Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

«Η συνεχής προσπάθεια για εκκοπή του μετεωρισμού και καθαρά προσευχή» Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης


Προσπάθησε να ευαρεστείς στον Θεό σε όλα και πάντοτε και να σκέπτεσαι τη σωτηρία της ψυχής σου από την αμαρτία και το διάβολο και την υιοθεσία της από τον Θεό.
Όταν σηκώνεσαι από το κρεβάτι: κάνε το σημείο του σταυρού και λέγε: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Επίσης: «Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς· και, δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου».
Όταν πλένεσαι, είτε στο σπίτι σου είτε στα λουτρά, λέγε: «Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι· πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι».
Όταν ντύνεσαι, σκέψου την καθαρότητα της καρδιάς και ζήτησε από τον Θεό καθαρή καρδιά: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός». Καί: «Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου».
Όταν βγάζεις τα παλιά ρούχα και τα παρατάς με περιφρόνηση, θυμήσου με μεγαλύτερη περιφρόνηση την παραίτηση του παλαιού, του αμαρτωλού, του εμπαθούς, του σαρκικού ανθρώπου.
Όταν γεύεσαι τη γλυκύτητα του ψωμιού, θυμήσου τον αληθινό Άρτο, ο οποίος δίνει στην ψυχή την αιώνια ζωή, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, και να αισθάνεσαι πείνα γι᾽ αυτόν τον Άρτο -δηλαδή, να επιθυμείς να κοινωνείς απ᾽ Αυτόν συχνότερα. Πίνοντας νερό, τσάι, γλυκό κρασί ή άλλο ποτό, θυμήσου το αληθινό ποτό, το οποίο σβήνει τη δίψα της ψυχής που φλέγεται από τα πάθη- το πανάχραντο και ζωοποιό Αίμα του Σωτήρος.
Όταν αναπαύεσαι την ημέρα, θυμήσου την αιώνια ανάπαυση, την ετοιμασμένη για εκείνους οι οποίοι αγωνίζονται και παλεύουν κατά της αμαρτίας, κατά των αερίων πνευμάτων του κακού, κατά της ανθρωπίνης αδικίας ή τραχύτητας και αμάθειας. και Όταν ξαπλώνεις για να κοιμηθείς τη νύχτα, σκέψου τον ύπνο του θανάτου, ο οποίος αργά ή γρήγορα οπωσδήποτε θα έρθει σε όλους μας, και τη σκοτεινή εκείνη, αιώνια, φοβερή νύκτα, στην οποία θα ριχθούν όλοι οι αμετανόητοι αμαρτωλοί.
Όταν αντικρύζεις το φως της ημέρας, σκέψου την ανέσπερη μέρα, την αιώνια, τη λαμπρότατη -τη λαμπρότερη κι από την πιο λαμπρή γήινη μέρα- την ημέρα της βασιλείας των Ουρανών, κατά την οποία θα χαρούν όλοι όσοι προσπάθησαν να ευαρεστήσουν στον Θεό ή μετανόησαν ενώπιον του Θεού για όλα όσα έκαναν κατά τη διάρκεια της πρόσκαιρης αυτής ζωής.
Όταν πηγαίνεις κάπου, θυμήσου τη δίκαιη πνευματική πορεία ενώπιον του Θεού και λέγε: «Τα διαβήματά μου κατεύθυνον κατά το λόγιόν Σου και μη κατακυριευσάτω μου πάσα ανομία».
Όταν κάνεις κάτι, προσπάθησε να το κάνεις με τη σκέψη του Θεού, του Δημιουργού, ο οποίος έκανε τα πάντα με την άπειρη σοφία, χάρη και παντοδυναμία Του και σε δημιούργησε κατ᾽ εικόνα και ομοίωσή Του.
Όταν παίρνεις ή έχεις χρήματα ή θησαυρό, θυμήσου ότι ο ακένωτος θησαυρός μας, από τον οποίο αντλούμε όλους τους θησαυρούς της ψυχής και του σώματός μας, η ανεξάντλητη πηγή κάθε ευλογίας, είναι ο Θεός. Ευχαρίστησέ Τον με όλη την καρδιά σου, και μην κλείνεις τους θησαυρούς σου μέσα σου, μήπως έτσι κλείσεις την είσοδο της καρδιάς σου στον ανεκτίμητο και ζωντανό θησαυρό, τον Θεό· αλλά μοίρασε μέρος της περιουσίας σου σ᾽ αυτούς που έχουν ανάγκη, στους άπορους, στους φτωχούς αδελφούς σου, οι οποίοι έχουν μείνει σ᾽ αυτήν τη ζωή για να φανερώσεις σ᾽ αυτούς την αγάπη και την ευγνωμοσύνη σου στον Θεό, και να αμειφθείς γι᾽ αυτό στην αιωνιότητα από τον Θεό.
Όταν βλέπεις τη λευκή λάμψη του αργύρου, μη δελεασθείς από αυτήν αλλά σκέψου ότι η ψυχή σου οφείλει να είναι λευκή και να λάμπει με τις αρετές του Χριστού. Όταν βλέπεις τη λάμψη του χρυσού, μη σαγηνεύεσαι από αυτήν αλλά θυμήσου ότι η ψυχή σου πρέπει να καθαρίζεται με τη φωτιά όπως ο χρυσός, και ότι ο Κύριος επιθυμεί να σε κάνει να λάμπεις κι εσύ όπως ο ήλιος, στην αιώνια, λαμπρή βασιλεία του Πατέρα Του. Θυμήσου ότι θα δείς τον Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Θεό, την Αγία Τριάδα, την Υπεραγία Παρθένο και Μητέρα του Θεού και όλες τις επουράνιες δυνάμεις και τους αγίους να λάμπουν πλημμυρισμένοι από το ανέκφραστο φως το οποίο ξεχύθηκε επάνω τους».😇
απ




α[π
Αναρτήθηκε από π Παντελεήμων Kρούσκος στις 9:45:00 π.μ.

Read more: http://iereasanatolikisekklisias.blogspot.com/2017/07/blog-post_7.html#ixzz69tBdbvkI

Διδασκαλία περί της νοεράς προσευχής Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου


Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου
Αυτά δεν σας τα εχω πει άλλη φορά. Αυτή είναι μια δική μου παράλειψις, κι ας πούμε δική μου υπευθυνότητα.
Η καρδιά του ανθρώπου είναι το κέντρον των υπέρ φύσιν, των κατά φύσιν και των παρά φύσιν κινήσεων. Τα πάντα ξεκινούν από την καρδιά. Εάν η καρδιά καθαρισθεί, τότε οπτάνεται ο Θεός, βλέπουμε τον Θεό. Πώς θα Τον δούμε; Μήπως ο Θεός είναι άνθρωπόμορφος και έχει σχήμα ανθρώπινο για να Τον δούμε; Όχι. Ο Θεός είναι νοητός. Ο Θεός είναι Πνεύμα· και ως Πνεύμα απόλυτον βρίσκεται στο σύμπαν. Αλλά βρίσκεται και μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, όταν αυτή γίνει δεκτικόν δοχείον. Και για να γίνει δεκτικόν δοχείον, πρέπει να γίνει καθαρή. Όχι να την πλύνουμε με νερό, αλλά να γίνει καθαρή από λογισμούς ακαθάρτους. Αλλά για να καθαρισθεί η καρδιά πρέπει να πιεί κάποιο φάρμακο. Το φάρμακο είναι η προσευχή. Όπου πηγαίνει ο Βασιλεύς, διώκονται οι εχθροί και όπου πηγαίνει ο Χριστός, το Όνομά Του το Άγιον, φυγαδεύονται των δαιμόνων οι φάλαγγες. Και όταν εθρονισθεί καλά – καλά μέσα ο Χριστός, τότε υπακούουν τα πάντα. Όπως ένας βασιλεύς που έχει κυριεύσει ένα κράτος και πάει να ενθρονισθεί στην πρωτεύουσα και έχει καθυποτάξει όλους τους επαναστάτας προηγουμένως και έχει γεμίσει το κράτος από φαντάρους και όπλα, αφού καθησυχάσουν όλες οι εσωτερικές ανωμαλίες, τότε βασιλεύει τους υπηκόους με ειρήνη και αγαλλίασιν. Ο βασιλεύς τότε κάθεται εις τον θρόνον του και βλέπει τα πάντα υποτεταγμένα και τότε χαίρεται και αγάλλεται.
Έτσι είναι και το κράτος της καρδιάς μας. Έχει μέσα εχθρούς, έχει επαναστάτας, έχει λογισμούς, πάθη, αδυναμίες, το ένα, το άλλο, ανακατωσούρες, θύελλες, τρικυμίες, ταραχές και αντιζηλίες. Όλα στην καρδιά γίνονται. Και για να μπορέσεί αυτό το κράτος της καρδιάς να καθησυχάσει και να υποταχθεί, πρέπει να έλθει ο Χριστός, ο Βασιλεύς με τις στρατιές Του, να κυριεύσει το κράτος, να διώξει τον διάβολο, να καθησυχάσει κάθε ανησυχία από τα πάθη και αδυναμίες, να βασιλεύσει σαν Αυτοκράτωρ και σαν Παντοδύναμος, και τότε κατά τους Πατέρας, αυτή η κατάστασις λέγεται καρδιακή ησυχία. Αυτό θα πει καρδιακή ησυχία, να βασιλεύει η προσευχή χωρίς να διακόπτεται, και η προσευχή να έχει δημιουργήσει την καθαρότητα και την ήσυχον καρδίαν.
Οι τρόποι του προσεύχεσθαι είναι πολλοί. Υπάρχει βέβαια ο προφορικός τρόπος. Είναι δηλαδή το να λέμε την ευχή με το στόμα. Αυτός ο τρόπος είναι που πρέπει να τον μεταχειριστούμε κατ’ αρχάς, όταν αρχίσουμε να εργαζόμαστε την ευχή, για να επιτύχωμε τον τελικό σκοπό μας.
Επειδή ο νους είναι αεικίνητος (κινείται πάντοτε) και επειδή όχι κατά φύσιν, αλλά κατά κατάχρηση και αδιαφορία και κατά άγνοια πολλή, περιπολεί ο νους εδώ κι εκεί, γυρίζει όλο τον κόσμο και επαναπαύεται στις διάφορες ηδονές. Πότε ο νους πάει στα σαρκικά, πότε σε άλλο πάθος. Λόγω του μετεωρισμού οδηγείται να τριγυρνάει οπουδήποτε, και να χαζεύει, που λέμε. Πάντως όπου κι αν πάη, ό,τι κι αν σκεφθεί βλέπει μέσα του και κάποια ηδονή και ευχαρίστηση.
Γι’ αυτό ο άνθρωπος που έχει σκοπό να κατορθώσει το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι» και να συμμαζέψει αυτόν τον σκονισμένο νού του, τον αλήτη, που γυρίζει όλα τα σοκάκια, ώστε να συμμορφωθεί και να γίνει νοικοκύρης, πρέπει να του προσφέρει κάτι, να τον γλυκάνει, διότι όπως είπαμε ευχαριστιέται και ηδονίζεται να τριγυρνάει εδώ κι εκεί. Πρέπει να τον ελκύσουμε πάλι με κάτι το ηδονικό. Γι αυτό χρειάζεται να λέμε κατ’ αρχάς την προσευχή με το στόμα. Ο αρχάριος που διδάσκεται την προσευχήν, πρέπει ν’ αρχίσει με το στόμα και να λέη: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και να προσπαθεί να τραβά τον νού από τα κοσμικά. Η φωνή, η οποία θα βγαίνη, ο ήχος της φωνής, θα ελκύει τον νουν εις προσοχήν. Ο ήχος που δημιουργεί το κούνημα της γλώσσας σιγά – σιγά συμμαζεύει τον νού από το σκορπισμό. Η προαίρεσις, η προσπάθεια, η προσοχή και ο σκοπός που επιδιώκουμε να πετύχουμε την αδιάλειπτη προσευχή, μας βοηθούν όλα αυτά ώστε να αρχίσει να συμμαζεύεται ο νους μας.
Αλλά λεγομένης της ευχής συν τω χρόνω αρχίζει να δημιουργείται κάποια ευχαρίστησις, κάποια χαρά, μια ειρήνη, κάτι το πνευματικό. Έ! αυτός είναι ο Θεός! Ελκύει τον νουν αυτή η ευχαρίστησις. Προχωρώντας η προφορική ευχή, έλκοντας τον νουν προς τα έσω, δίνεται μια ελευθερία στο νού να λέει κι εκείνος την ευχή, χωρίς να ανοίγει το στόμα. Αρχίζει δηλαδή να γίνεται κάποιος καρπός. Μετά την λέει ο άνθρωπος πότε με τον νούν, πότε με το στόμα, και αρχίζει σιγά – σιγά ο νους να κυριεύει την ευχή. Αδολεσχώντας ο νους συνεχώς με την ευχή, αρχίζει να μπαίνει και στην καρδιά. Και κεί που στέκεται ο άνθρωπος, βλέπει την καρδιά να λέει την ευχή.

Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος «Τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς εἶναι άνώτερο ἀπὸ κάθε ἀρετὴ καὶ ἐντολή»~ Αφιέρωμα με 34 Μελετήματα (Μελέτημα 9ο)


Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος «Τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς εἶναι άνώτερο ἀπὸ κάθε ἀρετὴ καὶ ἐντολή»~ Αφιέρωμα με 34 Μελετήματα (Μελέτημα 9ο)
1. Τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς, ὅταν γίνεται ὅπως πρέπει, εἶναι άνώτερο ἀπὸ κάθε ἀρετὴ καὶ ἐντολή. Μαρτυρεῖ γι’ αὐτὸ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος• «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾶς καὶ ἀγωνιᾶς γιὰ τόσα πολλά, ἐνῶ ἕνα μόνο χρειάζεται (=ἡ συνομιλία μὲ τὸν Θεὸ). Ἡ Μαρία ἔκανε τὴν καλὴ ἐκλογή, ποὺ δὲν θὰ τῆς ἀφαιρεθεῖ ποτέ». Αὐτὸ τὸ εἶπε γιὰ νὰ προτάξει τὸ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ μικρότερο. Τὸ ἴδιο καὶ oἱ Ἀπόστολοι, ἐνῶ στὴν ἀρχὴ ὑπηρετοῦσαν στὰ Τραπέζια τῶν πιστῶν, κατόπιν προέκριναν ν’ ἀφιερωθοῦν στὴν προσευχὴ καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Θείου Λόγου.
2. Ἐκείνους ποὺ πειθαρχοῦν στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, τοὺς συνοδεύουν τὰ ἑξῆς σημάδια: στεναγμοί, σκυθρωπότητα, ήσυχία, προσευχή, σιωπή, ἐπιμονή, ἀγρυπνία, νηστεία, ἐγκράτεια, πραότητα, μακροθυμία, ἀδιάλειπτη προσευχή, μελέτη τῶν Θ. Γραφῶν, πίστη, ταπείνωση, φιλαδελφία, ὑποταγή, κόπος, κακοπάθεια, ἀγάπη, καλωσύνη, κοσμιότητα, φῶς, ποὺ εἶναι ὁ Κύριος. Ἐκείνων ποὺ δὲν παράγουν καρπὸ ζωῆς σημάδια εἶναι: ἀφροντισιά, μετεωρισμός, περίεργο βλέμμα, ἀπροσεξία, γογγυσμός, κουφότητα, πολυφαγία, ὀργὴ, θυμός, καταλαλιά, ἔπαρση, ἀκαιρολογία, ἀπιστία, ἀκαταστασία, λησμοσύνη, ταραχή, αἰσχροκέρδεια, φιλαργυρία, ἄκαιρο γέλιο, ἐπιδίωξη δόξας καὶ σκότος, ποὺ εἶναι ὁ σατανᾶς.
3. Κατὰ Θεία Οἰκονομία, δὲν παραπέμφθηκε εὐθὺς ὁ πονηρός στὴ γέεννα, ποὺ μόνος του διάλεξε, ἀλλὰ ἀφέθηκε γιὰ δοκιμασία καὶ ἔλεγχο τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ αὐτεξουσίου του. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ κάνει χωρὶς νὰ τὸ θέλει πιὸ ἄξιους μὲ τὴν ὑπομονή τους τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ γίνει γι’ αὐτοὺς αἴτιος μεγαλύτερης δόξας, τὸν ἑαυτό του δὲ νὰ κάνει ἀξιώτερο τῆς κολάσεως.
4. Ἀφοῦ ἐξαπάτησε ὁ διάβολος τὸν Ἀδὰμ καὶ κυριάρχησε πάνω του, τοῦ ἀφαίρεσε τὴν ἐξουσία καὶ ὀνομάστηκε ὁ ἴδιος «ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου»… Ἄρχοντας ὅμως τοῦ κόσμου τούτου καὶ κύριος τῶν ὁρατῶν ἀρχικὰ ἦταν ὁ ἄνθρωπος, ὁρισμένος ἀπὸ τὸν Κύριο. Γιατὶ οὔτε ἡ φωτιὰ τὸν ἔκαιγε, οὔτε τὸ νερὸ τὸν ἔπνιγε, οὔτε τὰ θηρία τὸν ἔτρωγαν, οὔτε καὶ τὸ φίδι τὸν ἐφόβιζε. Ἀφοῦ ὅμως ὑποχώρησε στὴν ἀπάτη τοῦ διαβόλου, παρέδωσε σ’ αὐτὸν τὴν ἀρχὴ ποὺ εἶχε. Ἀπ’ αὐτὴ τὴν αἰτία μάγοι καὶ ἀγύρτες μὲ διαβολικὴ ἐνέργεια καὶ κατὰ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ γίνονται θαυματοποιοί. Δηλαδὴ ἐξουσιάζουν φαρμακερά φίδια καὶ ἀψηφοῦν τὸ νερὸ καὶ τὴ φωτιὰ (πυροβάτες), ὅπως οἱ σύντροφοι τοῦ Ἰαννῆ καὶ Ἰαμβρῆ, ποὺ ἀντιτάχθηκαν στὸν Μωϋσῆ, καὶ ὅπως ὁ μάγος Σίμων, ποὺ ἀντιτάχθηκε στὸν Ἀπόστολο Πέτρο…

Πως να κάνετε νοερά προσευχή αδιαλείπτως


Έλεγε ο Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής:
Η πράξη της νοεράς προσευχής είναι να βιάσεις τον εαυτόν σου να λέγεις συνεχώς την ευχή με το στόμα αδιαλείπτως. Στην αρχή γρήγορα, να μην προφθάνει ο νους να σχηματίζει λογισμό μετεωρισμού. Να προσέχεις μόνο στα λόγια: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όταν αυτό πολυχρονίσει, το συνηθίζει ο νους και το λέγει και γλυκαίνεσαι ωσάν να έχεις μέλι στο στόμα σου και θέλεις να το λέγεις. Αν το αφήσεις στενοχωρείσαι πολύ.
Όταν το συνηθίσει ο νους και χορτάσει -το μάθει καλά τότε το στέλνει στην καρδιά. Επειδή ο νους είναι ο τροφοδότης της ψυχής και μεταφέρει στην καρδιά οτιδήποτε φαντασθεί. Όταν ο ευχόμενος κρατεί τον νου του να μη φαντάζεται τίποτε αλλά να προσέχει μόνο τα λόγια της ευχής τότε αναπνέοντας ελαφρά με κάποια βία και θέληση δική του τον κατεβάζει στην καρδιά και τον κρατεί μέσα και λέγει με ρυθμό την ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»;
Αν θέλεις να βρεις τον Θεό δια της «ευχής» δεν θα σταματάς ποτέ αυτήν την εργασία. Όρθιος, καθήμενος, βαδίζοντας δεν θα μένεις χωρίς την ευχή. Να μη βγαίνει πνοή χωρίς την ευχή για να εφαρμόζεται ο λόγος του Παύλου «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε».
Εάν μπορέσεις να λέγεις την «ευχή» εκφώνως και συνέχεια σε δύο-τρεις μήνες πιστεύω την συνηθίζεις και μετά πλησιάζει η Θεία Χάρις και σε ξεκουράζει. Αρκεί να μη σταματήσεις να την λέγεις με το στόμα, χωρίς διακοπή. Όταν την παραλάβει ο νους τότε θα ξεκουρασθείς με την γλώσσα να την λέγεις. Όλη η βία είναι στην αρχή, έως ότου γίνει συνήθεια. Κατόπιν θα την έχεις σ’ όλα τα χρόνια της ζωής σου. Μόνο κτύπα ευθέως την θύρα του Θείου ελέους και πάντως ο Χριστός μας θα σου ανοίξει, εάν επιμένεις.
www.proseuxi.gr

Η ΝΟΕΡΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ





Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με” με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής ( Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ).



Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη.

Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση. Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα (Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ).



Λέγε ακατάπαυστα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” με τη γλώσσα και με τον νου. Όταν η γλώσσα κουράζεται ας αρχίζει ο νους. Και πάλιν όταν ο νους βαρύνεται, η γλώσσα . Μόνον να μην παύεις. Λοιπόν όταν ευχόμενος κρατάει τον νου του να μην φαντάζεται τίποτα, αλλά προσέχει μόνον στα λόγια της ευχής (Γέρων Ιωσήφ).



Δια της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” θα κερδίσεις το παν. Δια της ευχής καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματος. Η ευχή είναι η βάση της τελειότητας. Θα λεπτυνθείτε και θα πετάτε με την ευχή. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας, καθαρισμού και αγιασμού από την νοερά προσευχή. Αυτή γέμισε τον παράδεισο από άγιους ανθρώπους (Γέροντας Αμφιλόχιος).



Να λέγεις παιδί μου την ευχή . “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” , ημέρα και νύχτα συνέχεια. Η ευχή θα τα φέρει όλα, η ευχή περιέχει τα πάντα: αίτηση, παράκληση, πίστη, ομολογία, θεολογία κλπ. Η ευχή να λέγεται χωρίς διακοπή. Η ευχή θα φέρει ολίγον κατ’ ολίγον ειρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα. Η ειρήνη και η γλυκύτης θα φέρουν περισσότερον ευχή, και η ευχή κατόπιν, περισσοτέραν ειρήνη και γλυκύτητα κ.ο.κ. θα έρθει στιγμή που αν θα σταματάς την ευχή, θα αισθάνεσαι άσχημα (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης).



Να λέτε την ευχή. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Να τη λέτε μια-μια λέξη κατανοητά, καταληπτά. Να μην προχωρείτε στη δεύτερη λέξη, αν δεν καταλάβετε την πρώτη. Να τονίζεται περισσότερο το τελευταίο, δηλ ελέησόν με. Θα σας έρθει τώρα στην αρχή ραθυμία και και ύπνος και μετεωρισμός και αμέλεια αλλά εσείς γρήγορα να συνέρχεστε. ‘Όταν λέτε την ευχή, να θεωρείτε τον εαυτό σας τώρα στην αρχή, ότι είσθε στη κόλαση και να φωνάζετε κλαίοντας, ζητώντας το έλεος του Θεού. Μακριά από την απόγνωση, από την απελπισία και τα όμοια ταύτα. Κατά την ώρα της προσευχής να μην δέχεστε ούτε φαντασία, ούτε μορφή, ούτε εικόνα της Παναγίας και του Χριστού ή άλλου τινός Αγίου, ούτε και τις λέξεις της ευχής να βλέπετε νοερώς” (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης).



Μάθετε να εργάζεσθε το κομποσκοινάκι. Το κομποσκοινάκι θα σας οδηγήσει εκεί που εσείς δεν γνωρίζετε σε ανώτερα επίπεδα θα σας οδηγήσει το κομποσκοινάκι “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.

–Έχετε ένα πρόβλημα; “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”

–Έχετε έναν πειρασμό με τον άλλον, με τον γείτονα σας, με τους φίλους σας κ.ο.κ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή θα σας δώσει τη λύση του προβλήματος σας λύσιν του αδιεξόδου όπου ευρίσκεστε. Το κομποσκοινάκι λοιπόν “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης).



Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου. Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου. ‘Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας. Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα (Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης).



Η ευχή μας φέρνει κοντά στον Χριστό. Κάποτε μου ήρθε (να εξομολογηθεί) ένας μεγαλόσχημος.

Μου είπε: Έχω φθάσει, Αββά σε απόγνωση. Δεν βλέπω καμιά αλλαγή στο καλύτερο. Πως θα βελτιωθώ; Πώς θα πεθάνω για την αμαρτία; Αισθάνομαι την πλήρη αδυναμία μου. Υπάρχει άραγε ελπίδα σωτηρίας.

Βεβαίως υπάρχει. Λέγε όσο πιο πολύ μπορείς την ευχή. Και άφησε τα πάντα στα χέρια του θεού. Και ποια η ωφέλεια από την ευχή όταν δε συμμετέχει ο νους και η καρδιά; Τεράστια ωφέλεια.

Είναι γνωστό ότι η «ευχή» έχει πολλές βαθμίδες: από την απλή προφορά των λέξεων της «ευχής» μέχρι την «ευχή» την θαυματουργική. Μα έστω και στην κατώτατη βαθμίδα να βρισκόμαστε και αυτό για μας είναι ψυχικά πολύ ωφέλιμο και σωτήριο. Από τον άνθρωπο που λέγει την «ευχή» φεύγουν οι δυνάμεις του εχθρού μας. Και ο άνθρωπος αυτός γρήγορα ή αργά οπωσδήποτε θα σωθεί. Αναστήθηκα! Αναστέναξε ο Μεγαλόσχημος. Από δω και πέρα δεν πρόκειται πια να πέσω σε ακηδία και απόγνωση. Το λέγω λοιπόν και το επαναλαμβάνω: λέτε την «ευχή» .’Έστω και μόνο με το στόμα. Και ο Κύριος δεν θα σας αφήσει (Στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα).



Δεν πρέπει να αφήνουμε την ευχή. Όταν μας δίνεται η ευκαιρία, να τη λέμε. Να μην τριγυρίζει ο νους μας στα μάταια. Με την ευχή ο νους αναπαύεται και αγάλλεται. Ο νους του ανθρώπου πρέπει να ασχολείται με την ευχή και να μην τρέχει στα μάταια (Γέροντας Παΐσιος).



Πρέπει συνεχώς αδιαλείπτως να λέμε την ευχή. Μέσα στη καρδιά μας και το νου μας πρέπει να μείνει μόνο το όνομα του Χριστού μας. Γιατί όταν εμείς αφήνουμε την προσευχή, την επικοινωνία μας με το Θεό, τότε ο διάβολος με λογισμούς αρχίζει και μας ζαλίζει και δεν ξέρουμε πλέον ούτε τι θέλουμε, ούτε τι λέμε, ούτε τι κάνουμε (Γέροντας Παΐσιος).



Να λέγωμεν συνεχώς την ευχήν, είτε με το νουν, είτε με το στόμα. Η ευχή, το παντοδύναμον όπλον δεν αφήνει την αμαρτία να εισέλθει. Ο διάβολος καίεται από το όνομα του Ιησού Χριστού, δια τούτο πασχίζει με κάθε τρόπον να σταματήσει την ευχή (Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης).



Λέγε την ευχή: αγιάζει το στόμα, αγιάζει ο αέρας, αγιάζει ο τόπος που λέγεται, Οι δαίμονες βάζουν χίλια εμπόδια δια να μην προσευχηθεί ο άνθρωπος, επειδή όλες οι παγίδες , όλα τα δίκτυα των δαιμόνων καταστρέφονται δια της προσευχής. Άπειρες φορές οι δαίμονες δια στόματος δαιμονισμένων ομολόγησαν ότι καίονται από την ενέργεια της ευχής (Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης).



Η κάτωθι σύντομος προσευχή είναι παντοδύναμο όπλο κάθε χριστιανού: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». Λέγε αδερφέ μου με τα χείλη και με την καρδιά σου συνεχώς τα σωτήρια αυτά λόγια, διότι φωτίζουν τον νου, γαληνεύουν την καρδιά, καίουν την αμαρτία, μαστίζουν και εκδιώκουν τους δαίμονας.

Το κομποσκοίνι δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι κάτι διακοσμητικό, ούτε κάτι που θα μας φέρει γούρι. Αντίθετα, χρειάζεται για να μας θυμίζει τη προσευχή και, σαν τέτοιο, είναι μια άγια και θεία παρουσία στη ζωή μας.



Συγκεκριμένα το κομποσκοίνι είναι φτιαγμένο για να κάνουμε την αδιάλειπτη προσευχή, αυτή που λέγεται αδιάκοπα, σύμφωνα με την προτροπή του Απ. Παύλου «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Φυσικά την «ευχή» αυτή μπορούμε να την λέμε και χωρίς κομποσκοίνι., με το νου μας και μάλιστα όσο συχνότερα είναι δυνατό. Η προσευχή, που είναι η συνομιλία με το Θεό, μας χαρίζει ηρεμία, ψυχική γαλήνη και διώχνει το άγχος από τη ζωή μας.


Ψυχή - Νους - Νοερά προσευχή



Πνευματικές ανταύγειες από το Άγιον Όρος
Επίσκεψις νοερά, μυστική και ειλικρινής
εις τα βάθη της ψυχής κατευθυνομένη
και ελεγχομένη υπό του φωτός του νοός.
Η ψυχή είναι ζώσα ύπαρξις, απλή και ασώματος, αόρατος με τους σωματικούς οφθαλμούς κατά την φύσιν της, αθάνατος, λογική και πνευματική, άμορφος, που κατοικεί εις οργανικόν σώμα και παρέχει εις αυτό την ζωήν και την αύξησιν και την αίσθησιν. Η ψυχή έχει τον νουν, ο οποίος δεν είναι κάτι διαφορετικόν από τον εαυτόν της, αλλά ωσάν το καθαρώτερον στοιχείον της1. Όπως είναι ο οφθαλμός εις το σώμα, έτσι είναι και ο νους εις την ψυχήν. Είναι η ψυχή ελευθέρα, έχει θέλησιν και ενέργειαν, είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται κατά την θέλησίν της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει κατά φυσικήν τάξιν από την Χάριν του δημιουργού της, από την οποίαν έχει λάβη και την ύπαρξιν και την φυσικήν κατάστασιν2.

Ας κατέλθωμεν ψυχή μου εις τα βάθη σου, εις τον οίκον σου, δια να θεωρήσωμεν το κατάλυμά σου. να ίδωμεν πως έχει η κατάστασις αυτού. να επιβλέψωμεν εις την επιμέλειαν και την φροντίδα που επέδειξες δια να αρέσης εις τον Νυμφίον και Κύριόν σου.

Ας κατέλθωμεν και ας εισέλθωμεν δια του καθαρού νοός εις τα βάθη σου ψυχή μου, κατευθυνόμενοι και στηριζόμενοι δια της ευχής και ας γίνωμεν θεωροί των τραυμάτων και του σκότους που υπάρχει εκεί και ας θρηνήσωμεν δια την κατάστασίν σου.

Ο Νυμφίος Σου κρούει την θύραν και θέλει να εισέλθη εντός σου, δια να μείνη μόνος εκεί, δια να ανακλιθή εκεί. δια να δειπνήση μαζί σου. δια να ενωθή πλήρως μαζί σου και να σου χαρίση δια της ενώσεως αυτής την αιώνιαν μακαριότητα και αγάπην. «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω...» (Αποκ. γ' 20).

Αλλά πώς θέλει να εισέλθει; Θέλει να είναι εκεί αυτός μόνος. Να μη μολύνη άλλος τον τόπον σου. Εάν δεν εύρη έτσι την ψυχήν σου, ο Άγιος Κύριος ο δορυφορούμενος και ανυμνούμενος υπό των Χερουβείμ, δεν εισέρχεται.

Μπορείς να ειπής μαζί με τον προφήτην Δαβίδ: «Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον και, πάντα τα εντός μου, το όνομα το άγιον αυτού» (Ψαλ. 102, 1). Ανταποκρίνεσαι εις την αγάπην του Κυρίου, όπως ο ίδιος παραγγέλει: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου» (Ματθ. κβ' 37). Αγαπάς και αναζητείς τον Νυμφίον σου Χριστόν όπως η ασματίζουσα Νύμφη, η οποία διακαώς επιποθεί αυτόν και λέγει: «εύρον ον ηγάπησεν η ψυχή μου. εκράτησα αυτόν και ουκ αφήκα αυτόν, έως ου εισήγαγον αυτόν εις τον οίκον μητρός μου και εις ταμείον συλλαβούσης με» ('Ασμα γ' 4) 3.

Ψάλλε τον αναβαθμόν και σκίρτα από χαρά: «Η καρδία μου προς σε Λόγε υψωθήτω. και ουδέν θέλξει με των του κόσμου τερπνών, προς χαμαιζηλίαν» (αντίφωνον γ' του δ' ήχου). Ω ενυπόστατε Λόγε και Υιέ του Θεού, εις εσένα ας υψωθή η καρδία μου. Τούτο θα γίνη όταν μελετάς το άπειρον ύψος της μεγαλειότητος του Θεού, το ακατάληπτον της σοφίας του, το μέγεθος της δυνάμεώς του, το απεριόριστον της αγαθότητός του, την υπέρ νουν ωραιότητά του και το γλυκύτατον και υπερούσιον φως του. Εάν τούτο πράξης δεν θα γλυκαίνεται η επιθυμία σου εις τα τερπνά του κόσμου τούτου, ούτε θα αγαπάς την ματαιότητα, αλλά θα ανάψης από τον πόθον και την αγάπην του θεού. Ποίος το βεβαιοί αυτό; Ο Μέγας Βασίλειος. «Μακάριοι οι του αληθινού κάλλους φιλοθεάμονες» (Ερμηνεία εις τον μδ' Ψαλμόν).

Όσον περισσότερον αγαπάς τον Άγιον Θεόν, τόσον περισσότερον γνωρίζεις αυτόν, και τότε ψυχή μου, ελκομένη εκ της θεϊκής αυτής ηδονής, θα αποστρέφεσαι ευκόλως και θα καταφρονής κάθε ηδονήν του κόσμου τούτου. Δια τούτο και ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης είπε: «Ο γευσάμενος των άνω, ευχερώς των κάτω καταφρονεί, ο δε εκείνων άγευστος, επί προσκαίροις αγάλλεται» (Λόγος ιστ' 15). Δια τούτο φρόντιζε να εξαλείψης από την φαντασίαν σου τις εικόνες και τα είδωλα του κόσμου τούτου. να εκριζώσης από τα βάθη σου τις προλήψεις και τις αμαρτωλές επιθυμίες και δια της επιστροφής του νοός σου εις τον οίκον σου και της λειτουργίας της νοεράς και αδιαλείπτου προσευχής να αρχίζης να τρέφεσαι από τα κάλλη του ουρανού.

Καθώς τώρα παρατηρώ τα βάθη σου ψυχή μου, βλέπω ότι πολύ απέχεις από την πρώτη εικόνα σου που σου εδώρησε ο Τριαδικός Θεός και εμόλυνες την καλλονήν σου. Σπεύσον τώρα να ευπρεπίσης και να καλλωπίσης αυτήν. Ετοιμάσου λοιπόν και λέγε μαζί με την Νύμφην: «Έχω βγάλει τον χιτώνα της αμαρτίας, πώς να τον φορέσω πάλιν; Έπλυνα τους πόδας μου, πώς να τους λερώσω πάλιν;» (Άσμα ε' 3).

