Ευαγγελιστής ένας άλλος Απόστολος και άλλος Νομοθέτης!!. Ευτυχώς δεν συμβαίνει αυτό, διότι έχουμε παραγγελία από τον ίδιο τον Απόστολο Παύλο, αν κάποιος διδάσκει η μας προστάζει να κάνουμε κάτι αντίθετο προς αυτό που παραλάβαμε, που να είναι δηλαδή αντίθετο προς τους «κανόνες» των κατά καιρούς οικουμενικών και τοπικών Συνόδων, αυτός να μην είναι αποδεκτός στην Εκκλησία και να μη λογαριάζεται μεταξύ των αγίων χριστιανών.


   Σ΄ αυτούς τους χρόνους που ζούμε, που ο Χριστός διώκεται, όποιος έχει κάποιο εκκλησιαστικό αξίωμα και ξεχωρίζει για τη χριστιανική του γνώση, οφείλει να διακρίνεται εις το να λαλεί και να διδάσκει το λόγο της ορθοδοξίας. Όμως και εκτός αυτού. Εάν κάποιος είναι απλός μαθητής, έχει χρέος να λέει με θάρρος και παρρησία την αλήθεια, με ελεύθερη τη γλώσσα του….

  Αλλά πώς φτάσαμε να προτιμούμε την ησυχία των μοναστηριών μας περισσότερο από το Θεό; και την καλοπέρασή μας από την υπέρ του αγαθού κακοπάθεια; Που είναι η δύναμη και η δόξα του μοναχικού μας τάγματος;       Θυμηθείτε πως οι μακάριοι άγιοι Σάββας και Θεοδόσιος, την ώρα που ο βασιλιάς Αναστάσιος πήγε με το μέρος της δυσμενούς αιρέσεως, ξεσηκώθηκαν και πρωτοστάτησαν με ζήλο προμαχώνας για την ορθόδοξη πίστη. Και αυτό το έκαναν αναθεματίζοντας μέσα στην Εκκλησία, με τους ομόφρονές τους Ορθόδοξους, τους αιρετικούς, και αποστέλλοντας στο βασιλιά τη διαμαρτυρία τους, βεβαιώνοντας τον ότι θα προτιμούσαν τον θάνατο παρά να μεταβάλλουν κάτι από τα παραδεδομένα και καθιερωμένα δόγματα…

   Εάν λοιπόν το μοναχικό τάγμα δεν θεωρήσει ότι όλα είναι σκύβαλα δηλαδή τα τιποτένια, και εννοώ τις όποιες ανέσεις των μοναστηριών και τα συναφή, πως τότε ο λαϊκός, όταν κληθεί να ομολογήσει την πίστη του, (πώς) θα μπορέσει να παραθεωρήσει γυναίκα, παιδιά και τα σχετικά;  Γι΄ αυτό σας θυμίζω: να μην σιωπήσουμε μπροστά στην πρόκληση των αιρετικών, για να μη γίνει σιωπή μας η κραυγή της αμαρτίας των Σοδόμων. Ας θυσιάσουμε τα κάτω, για να κερδίσουμε τα άνω. Ας μη γίνουμε σκάνδαλο για την Εκκλησία του Θεού….  Εάν λοιπόν είναι κάποιοι αληθινοί μοναχοί, ας το δείξουν στην παρούσα περίσταση με τα έργα τους. Και έργο του Μοναχού είναι να μην ανέχεται ούτε η παραμικρή καινοτομία να εισχωρήσει στη γνησιότητα του ευαγγελίου και αυτό, για να μη δώσουμε το παράδειγμα στους λαϊκούς ότι προτιμούμε την αίρεση και την αιρετική «συν-κοινωνία», και έτσι έχουμε να δώσουμε λόγο για την απώλειά τους!

  «Η εντολή του Κυρίου είναι να μη σιωπάμε τον καιρό που η πίστη μας βρίσκεται σε κίνδυνο. Ώστε, όταν για την πίστη ο λόγος, δεν μπορείς να πεις ποιος είμαι εγώ; ένας απλός ιερέας, άρχοντας, στρατιώτης, γεωργός, φτωχός. Δεν μου πέφτει λόγος και φροντίδα για αυτό το ζήτημα. Αλίμονο, οι λίθοι θα κράξουν και εσύ θα μείνεις σιωπηλός και χωρίς φροντίδα;».

  «Αυτή είναι η ευαγγελική πίστη ημών των αμαρτωλών. Αυτή είναι η αποστολική ομολογία ημών των ευτελών. Ακόμα και ο Πέτρος και ο Παύλος αν μας πουν αντίθετα πράγματα, ακόμα και αν έλθει άγγελος από τους ουρανούς και μας διδάξει άλλο ευαγγέλιο, να μην τον δεχτείτε, γιατί δεν ακολουθεί την υγιή διδασκαλία της πίστεως».

  «Και όλα τα καλά του κόσμου να προσφέρει ένας άνθρωπος που αποδέχεται την αίρεση φίλος του Θεού δεν γίνεται. Είναι εχθρός Του. Και αν κάποιος καθίσει να φάει και να πιει με αιρετικούς, έχει ευθύνη».

   «Δεν είναι ‘οικονομία’  να κάνουμε να αθετούμε αυτά που μας παραδόθηκαν, ούτε να κάνουμε οποιαδήποτε, μικρή παραχώρηση ανάλογα με τις περιστάσεις και τη λογική μας κρίση».

  « Όποιοι είναι, στους καιρούς μας, αληθινοί μοναχοί, να το δείξουν εμπράκτως.  Και έργο του Μονάχου είναι να μην ανέχεται ούτε την παραμικρή καινοτομία και αλλοίωση στο ευαγγέλιο.  Ένας που ευδοκιμεί στο έργο του Θεού είναι προτιμότερος από χιλιάδες άλλους που καμαρώνουν για την αυθάδεια τους. Αλλά συ, αν θέλεις προτίμησε να είσαι με το πλήθος των πνιγμένων παρά να σωθείς μαζί με τον Νώε. Όσο για μένα, επίτρεψέ με να τρέξω και να σωθώ με τους ολίγους μέσα στην κιβωτό δηλαδή στην ασφάλεια της Εκκλησίας».

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ

ΤΟ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΟ: "ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΣΑΞΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ" εκδ. "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Αναρτήθηκε από Σάλπισμα Ζωής στις 1:12 μ.μ.