Γνωρίζεις, ψυχή μου, ποίος είναι ο καλύτερος στολισμός σου; Μη νομίσης πως είναι άλλος από την ελευθερία του νοός σου. Όταν αυτός είναι ελεύθερος, τότε αποφασίζει μόνος του και ελέγχει τον οίκον σου και δεν αφήνει να εισέλθη κανείς εις αυτόν.
Τί σημαίνει ελευθερία του νοός;
Σημαίνει την απομάκρυνσιν εξ αυτού παντός νοήματος. Τότε μόνον ο νούς είναι ελεύθερος, όταν δεν έχει κανένα λογισμό και κατευθύνεται ορμητικά προς τον θεό και προσκυνεί και δοξολογεί το Άγιον Όνομα Αυτού. Αποτέλεσμα της ελευθερίας του νοός είναι η κάλυψις της ψυχής υπό της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Αυτός είναι ο πραγματικός στολισμός της ψυχής.
Όταν όμως υπάρχουν άλλοι ένοικοι μέσα σου ψυχή μου, τότε αυτοί αποκτούν δικαιώματα και σε αποσπούν από την ενότητά σου και σε κατευθύνουν όπου θέλουν. Αυτό ακριβώς επισημαίνει και ο Νικήτας ο Στηθάτος λέγων: «Έως ότου η ψυχή στασιάζει κατά του εαυτού της και κινούνται άτακτα οι δυνάμεις της και δεν έγινε ακόμη δεκτική των θεϊκών ακτίνων, ούτε αξιώθηκε να ελευθερωθή από την δουλεία του σαρκικού φρονήματος, ούτε απόλαυσε την ειρήνη» (Φιλ. Τόμος Γ', Β' εκατοντάδα των φυσικών κεφαλαίων, 65).
Τί πρέπει να επιδιώκουμε κατά την ώραν της προσευχής;
Τούτο άριστα μας το υποδεικνύει ο Άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος λέγων: «Αν θέλωμε πραγματικά να ευαρεστήσωμεν εις τον Θεόν και να συνάψωμεν μαζί του την τρισμακάριστη φιλία, ας παρουσιάσουμε τον νουν μας γυμνόν εις αυτόν, χωρίς να σέρνουμε μαζί μας κανένα πράγμα του αιώνος τούτου, ούτε τέχνη, ούτε νόημα, ούτε δικαιολογία, ακόμη και αν γνωρίζουμε όλην την σοφίαν του κόσμου» (Φιλοκ. Τόμ. Α', σελ. 286, μθ').

Κατά τον Άγιο Νείλο, είναι μακάριος ο νους ο οποίος κατά την ώραν της προσευχής έχει αποδιώξει τις μορφές και τα σχήματα. «Μακάριος είναι ο νους ο οποίος κατά την ώραν της προσευχής απέκτησε τελείαν αμορφίαν» (Φιλοκ. Τόμος Α', σελ. 187).

Αυτή η γυμνότης του νοός ή η αμορφία είναι η πραγματική ελευθερία του νοός και δια εσένα ψυχή μου είναι ο ωραιότερος στολισμός και αγιασμός. Όταν το επιτύχη αυτό ο νους τότε κατατρυφά απερισπάστως και ακορέστως το θείον κάλλος. «Μακάριος ο νους, ο πάντα τα όντα περάσας και της αιωνίου μακαριότητος κατατρυφών» (Φιλ. Τόμος Β', σελ. 5. Μαξίμου του Ομολογητού, περί αγάπης κεφάλαια, Εκατοντάς Πρώτη, ιθ').
Ποίον είναι το άριστον φάρμακον δια να επιτύχη
κανείς αυτήν την κατάστασιν;
Είναι ο εγκλεισμός του νοός εις το βάθος της ψυχής. Ποίοι μας το εδίδαξαν και το εφήρμοσαν αυτό;

Πρώτον μας το εδίδαξεν ο Κύριος: «συ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις το ταμείον σου» (Ματθ. στ' 6). Ταμείον βέβαια εδώ εννοεί ο Κύριος το δωμάτιον, αλλά πολύ περισσότερον και το ενδότερον της καρδίας.

Την επιστροφήν αυτήν του νοός την διδάσκουν όλοι οι Νηπτικοί Πατέρες και λέγουν ότι πρέπει να γίνεται με την κλίσιν της κεφαλής και την κάμψιν του σώματος προς τα εμπρός. Ονομάζεται δε η επιστροφή αυτή υπό του Διονυσίου του Αεροπαγίτου κυκλική και απλανής κίνησις του νοός4.
Όπως η περιφέρεια του κύκλου έχει μια αρχή, αλλά επιστρέφει πάλι εις τον εαυτό της και ενώνεται, έτσι και ο νους, λέγοντας την ευχήν νοερώς, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με, δια της κυκλικής αυτής κινήσεως ο νους επιστρέφει εις την καρδίαν και ενώνεται μετ' αυτής5. Δια τούτο και ο εξοχώτατος Διονύσιος είπε: «Ψυχής δε κίνησις εστι κυκλική, η εις εαυτήν είσοδος από των έξω και των νοερών αυτής δυνάμεων η ενοειδής συνέλιξις ώσπερ εν τινι κύκλω το απλανές αυτή δωρουμένη» (Κεφ. δ' περί θείων ονομάτων).

Και ο Μέγας Βασίλειος δια την επιστροφήν αυτήν του νοός και τον εγκλεισμόν εις τα βάθη της ψυχής λέγει τα εξής αξιοπρόσεκτα λόγια: «Νους ο οποίος δεν διασκορπίζεται προς τα έξω και δεν διαχέεται από τας αισθήσεις εις τον κόσμο, επιστρέφει προς τον εαυτόν του και δια του εαυτού του αναβαίνει εις την έννοιαν του Θεού. και με εκείνο το κάλλος περιλαμπόμενος και ελλαμπόμενος, λησμονεί ακόμη και την ίδια του την φύσι, δίχως να σύρεται η ψυχή του ούτε εις φροντίδα τροφής μήτε εις μέριμνα ενδυμάτων, αλλά, αφού παύση να ασχολήται με τις γήινες φροντίδες, όλην του την σπουδήν την μεταθέτει εις την απόκτησι των αιωνίων αγαθών» (Μ. Βασιλείου Έργα, ΕΠΕ, Τόμος 1, σελ. 67 - Επιστολή προς τον φίλον του Γρηγόριον).
Ο Αββάς Ισαάκ διδακτικώτατα προτρέπει: «Καταδίωξον τον εαυτόν σου και θέλει καταδιωχθή ο εχθρός σου από πλησίον σου. Ειρήνευσον μετά σου και έσεταί σοι ειρηνικός ο ουρανός και η γη. Σπούδασον να εισέλθης εντός του ταμείου της καρδίας σου και θέλεις ιδή το ταμείον το ουράνιον. διότι ένα είναι και τα δύο και δια μιας εισόδου συγχρόνως βλέπονται. επειδή η κλίμαξ εκείνης της Βασιλείας είναι εντός σου κεκρυμμένη» (Ασκητικοί Λόγοι, Αββά Ισαάκ, Λόγος Α', σελ. 110).

Εις αυτήν την επιστροφήν του νοός εις την καρδίαν χρειάζεται πολλή επιμονή και προσοχή, διότι ο νους καθώς είναι αγύμναστος, αποφεύγει αυτόν τον εγκλεισμόν και συνεχώς αποπηδά, επειδή είναι λεπτώτατος και ευκίνητος: «Ο νους εκείνων που μόλις πριν από λίγο μπήκαν εις αυτόν τον αγώνα και όταν συγκεντρώνεται, δραπετεύει συνεχώς και πρέπει αυτοί να προσπαθούν συνεχώς να τον επαναφέρουν. Τους διαφεύγει όμως καθώς είναι αγύμναστοι, διότι είναι πάρα πολύ δυσκολοπαρατήρητος και πιο ευκίνητος από οτιδήποτε άλλο» (Γρηγ. Παλαμά, Τόμος Δ', σελ. 127, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων). Και συνεχίζει ο Άγιος Γρηγόριος:

«Ο εσωτερικός άνθρωπος, μετά την παράβασι του Αδάμ, συνηθίζει να εξωμοιώνεται με τα εξωτερικά σχήματα, δια τούτο πως δεν θα βοηθήση πολύ εκείνον που καταγίνεται με προθυμία να στρέψη τον νουν του εις τον εαυτόν του, έτσι που να μην ακολουθή την «κατ' ευθείαν», αλλά την κυκλική κίνησι που είναι απλανής, το να μην περιφέρει τα μάτια του εδώ και εκεί, αλλά και να στηρίζει όπως σε κάποιο στήριγμα εις το στήθος του. Συστρέφοντας δηλαδή όσο μπορεί εξωτερικά τον εαυτόν του σαν κύκλο, παρόμοια με την κυκλική κίνησι του νοός του που επιδιώκει μέσα του, με το σχήμα αυτό του σώματος θα στείλη μέσα εις την καρδιά και την δύναμι του νου που διαχέεται έξω με την όρασι».

Η επιστροφή αυτή προς τον εαυτόν του είναι πάρα πολύ δύσκολο και κοπιαστικό έργο. Αν όμως υπομείνη με πολύ ταπείνωσι εις την επιστροφή αυτή του νοός του εις την καρδίαν και τον εγκλεισμόν επί πολύν χρόνον εντός της καρδίας και επιτύχει την ανύψωσίν του προς τον Θεόν, εμποδίζοντας με ισχυρή βία την τάσι της διανοίας να ασχολήται με πολλά θέματα, τότε πλησιάζει προς τον Άγιο Θεό νοερά και γεύεται από τώρα την αιώνιο ζωή και τα αγαθά που χαρίζει ο Κύριος, όπως λέγει ο ιερός ψαλμωδός «γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» (Ψαλ. 33, 9).
Την δυσκολίαν του έργου αυτού, αλλά και τα αγαθά που αναμένουν όσους υπομείνουν αυτόν τον κόπον υπογραμμίζει σαφέστατα ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο καθηγητής της νοεράς προσευχής, λέγων: «Οποιοσδήποτε κόπος άλλης αρετής είναι μικρός και ευκολότατος, αν συγκριθή με αυτόν. Δια τούτο και πολλοί που αφήνουν την προσπάθεια εξ αιτίας της στενοχώριας της προσευχητικής αρετής, δεν αξιώνονται να φθάσουν τον πλούτο των θείων χαρισμάτων. Εκείνοι όμως που υπομένουν, τους περιμένουν μεγαλύτερες εκδηλώσεις της θείας βοηθείας, σύμφωνα με τον λόγο του προφήτου: «Όσοι υπομένουν, θα βγάλουν φτερά. θα ανανεωθή η ισχύς τους» (Ησαΐας 40, 31)» (Γρηγορίου Παλαμά, Τόμος Δ' Περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, σελ. 133).

Μεγαλύτερος εργάτης του εγκλεισμού του νοός εις την καρδίαν και εκφραστής όλων των καταστάσεων της νοεράς προσευχής κατά τους νεωτέρους χρόνους, νομίζω, πως δεν είναι άλλος, παρά ο παππούς Ιωσήφ. Περιγράφει πολύ παραστατικά τον κόπον, αλλά και τον πόλεμον που εδέχετο από τα φοβερά δαιμόνια, επειδή ασκούσε αυτό το ιερό έργον: «Έκτοτε λοιπόν ήρχισαν οι άγριοι πόλεμοι, όπου δεν με άφηναν ησυχίαν ημέραν και νύκτα. Άγριοι πόλεμοι! Μήτε ώρα να ησυχάσω. Επίσης και εγώ μανίαν εις αυτούς. Εξ ώρας καθήμενος εις προσευχήν τον νουν δεν εσυγχώρουν να βγη από την καρδίαν. Από το σώμα μου ο ιδρώτας έτρεχεν ωσάν βρύσι. Ξύλον αλύπητα. Πόνος και δάκρυα. Νηστεία και ολονύκτιος αργυπνία. Και επί τέλους κατέπεσα.

Όλα οκτώ έτη κάθε νύκτα μαρτύριον. Έφευγαν οι δαίμονες και εφώναξαν. Μας έκαψε! Μας έκαψε! Όπου έτυχε μίαν νύκτα και τους ήκουσε και ο πλησίον μου αδελφός ξενιζόμενος, ποίοι ήσαν αυτοί όπου εφώναζαν» (Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας, έκδοσις Ι. Μονής Φιλοθέου, σελ. 210).

Δια να έχη καρπόν αυτή η κατάστασις της νοεράς προσευχής χρειάζεται πολύ προσοχή και νήψι, δια τούτο και επισημαίνει: «Θα κουρασθής πολύ, έως ότου καταλάβης ότι προσευχή χωρίς προσοχή και νήψι είναι απώλεια χρόνου. κόπος χωρίς πληρωμήν. Πρέπει εις όλας τας αισθήσεις μέσα και έξω να στήσης φύλακα την προσοχήν. Διότι χωρίς αυτής ο νους και αι δυνάμεις της ψυχής διαχέονται εις τα μάταια και συνήθη, ωσάν, το άχρηστο νερό που τρέχει στους δρόμους» (Ενθ' ανωτέρω, σελ. 42).

Και ο Γέροντας Εφραίμ μας συμβουλεύει: «Τον νουν μας να τον τοποθετήσωμεν ωσάν φρουρόν, ωσάν επιστάτην, να παρακολουθή τον ενδιάθετον λόγον που λέγει την ευχή. επίσης να προσέχη την φαντασία, να μη δεχθή καμμία εικόνα» (Γέροντος Εφραίμ: Πατρικαί Νουθεσίαι, έκδοσις Ι. Μονής Φιλοθέου, σελ. 115).

Ο Γέροντας Εφραίμ επεξέτεινε και ανέλυσε περισσότερον την περιεκτικήν διδασκαλίαν του Γέροντός του Ιωσήφ και θεωρείται και πράγματι είναι σήμερα ο κυριώτερος διδάσκαλος της νοεράς προσευχής. Κατόρθωσε να μεταφέρη το έργον της Νηπτικής παραδόσεως του Αγίου Όρους εις πολλά του πνευματικά παιδιά εις τον κόσμον και κυρίως εις τα νέα φυτώρια των μοναστηριών που εφύτευσε εις Καναδά και Αμερικήν. Η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου εις την Αριζόνα, την οποίαν έχει καταστήση κέντρον του πνευματικού του έργου, μέλλει να αναδειχθή εις μια μεγάλη Λαύρα, της οποίας η προσφορά εις τον σύγχρονον κόσμον θα είναι ανυπολόγιστη.

Πατρικά, ο Γέροντας Εφραίμ μας νουθετεί: «Βιάζεσθε, παιδιά μου, εις την ευχήν του Ιησού μας. Αυτή θα γίνη τα πάντα. και τροφή και πόμα, και ένδυμα και φως και παρηγοριά και ζωή πνευματική. Τα πάντα γίνεται εις τον κατέχοντα ταύτην. Χωρίς αυτήν το κενόν της ψυχής δεν ικανοποιείται. Τον Χριστόν θέλετε να αγαπήσετε; Την ευχήν νοσταλγήσατε και την ταπείνωσιν εγκολπώσασθε και τότε θα γνωρίσητε ότι η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν» (Γέροντος Εφραίμ, Ενθ' ανωτέρω, σελ. 108).
Επίλογος
Ο νους εκ νεότητος είχε συνηθίσει να διασκορπίζεται εις τα πράγματα του κόσμου και οι φαντασίες και οι πονηροί λογισμοί ευρήκαν έτσι τη ευκαιρίαν να εισέλθουν εις την καρδίαν, με την αδράνειαν αυτήν του νοός. Δια τούτο ο άνθρωπος γίνεται όχι ναός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, αλλά εργαστήριον της ανομίας και καταγώγιον των πονηρών πνευμάτων.

Ο νους τώρα δια της νοεράς προσευχής εισέρχεται εις την καρδίαν. Δια της επιστασίας του κλείεται η θύρα του ενδιαθέτου λόγου6 και δεν αφήνει τα πονηρά πνεύματα να λέγουν δι' αυτού τους πονηρούς λογισμούς τους οποίους θέλουν. Δια τούτο είπε ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Να κλείνης την θύρα του κελλιού σου για να μην εξέρχεται το σώμα σου, την θύρα της γλώσσης σου για να μην εξέρχωνται λόγια, και την εσωτερική πύλη της ψυχής σου για να μην εισέρχωνται τα πονηρά πνεύματα» (Ιωάννου του Σιναΐτου: Κλίμαξ, Λόγος ΚΖ', Περί ησυχίας, 17).
Η επιστροφή αυτή του νοός εις την καρδίαν και η επιμονή εις αυτήν την εργασίαν και η φυλακή και η τήρησις της νοεράς προσευχής καθιστούν τον νουν ικανόν να βλέπη τας κακάς κλίσεις της καρδίας του, τας πονηράς κινήσεις των λογισμών του, τας επιβουλάς και τας κλοπάς των πονηρών πνευμάτων.

Βλέπει εκεί εις το βάθος της καρδίας, όλα τα σφάλματά του καθαρά και επικαλείται τον Ιησούν εις βοήθειαν και πενθεί και μετανοεί και λυπείται και αποκτά ταπείνωσιν αληθινήν. Δια τούτο πάλι ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος είπε: «Την πνευματικήν σου κατάστασι θα σου την φανερώση η προσευχή σου. Οι θεολόγοι άλλωστε εχαρακτήρισαν την προσευχή καθρέπτη του μοναχού» (Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος ΚΗ', 38).

Την σπουδαιότητα της νοεράς προσευχής τονίζει και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης με τα εξής γλαφυρά λόγια: «Παρακαλώ λοιπόν θερμώς, να καταγίνησαι και εις την καρδιακήν ταύτην και νοεράν προσευχήν. Και ταύτην έχε έργον αδιάλειπτον και παντοτινόν, λαλών εν τη καρδία σου, δια του ενδιαθέτου λόγου το γλυκύ και κοσμοπόθητον και παντοπόθητον όνομα του Ιησού. τον Ιησούν νοών δια του νοός σου. τον Ιησούν ποθών και ακολουθών (κυνηγών) δια της θελήσεώς σου. προς τον Ιησούν επιστρέφων όλας τας δυνάμεις της ψυχής σου. και το παρά του Ιησού εκζητών έλεος μετά συντριβής και ταπεινώσεως» (Νικοδήμου του Αγιορείτου: Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, σελ. 121).

Ο διάλογος αυτός της μετανοίας, ο οποίος έχει Γραφικήν και Πατερικήν κατοχύρωσιν, εγράφη δια την αμαρτωλήν μου ψυχήν, όπως έλθη εις αίσθησιν και ίδη την ιδίαν αυτής γύμνωσιν και τα τραύματα αυτής και τακτοποιήση τα του οίκου αυτής, δια να μη αισχυνθή εν ώρα της εξόδου και της μελλούσης κρίσεως.
Η εμή αδυναμία ταύτα εσημείωσε μ.
21η Ιανουαρ. 2002 του Αγ. Μαξίμου του Ομολογητού.
Επίμετρον
Πώς θεραπεύεται ο μετεωρισμός;
Δια του εγκλεισμού του νοός εις τα βάθη της ψυχής. Όταν εισέλθη εκεί ο νους απεργάζεται το πνευματικό μέλι. Όπως η μέλισσα μέσα στην κυψέλη εγκλείεται και παρασκευάζει το μέλι, έτσι και ο νους.
Εγκλειόμενος εκεί ο νους, δίδει χαράν και δύναμιν εις την ψυχήν, διότι γίνεται μία σύναξις των δυνάμεων της ψυχής.
Ο νους πολλές φορές βλέπει εκεί το σκότος της ψυχής και την ασθένειαν αυτής. Η όρασις αυτή του νοός φέρει πένθος εις την ψυχήν εκ του οποίου προκαλούνται δάκρυα δια των οποίων καθαρίζεται η ψυχή. Έτσι ολίγον κατ' ολίγον αρχίζει να καθαρίζεται και να αποκτά αυτογνωσίαν και αληθινήν ταπείνωσιν.
Διατί αμαρτάνομεν;
Διότι αγνοούμεν την αξίαν και το κάλλος της ψυχής. Όταν η ψυχή διατηρή την τάξιν αυτής και δεν εκπίπτει εκ της αξίας όπου την έθεσε ο ποιητής, απολαμβάνει όλες τις δωρεές του Ουρανίου Πατρός και δεν έχει ουδεμίαν άλλην ανάγκην. Έχει εσωτερικήν παρηγορίαν και παράκλησιν.
Όταν όμως αποκόπτεται από την επικοινωνίαν μετά του Ουρανίου Πατρός, αρχίζει να στρέφεται προς τα κτίσματα και δια των αισθήσεων να απολαμβάνη αυτά. Η στροφή και η επιθυμία προς τα κτίσματα εμπεριέχει πολλάκις την αμαρτία και τον εξ αυτής θάνατον.
Η ψυχή ελησμόνησε το θείον κάλλος και την θείαν αυτής ευγένειαν και στρέφεται προς τα κτίσματα να παρηγορηθή. Από το σημείον αυτό αρχίζει η εκτροπή της ψυχής εκ της αληθείας και γίνεται η αρχή της αμαρτίας.
* * *
1. «Πρόσεχε, λοιπόν, σεαυτώ». Δηλαδή, ούτε τα δικά σου, ούτε τα γύρω από εσέ, αλλά πρόσεχε μόνον τον εαυτόν σου. Διότι άλλο πράγμα είμεθα ημείς οι ίδιοι και άλλο πράγμα τα δικά μας και άλλο τα γύρω από εμάς. Ημείς είμεθα η ψυχή και ο νους, διότι έχομεν πλασθή σύμφωνα με την εικόνα του κτίστου μας. Μ. Βασιλείου Έργα, Τόμος 6ος, σελ. 223. «Ο λύχνος του σώματος εστιν ο οφθαλμός. Εάν ουν ο οφθαλμός σου απλούς η, όλον το σώμα σου φωτεινόν έσται...» (Ματθ. στ' 22).
2. Ι. Δαμασκηνού έργα, Ε.Π.Ε. Τόμος 1, σελ. 213.
3. Οίκος και ταμείον είναι η καρδία του ανθρώπου. Μήτηρ και συλλαβούσα είναι η Σοφία του Θεού, η οποία τα πάντα εποίησε, καθώς και την καρδίαν.
4. Μόνον η κυκλική αυτή κίνησις του νοός είναι απλανής, επειδή εις αυτήν δεν μπορεί να εισέλθη η πλάνη του διαβόλου. Εις τας δύο άλλας κινήσεις του νοός, την ευθείαν και ελικοειδή προχωρεί η πλάνη και η απάτη του διαβόλου. Κατά τον Διονύσιον Αεροπαγίτην.
Ευθεία κίνησις του νοός είναι: όταν ο νους από τις εικόνες των αισθητών πραγμάτων αναβιβάζεται εις την νοητήν αυτών θεωρίαν.
Ελικοειδής δε κίνησις του νοός είναι: όταν ο νους φωτίζεται τας θείας γνώσεις όχι νοερώς, αλλά συλλογιστικώς και μεταβατικώς. Αποτελεί δηλ. μικτήν κίνησιν κυκλικής και ευθείας.
Δια τούτο ασφαλεστέρα είναι η κυκλική κίνησις του νοός, η οποία επιτυγχάνεται δια της επιστροφής του νοός εις την καρδίαν και της νοεράς προσευχής που λέγεται ταυτοχρόνως.
5. Δια της προσευχής αυτής το σώμα λαμβάνει τρόπον τινά σχήμα κυκλικόν. Και ο προφήτης Ηλίας, όταν έλυσε εκείνην την πολυχρόνιον ξηρασίαν (Βλέπε Γ' Βασιλειών, ιη', 42) ανέβη εις το Καρμήλιον όρος, έσκυψε επί την γην και έθεσε το πρόσωπον αυτού ανάμεσα εις τα γόνατα αυτού. Δια ποίον λόγον; Δια να συγκεντρώση δια του τρόπου αυτού περισσότερον τον νουν του και φιλοπονώτερον να προσευχηθή προς τον Θεόν. (Φιλοκαλία τόμος Δ' Γρηγορίου του Παλαμά, Λόγος υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων σελ.127).
6. Ενδιάθετος λόγος είναι: Ο νους χρησιμοποιεί το λογιστικόν, δηλαδή τον ενδιάθετον λόγον της καρδίας, δια του οποίου σκεπτόμεθα, κρίνομεν και αποφασίζωμεν, χωρίς να λαλή το στόμα. Αυτόν τον ενδιάθετον λόγον χρησιμοποιεί τώρα ο νους και λέγει την ευχήν: Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Περιοδικόν Ο Όσιος Φίλοθεος της Πάρου
Τεύχος 5 Μάιος - Αύγουστος 2002
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη" 

"Μετεωρισμός" ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ



Απόδοση στη νέα Ελληνική: Αντώνιος Γαλίτης


    αμέσως κάλεσε γρήγορα το Χριστό να σε υπερασπιστεί

    Να φρουρείς το νου σου με πάρα πολύ μεγάλη ακρίβεια. Όταν λοιπόν αντιληφθείς κάποιο λογισμό, αντιμίλησε σ' αυτόν, και αμέσως κάλεσε γρήγορα το Χριστό να σε υπερασπιστεί. Και ο γλυκύς Ιησούς, ενώ ακόμα θα μιλάς, θα σου πει: «Εδώ είμαι για να σου δώσω βοήθεια»(52). Αφού όλοι οι εχθροί με την προσευχή καθησυχάσουν, εσύ πάλι πρόσεχε στο νου σου. Ιδού νέα κύματα, περισσότερα από τα πρώτα, έρχονται απανωτά και πάνω τους κολυμπά η ψυχή. Αλλά να πάλι ο Ιησούς. Τον ξυπνά ο μαθητής και ως Θεός επιτιμά τους πονηρούς ανέμους(53). Όταν βρεις άνεση από τον πόλεμο κάποια ώρα ή στιγμή, δόξασε Εκείνον που σε έσωσε και έχε τη μνήμη του θανάτου.   
    → Όσιος Φιλόθεος ο Σιναΐτης
    Επειδή η ψυχή διακρίνεται σε τρεις δυνάμεις

    Επειδή η ψυχή διακρίνεται σε τρεις δυνάμεις κι αποτελείται από τρία μέρη, το λογιστικό, το θυμικό και το επιθυμητικό, και είναι άρρωστη και στα τρία, ο Χριστός, θέλοντας να τη θεραπεύσει, άρχισε εύλογα τη θεραπεία από το τελευταίο, την επιθυμία. Υλικό που εξάπτει το θυμικό είναι η επιθυμία που δεν ικανοποιείται, κι ο μετεωρισμός της διάνοιας προέρχεται από το ότι και τα δύο αυτά νοσούν. Και δεν μπορεί ποτέ να θεραπευτεί ούτε το θυμικό, αν δε θεραπευτεί πρωτύτερα η επιθυμία, ούτε το λογιστικό, αν δε θεραπευτούν προηγουμένως τα άλλα δύο.   
    → Γρηγόριος ο Παλαμάς (Άγιος)
    Η κατά Θεόν ανάγνωση

    Η κατά Θεόν ανάγνωση πρέπει να γίνεται για να μην περιπλανιέται ο νους εδώ και εκεί. Αυτή είναι η αρχή της σωτηρίας, γιατί ο εχθρός μισεί, καθώς λέει ο Σολομών, τον ήχο που προειδοποιεί για τον ερχομό του(Παροιμ. 11,15)· όπως και ο ρεμβασμός της διάνοιας είναι η αρχή της αμαρτίας, καθώς λέει ο άγιος Ισαάκ.

    Εκείνος που θέλει να αποφύγει την αμαρτία τελείως, πρέπει το πιο πολύ να μένει στο κελί του. Αν τον κυριεύει η ακηδία, ας εργάζεται λίγο, όπως και ο απαθής και ο γνωστικός, για ωφέλεια άλλων και βοήθεια κάποιων ασθενών.

    Έτσι έκαναν οι μεγάλοι Πατέρες από συγκατάβαση και εξομοιώνονταν με τους εμπαθείς, από ταπεινοφροσύνη, γιατί μπορούσαν παντού να έχουν το Θεό μέσα τους και να σχολάζουν στην κατά Θεόν θεωρία, ακόμα και στο εργόχειρο και στην αγορά, όπως λέει ο μέγας Βασίλειος για τους πάρα πολύ τέλειους, ότι «αυτοί και ανάμεσα στο πλήθος είναι πάντοτε σαν μόνοι στον εαυτό τους και στο Θεό».

    Εκείνος τώρα που δεν τα έχει ακόμη αυτά, αλλά θέλει να δώσει διαζύγιο στην ακηδία, οφείλει να απορρίπτει κάθε συναναστροφή με τους ανθρώπους και τον υπέρμετρο ύπνο και να την αφήσει να του λιώσει το σώμα και την ψυχή, μέχρις ότου βαρεθεί και φύγει, διαπιστώνοντας την υπομονή του στην κατά Θεόν ακατάπαυστη σχολή και στην ανάγνωση και στην καθαρή προσευχή.

    Γιατί όταν ο εχθρός δει ότι είναι ικανός να κατορθώσει κάτι, εξακολουθεί να πολεμά· αλλιώς, υποχωρεί, ή τελείως ή προσωρινά. Γι' αυτό οφείλει εκείνος που θέλει να νικήσει τους εχθρούς, να έχει μεγάλη υπομονή· όποιος υπομείνει ως το τέλος, αυτός θα σωθεί(Ματθ. 10,22). «Είναι δίκαιο για το Θεό, λέει ο Απόστολος, να ανταποδώσει θλίψη σ' όσους μας λυπούν, και σ' εμάς που θλιβόμαστε, ανακούφιση»(Β΄ Θεσ. 1, 6-7).

        
    → Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός
    Πώς πρέπει να κρατάμε το νου

    Πώς πρέπει να κρατάμε το νου

    Κατάλαβε ότι κανείς δεν μπορεί να κρατήσει το νου, αν δεν τον κρατήσει το πνεύμα. Γιατί ο νους είναι ακράτητος, όχι από τη φύση του ως αεικίνητος, αλλά γιατί οικειοποιήθηκε την περιπλάνηση από την αμέλειά μας και συνήθισε σ' αυτήν απ' την αρχή. Με την παράβαση δηλαδή των εντολών Αυτού που μας αναγέννησε, χωριστήκαμε από το Θεό και χάσαμε τη νοερή αίσθηση και ένωση που είχαμε μαζί Του. Αφού ο νους γλίστρησε από κει και χωρίστηκε από το Θεό, σέρνεται παντού σαν αιχμάλωτος. Και δεν είναι δυνατό να σταθεί ο νους με άλλο τρόπο, εκτός αν υποταχθεί στο Θεό και τον σταματήσει Εκείνος και ενωθεί μαζί Του με ευφροσύνη και τον παρακαλεί συνεχώς και με επιμονή και του εξομολογείται κάθε μέρα νοερά όσα φταίει. Και ο Θεός συγχωρεί αμέσως τα πάντα σ' εκείνους που ζητούν και επικαλούνται συνεχώς το άγιο όνομά Του με ταπείνωση και συντριβή. Γιατί λέει ο Ψαλμωδός: «Να εξομολογείστε στον Κύριο και να επικαλείστε το άγιο όνομά Του»(Ψαλμ. 104, 1). Αλλά και η συγκράτηση της αναπνοής με το σφίξιμο του στόματος κρατάει το νου, αλλά μόνο μερικώς και διασκορπίζεται πάλι. Όταν όμως έρθει η ενέργεια της προσευχής, τότε κυρίως αυτή κρατάει το νου κοντά της και τον ευφραίνει και τον απαλλάσσει από την αιχμαλωσία. Εντούτοις καμιά φορά ενώ ο νους προσεύχεται και μένει μέσα στην καρδιά, η διάνοια περιπλανάται και μελετά άλλα. Αυτή δεν υποτάσσεται σε κανέναν, παρά στους τελείους με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, οι οποίοι έφτασαν στην αρρέμβαστη κατάσταση με τη δύναμη του Ιησού Χριστού.   
    → Γρηγόριος ο Σιναΐτης (Άγιος)
    Σταματούν το νου από την περιπλάνηση γύρω στα πάθη

    Σταματούν το νου από την περιπλάνηση γύρω στα πάθη, η ανάγνωση και η αγρυπνία, η προσευχή και η ψαλμωδία.   
    → Θαλάσσιος ο Λίβυος
    Τα υπερβολικά και παράκαιρα είναι λιγόκαιρα· βλάπτουν μάλλον και δεν ωφελούν.

    Το νου που περιπλανιέται τον σταματά η ανάγνωση, η αγρυπνία και η προσευχή. Την επιθυμία όταν ανάβει, την μαραίνει πείνα και κόπος και αποτράβηγμα από τους ανθρώπους. Το φρενιασμένο θυμό τον καταπαύει η ψαλμωδία, η μακροθυμία και το έλεος. Τα υπερβολικά και παράκαιρα είναι λιγόκαιρα· βλάπτουν μάλλον και δεν ωφελούν.   
    → Ευάγριος ο Ποντικός

Η σύνδεση της καρδιάς με τη νοερά προσευχή Γέροντας Εφραίμ, Προηγούμενος Ι.Μ. Φιλοθέου



Για να φθάσωμε όμως εδώ, θα βοηθήση πολύ ο τρόπος που λέγεται η ευχή, τον οποίον βέβαια ίσως έχετε ακούσει άλλοτε, ίσως έχετε διαβάσει. Πάντως τώρα θα τον συστηματοποιήσουμε για να τον εξασκήσουμε, διότι θα φέρη καλά αποτελέσματα.
Είπαμε ότι η καρδιά είναι το κέντρον όλων των κινήσεων, των ψυχικών και των διανοητικών, αλλά και των πόνων του σώματος. Ο κάθε πόνος ο σωματικός κτυπάει στην καρδιά. Και το δόντι στην καρδιά κτυπάει όταν πονά. Και το χέρι όταν πληγωθή και το νεφρό, και όλα στην καρδιά θα κτυπήσουν. Η καρδιά κινείται διά μέσω της αναπνοής, όταν παύση ο άνθρωπος να αναπνέη, σιγά – σιγά σταματάει και η καρδιά. Η καρδιά του ανθρώπου διά της εισπνοής δέχεται τον καθαρό αέρα, τον βγάζει και παίρνει άλλον, και έτσι σιγά – σιγά διατηρείται στη ζωή.
pray
Όταν λοιπόν αφήσουμε τον κανονικόν και φυσικόν ρυθμόν της εισπνοής και εκπνοής, και εισπνέουμε και εκπνέουμε αργά, γίνεται μια ανωμαλία στην φυσική εισπνοή και εκπνοή της καρδιάς. Οπότε όσο υπάρχει αυτή η ανωμαλία, δημιουργείται κάποιος πόνος, κάποια, ας το πούμε, στένωσι στην καρδιά, διότι δεν απολαμβάνει τον αέρα κατά τον ρυθμό της φύσεως. Δηλαδή αντί να τον δώσωμε σύντομα, τον δίνουμε τον αέρα πιο αργά. Ο πόνος που δημιουργείται κατά φυσική συνέπεια, έλκει τον νουν να προσέξη την καρδιά, και αυτή η έλξις του νού προς την καρδιά δημιουργεί την ένωσιν του νού και της καρδιάς. Όπως όταν πονάη το δόντι, ο νους γυρνάει – γυρνάει, και πάλι στον πόνο ξανάρχεται, έτσι και στην καρδιά.
Όταν θα αρχίσουμε να λέμε την ευχή με αραιά εισπνοή και εκπνοή θα δημιουργηθή, κατά φυσική συνέπεια, αυτός ο πόνος, αυτή η στενοχώρια στην καρδιά. Αυτή η στενοχώρια θα μας βοηθήση, ώστε ο νους να προσέξη την καρδιά. Λέγοντας λοιπόν την ευχή ρυθμισμένη με μια αραιά εισπνοή και εκπνοή ο νους θα κατεβαίνη στον πόνο, οπότε θα αποκλεισθή ο μετεωρισμός.
Αποκλειομένου του μετεωρισμού μ’ αυτόν τον τρόπον, ο νους θα βρή ησυχία, δεν θα βρή αιτία να σκορπισθή. Ο πόνος τον συνάζει.
Αυτή η μέθοδος με την αραιά εισπνοή και εκπνοή είναι απαιτητικό μέσο, μαζί με την προσοχή, ώστε να μη μας ξεφεύγη ο νους. Έτσι θα μπορέσουμε να κόψουμε τον μετεωρισμό, ο οποίος είναι η αφαίμαξις της ουσίας της προσευχής. Δηλαδή ο μετεωρισμός μας αφαιρεί την ωφέλεια της προφερομένης ευχής.
Αποκλείοντας λοιπόν τον μετεωρισμό δίνουμε αέρα στο νού, να είναι καθαρός και να προσέχη στην καρδιά. Αρχίζουμε λοιπόν να αναπνέουμε σιγά – σιγά και αναπνέοντας ενώνουμε και την προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Είτε μια ευχή, είτε δύο, είτε τρεις θα πούμε στην εισπνοή. Ύστερα εκπνέοντας πάλι θα ενώσουμε την προσευχή. Τρεις φορές θα την πούμε στην εκπνοή και δύο στην εισπνοή, όπως μπορούμε· πάντως κατ’ αυτή την έννοια θα ρυθμίζουμε την ευχή με την αναπνοή.
Τώρα εάν μπορούμε να λέμε την ευχή νοερώς με αραιά εισπνοή και εκπνοή καλώς. Εάν όμως δυσκολευώμεθα διότι ο νους παθαίνει δυσκολία από τον πειρασμό, θα παίρνουμε αναπνοή από το στόμα και μπορεί να κουνιέται λίγο παραμικρό η γλώσσα μας και αυτό είναι ευεργετικό πολύ στην αρχή.
Αφού λοιπόν θα αδολεσχήσωμε κατ’ αυτήν την έννοια, ρυθμίζοντας την προσευχή με την αραιά εισπνοή και εκπνοή, θα αρχίση να δημιουργήται μέσα στην καρδιά μας ένας πόνος και ο νους θα κολλήση εκεί. Αμετακίνητα θα προσπαθή ο νους να είναι στην καρδιά.
Όταν παίρνουμε την εισπνοή από το στόμα ή από τη μύτη θα λέμε την ευχή, εν τω μεταξύ ο νους θα είναι στην καρδιά, θα παρακολουθή όχι την καρδιά, το σχήμα· δεν θα φανταζώμεθα το σχήμα της καρδιάς, αλλ’ ο νους θα προσέχη στην καρδιά χωρίς να την φαντάζεται. Απλώς θα τοποθετηθή ο νους στο μέρος της καρδιάς και δεν θα φανταζώμαστε την καρδιά, γιατί αν τη φανταζώμαστε σιγά – σιγά εισχωρεί πλάνη και θα κάνουμε μια φαντασιώδη προσευχή.
Απλανής είναι η προσευχή όταν γίνεται αμετεωρίστως, ασχηματίστως με ανίδεο νού, χωρίς ουδεμία μορφή, ουδέν σχήμα, τίποτε απολύτως. Ο νούς θα είναι καθαρός από κάθε φαντασία θεία και ανθρωπίνη. Ούτε Χριστό, ούτε Παναγία, ούτε τίποτε. Μόνο ο νους νοερώς θα βρίσκεται μέσα στην καρδιά, μέσα στο στήθος, τίποτε άλλο. Μόνο να προσέχη ότι βρίσκεται εκεί μέσα. Αλλά εν τω μεταξύ με την εισπνοή θα αρχίση να λέη ο νούς την ευχή χωρίς να φαντάζεται τίποτε άλλο. Η καρδιά σαν μηχανή θα δουλεύη την ευχή και ο νούς σαν ένας απλός θεατής θα παρακολουθή τα λόγια της ευχής. Αυτός είναι ο απλανής δρόμος της νοεράς προσευχής.

Ο ΜΕΤΕΩΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ


theophanΟΣΙΟΥ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Καθώς προσεύχεσαι, προσπάθησε να κρατάς το νου και την προσοχή σου μέσα στην καρδιά, πουθενά άλλου. Το ότι ο νους, ύστερ’ από λίγη ώρα προσευχής, φεύγει από την καρδιά, χάνει τη μνήμη του Θεού και μετεωρίζεται, δηλαδή περιπλανιέται και ρεμβάζει, φανερώνει αδυναμία αυτοσυγκεντρώσεως και υποσυνείδητη αδιαφορία για την προσευχή. Η ψυχή κατά βάθος δεν εκτιμά την άξια της προσευχής και δεν την αισθάνεται τόσο ως ανάγκη όσο ως καθήκον. Βιάζεται, λοιπόν, ν’ απαλλαγεί άπ’ αυτήν το συντομότερο, κάνοντας την όπως-όπως.
Να προσεύχεσαι με φόβο Θεού, επικεντρώνοντας την προσοχή σου στις έννοιες των λέξεων. Η ευχή του Ιησού και άλλες σύντομες προσευχές γεννούν στην καρδιά αισθήματα θεία, με τα οποία δεσμεύεται η προσοχή, παραμένοντας στη μνήμη του Κυρίου.
Να θυμάσαι, πάντως, ότι στην τελείωση και τη σωτηρία δεν φτάνει κανείς μόνο με την προσευχή, αλλά και με την παράλληλη καλλιέργεια όλων των αρετών. Όσο προοδεύουμε στην πνευματική ζωή, όσο δηλαδή μειώνονται τα πάθη μας και αυξάνονται οι αρετές μας, τόσο προοδεύουμε και στην προσευχή. Οι βασικότερες αρετές είναι: ο φόβος του Θεού, η αγνεία, η ταπείνωση, η μετάνοια, η υπομονή, η αγάπη. Όταν αυτές εμφανιστούν, ακολουθούν όλες οι άλλες και μαζί τους η προσευχή.
«Να φροντίσω περισσότερο για τη συνεπή εκτέλεση του καθημερινού προσευχητικού μου κανόνα ή για την προσοχή στην προσευχή;».
Η προσευχή δίχως προσοχή δεν είναι προσευχή. Γι’ αυτήν, επομένως, πρέπει να φροντίζεις περισσότερο. Συνάμα, όμως, να είσαι συνεπής και στην εκτέλεση του καθημερινού σου κανόνα. Να συμμετέχεις, επίσης, και στη λατρεία της Εκκλησίας μας. Να πηγαίνεις στο ναό συχνά, σε κάθε ακολουθία, αν τούτο είναι δυνατό, και να συμπροσεύχεσαι ευλαβικά με τους άλλους πιστούς.
Διάβασε στη «Φιλοκαλία» το απόσπασμα άπό το βίο του όσιου Μαξίμου του Καυσοκαλύβη, που έλαβε από την Ύπεραγία Θεοτόκο το χάρισμα της άδιάλειπτης προσευχής. Μιμήσου την πίστη και την αρετή του, για να γίνεις κι εσύ άξιος αύτης της μεγάλης δωρεάς. Δίχως αγώνα, τίποτα δεν θα κατορθώσεις.
Εθισμός στην προσευχή.
Έχετε τη συναίσθηση και βασανίζεστε από το λογισμό πως η συμμετοχή σας στη λατρευτική σύναξη ήταν όχι καλή, όχι ουσιαστική. Ό νους σας τριγύριζε έδω κι εκεί και την καρδιά σας αναστάτωναν άπρεπα αισθήματα. Σε τέτοιες περιπτώσεις να μετανοείτε αμέσως, να καταδικάζετε τον εαυτό σας και να βάζετε αρχή διορθώσεως. Άλλωστε, το τέλος της ακολουθίας δεν είναι τέλος και της προσευχής. Να εθίσετε, λοιπόν, το νου και την καρδιά σας σε διαρκή κατάσταση προσευχής. Αυτό μπορεί να συντελεστεί με την αδιάλειπτη ευλαβική μνήμη του Θεού και με την παράδοση του εαυτού σας στο θέλημα Του. Έτσι, όταν θ’ αφήνετε την ακολουθία, δεν θ’ αφήνετε την προσευχή. Μόνο θ’ αλλάζετε μια μορφή προσευχής με άλλη.
Να προσεύχεστε χρησιμοποιώντας τα λειτουργικά βιβλία, αλλά ν’ αρχίσετε σιγά-σιγά ν’ απευθύνετε και τα δικά σας λόγια στον Κύριο, λόγια που θ’ ανταπο-κρίνονται τόσο στις ψυχικές όσο και στις σωματικές ανάγκες σας.
Καμιά φορά η ψυχή μας επιθυμεί να στραφεί στόν Κύριο χωρίς συγκεκριμένη ανάγκη. Η επιθυμία αυτή οφείλεται απλά σε μια, ας την πω έτσι, δίψα του Θεού. Σ’ όποιο βαθμό και μ’ όποια μορφή κι αν εμφανιστεί μέσα σας, δεν πρέπει να την αφήνετε ανικανοποίητη. Την ίδια κιόλας ώρα ν’ αφοσιώνεστε στην προσευχή, όπου κι αν είστε, στο σπίτι, στη δουλειά, στο δρόμο.
Όσο πιο εγκάρδια ανταποκρίνεστε στο θείο τούτο κάλεσμα, όσο πιο θερμά ικανοποιείτε τον άγιο τούτο πόθο, τόσο πιο συχνά θα εμφανίζεται, τόσο πιο πολύ θα διαρκεί, τόσο πιο βαθιά θα ριζώνει.
( Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Χειραγωγία στην πνευματική ζωή, Ι. Μ. Παρακλήτου, Έκδ. ε΄, σ. 49-52)

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2020

Οι Ψαλμοί για να κερδίσετε ένα δικαστήριο.




Το άρθρο που ακολουθεί αφορά τους ψαλμούς που πρέπει να διαβάζονται όταν κάποιοι διώκονται νομικά αδίκως και επιθυμούν την απόκαλυψη της αλήθειας και την δικαίωση του ονόματος τους.
Ας επισημάνουμε όμως ποιοί είναι οι λόγοι που καθιστούν τους ψαλμούς αυτούς καταλληλότερους.
ΨΑΛΜΟΣ 34

Ο ψαλμός 34 υποδηλώνει την επείγουσα δέηση ενός ανθρώπου ο οποίος πολεμιέται αδίκως από μαχθηρούς,άπληστους και αχάριστους ανθρώπους.

Ο ψαλμός 34 μπορεί να διαιρεθεί σε 3 μέρη.

    ΣΤΊΧΟς 1-10 όπου με απόλυτην εμπιστοσύνη προς τον Κύριον ζητάμε την προστασία Του και την τιμωρία των όσων μας επιβουλεύονται.
    ΣΤΊΧΟς 11-18 περιγράφει την ανεξίκακον συμπεριφορά του ψαλμωδού προς τους αχάριστους. Ενώ τους ευεργέτησε θέλουν να τον βλάψουν.
    ΣΤΊΧΟς 19-28 επαναλαμβάνονται οι επικλήσεις πρός τον Κύριον για την άμεση επέμβαση του δικαίου και την προστασία της αρετής.

Ο συγκεκριμένος ψαλμός χρήζει ιδιαίτερης προσοχής γιατί εμπεριέχει φοβερές κατάρες.

Χρησιμοποιώντας λοιπόν τον ψαλμό αυτό ως προσευχή, οφείλομε να προασαρμόζωμε το νόημα αυτού πρός το καθήκον της ανεξικακίας το οποίο μας επέβαλλε ο Κύριος. Δεν είναι όμως για κανένα λόγο επιτρεπτό να ευχόμαστε ο Θεός να εξοντώσει τους εχθρούς μας.

Όσον αφορά τις φοβερές κατάρες είναι επιτρεπτό να τις επαναλαμβάνουμε κατά των αοράτων πνευματικών εχθρών,και όχι κατά των συνανθρώπων μας.

ΨΑΛΜΟΣ 34 (Μασ. 35)

Τῷ Δαυΐδ.

Ψαλ. 34,1          Δίκασον, Κύριε, τοὺς ἀδικοῦντάς με, πολέμησον τοὺς πολεμοῦντάς με.

Ψαλ. 34,1                  Δικασε και τιμώρησε, Κυριε, αυτούς, οι οποίοι με αδικούν. Πολέμησε αυτούς, οι οποίοι με πολεμούν και ζητούν να με εξοντώσουν.

Ψαλ. 34,2          ἐπιλαβοῦ ὅπλου καὶ θυρεοῦ καὶ ἀνάστηθι εἰς τὴν βοήθειάν μου,

Ψαλ. 34,2                 Αρπαξε στο παντοδύναμον χέρι σου όπλον και ασπίδα, σήκω επάνω και έλα εις βοήθειάν μου.

Ψαλ. 34,3          ἔκχεον ῥομφαίαν καὶ σύγκλεισον ἐξ ἐναντίας τῶν καταδιωκόντων με· εἶπον τῇ ψυχῇ μου· Σωτηρία σού εἰμι ἐγώ.

Ψαλ. 34,3                 Βγάλε από την θήκην της γυμνήν την ρομφαίαν και κλείσε από όλα τα σημεία τον δρόμον αυτών, οι οποίοι με καταδιώκουν. Πες εις την ψυχήν μου· Μη δειλιάζης, διότι εγώ είμαι η σωτηρία σου.

Ψαλ. 34,4          αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἐντραπήτωσαν οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχήν μου, ἀποστραφήτωσαν εἰς τὰ ὀπίσω καὶ καταισχυνθήτωσαν οἱ λογιζόμενοί μοι κακά.

Ψαλ. 34,4                 Ας καταισχυνθούν και ας κατεντροπιασθούν εκείνοι, οι οποίοι ζητούν να αφαιρέσουν την ζωήν μου. Ας στραφούν προς τα οπίσω τρεπόμενοι εις άτακτον φυγήν και ας κατεντροπιασθούν εκείνοι, οι οποίοι μελετούν και αποφασίζουν κακά εναντίον μου.

Ψαλ. 34,5          γενηθήτωσαν ὡσεὶ χνοῦς κατὰ πρόσωπον ἀνέμου, καὶ ἄγγελος Κυρίου ἐκθλίβων αὐτούς·

Ψαλ. 34,5                 Ας γίνουν σαν κονιορτός στο ισχυρόν φύσημα του ανέμου. Αγγελος Κυρίου ας επέλθη εναντίον αυτών ποδοπατών και συνθλίβων τον ένα επάνω στον άλλον.

Ψαλ. 34,6          γενηθήτω ἡ ὁδὸς αὐτῶν σκότος καὶ ὀλίσθημα, καὶ ἄγγελος Κυρίου καταδιώκων αὐτούς·

Ψαλ. 34,6                 Ας γίνη ο δρόμος κατά την πανικόβλητον άτακτον φυγήν των σκοτάδι και ολίσθημα, ώστε ούτε να βλέπουν ούτε και να ημπορούν να βαδίσουν ασφαλώς, άγγελος δε Κυρίου ας τους καταδιώκη συνεχώς·

Ψαλ. 34,7          ὅτι δωρεὰν ἔκρυψάν μοι διαφθορὰν παγίδος αὐτῶν, μάτην ὠνείδισαν τὴν ψυχήν μου.

Ψαλ. 34,7                 διότι, χωρίς εγώ να πταίσω τίποτε εις αυτούς, έστησαν κρυφίως δολίαν παγίδα με τον σκοπόν να πέσω εις λάκκον θανάτου, στον τάφον. Χωρίς καμμίαν αιτίαν και αφορμήν με ύβρισαν και με εχλεύασαν.

Ψαλ. 34,8          ἐλθέτω αὐτῷ παγίς, ἣν οὐ γινώσκει, καὶ ἡ θήρα, ἣν ἔκρυψε, συλλαβέτω αὐτόν, καὶ ἐν τῇ παγίδι πεσεῖται ἐν αὐτῇ.

Ψαλ. 34,8                 Ο αρχηγός των ας πέση και ας συλληφθή εις αφανή παγίδα, την οποίαν δεν γνωρίζει. Και η παγίς, την οποίαν έκρυψε δι’ εμέ, ας συλλάβη αυτόν τον ίδιον. Ας πέση εις την παγίδα αυτήν, που έστησε δι’ εμέ.

Ψαλ. 34,9          ἡ δὲ ψυχή μου ἀγαλλιάσεται ἐπὶ τῷ Κυρίῳ, τερφθήσεται ἐπὶ τῷ σωτηρίῳ αὐτοῦ.

Ψαλ. 34,9                 Η ιδική μου ψυχή θα γέμιση από αγαλλίασιν δια την προστασίαν του Κυρίου, θα χαρή, θα δοκιμάση μεγάλην τέρψιν δια την σωτηρίαν, που μου εχαρισεν.

Ψαλ. 34,10         πάντα τὰ ὀστᾶ μου ἐροῦσι· Κύριε, τίς ὅμοιός σοι; ῥυόμενος πτωχὸν ἐκ χειρὸς στερεωτέρων αὐτοῦ καὶ πτωχὸν καὶ πένητα ἀπὸ τῶν διαρπαζόντων αὐτόν.

Ψαλ. 34,10               Ολα τα οστά μου, τα έως τώρα συντετριμμένα από την θλίψιν, αναζωογονημένα θα είπουν· Κυριε, ποιός άλλος είναι όμοιος με σέ; Κανείς. Συ είσαι εκείνος, ο οποίος σώζστον αδύνατον πτωχόν από τα χέρια των ισχυροτέρων και τον ταλαιπωρημένον και ενδεή άνθρωπον από εκείνους, που αρπάζουν τα υπάρχοντά του.

Ψαλ. 34,11         ἀναστάντες μοι μάρτυρες ἄδικοι, ἃ οὐκ ἐγίνωσκον, ἐπηρώτων με.

Ψαλ. 34,11                Οταν εδικάζετο η κατ’ εμού κατηγορία των, εσηκώθησαν εναντίον μου μάρτυρες ασυνείδητοι και συκοφάνται. Και με ερωτούσαν δια σφάλματα και παραπτώματα, δια τα οποία ούτε ιδέαν είχα.

Ψαλ. 34,12         ἀνταπεδίδοσάν μοι πονηρὰ ἀντὶ ἀγαθῶν καὶ ἀτεκνίαν τῇ ψυχῇ μου.

Ψαλ. 34,12               Μου ανταπέδιδαν κακά αντί των ευεργεσιών, που τους είχα κάμει, και πικράν θλίψιν ωσάν εκείνην, που γεύεται η ολομόναχη άτεκνος γυναίκα.

Ψαλ. 34,13         ἐγὼ δὲ ἐν τῷ αὐτοὺς παρενοχλεῖν μοι ἐνεδυόμην σάκκον καὶ ἐταπείνουν ἐν νηστείᾳ τὴν ψυχήν μου, καὶ ἡ προσευχή μου εἰς κόλπον μου ἀποστραφήσεται.

Ψαλ. 34,13               Εγώ όμως, όταν αυτοί με κατέθλιβον με τας συκοφαντίας των, εφορούσα το σάκκινον ένδυμα του πένθους και του πόνου. Εταλαιπωρούσα με νηστείαν την ζωήν μου και η προσευχή μου, αν δεν ωφελήση εκείνους εξ αιτίας της σκληροκαρδίας των, θα γίνη οπωσδήποτε δεκτή από σε και θα επιστρέψη σωτήριος και αγαθοποιός εις εμέ.

Ψαλ. 34,14         ὡς πλησίον, ὡς ἀδελφῷ ἡμετέρῳ οὕτως εὐηρέστουν· ὡς πενθῶν καὶ σκυθρωπάζων, οὕτως ἐταπεινούμην.

Ψαλ. 34,14               Εφερόμην προς τον καθένα από αυτούς ως προς φίλον μου και αδελφόν μου. Σαν άνθρωπος, που πενθεί και γίνεται κατηφής δια τον θάνατον προσφιλούς προσώπου, έτσι και εγώ τόσον πολύ εταπεινωνόμουν ενώπιόν των.

Ψαλ. 34,15         καὶ κατ᾿ ἐμοῦ εὐφράνθησαν καὶ συνήχθησαν, συνήχθησαν ἐπ᾿ ἐμὲ μάστιγες, καὶ οὐκ ἔγνων, διεσχίσθησαν καὶ οὐ κατενύγησαν.

Ψαλ. 34,15               Εκείνοι όμως εχαιρεκακούσαν εις βάρος μου. Συνηθροίσθησαν εναντίον μου, δια να με κτυπήσουν ανελέητα. Εγώ δε ούτε καν και υπωπτεύθην την συνωμοσίαν των. Διεσκορπίσθησαν όμως από τον Θεόν, και όμως δεν μετενόησαν. Δεν ησθάνθησαν κανένα κέντημα της συνειδήσεώς των.

Ψαλ. 34,16         ἐπείρασάν με, ἐξεμυκτήρισάν με μυκτηρισμῷ, ἔβρυξαν ἐπ᾿ ἐμὲ τοὺς ὀδόντας αὐτῶν.

Ψαλ. 34,16               Με επείραζαν, με περιγελούσαν με πολλήν καταφρόνησιν. Ετριζαν με αγριότητα εναντίον μου τα δόντια των.

Ψαλ. 34,17         Κύριε, πότε ἐπόψῃ; ἀποκατάστησον τὴν ψυχήν μου ἀπὸ τῆς κακουργίας αὐτῶν, ἀπὸ λεόντων τὴν μονογενῆ μου.

Ψαλ. 34,17               Κυριε, πότε θα επιβλέψης εις τα κακουργήματα των πονηρών ανθρώπων; Επανάφερε εις την χαρουμένην και ασφαλή κατάστασιν την ζωήν μου. Γλύτωσέ με από την κακουργίαν εκείνων. Περιφρούρησε την μίαν και μόνην ζωήν μου από τους εχθρούς μου, οι οποίοι σαν λέοντες ορμούν εναντίον μου.

Ψαλ. 34,18         ἐξομολογήσομαί σοι ἐν ἐκκλησίᾳ πολλῇ, ἐν λαῷ βαρεῖ αἰνέσω σε.

Ψαλ. 34,18               Τοτε εγώ θα σε δοξολογήσω με ευγνωμοσύνην πολλήν εν μέσω πολυαρίθμου συγκεντρώσεως. Εν μέσω πυκνοτάτου ακροατηρίου θα αναπέμψω προς σε ευχαριστήριους δοξολογίας.

Ψαλ. 34,19         μὴ ἐπιχαρείησάν μοι οἱ ἐχθραίνοντές μοι ἀδίκως, οἱ μισοῦντες με δωρεὰν καὶ διανεύοντες ὀφθαλμοῖς.

Ψαλ. 34,19               Ας μη χαιρεκακήσουν εις βάρος μου εκείνοι, οι οποίοι με εχθρεύονται αδίκως. Αυτοί, οι οποίοι τρέφουν αδικαιολόγητον μίσος εναντίον μου όσοι με νεύματα των πονηρών οφθαλμών συνεννοούνται, δια να με εξοντώσουν.

Ψαλ. 34,20         ὅτι ἐμοὶ μὲν εἰρηνικὰ ἐλάλουν καὶ ἐπ᾿ ὀργὴν δόλους διελογίζοντο.

Ψαλ. 34,20              Διότι δόλιοι αυτοί, με την γλώσσαν των ωμιλούσαν ειρηνικούς και καλούς λόγους προς εμέ. Εσωτερικώς όμως, λόγω του μίσους των, εσκέπτοντο δολιότητας εναντίον μου.

Ψαλ. 34,21         καὶ ἐπλάτυναν ἐπ᾿ ἐμὲ τὸ στόμα αὐτῶν, εἶπον· εὖγε, εὖγε, εἶδον οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν.

Ψαλ. 34,21               Ηνοιξαν διάπλατα το απύλωτον στόμα των και είπαν· Ωραία, θαυμάσια! Είδαν τα μάτια μας την καταστροφήν αυτού.

Ψαλ. 34,22         εἶδες, Κύριε, μὴ παρασιωπήσῃς, Κύριε, μὴ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ·

Ψαλ. 34,22              Βλέπεις, Κυριε, την μοχθηρίαν των. Μη την αντιπαρέλθης σιωπών. Και, Κυριε μη απομακρυνθής από εμέ, μη με εγκαταλείψης στον κίνδυνον.

Ψαλ. 34,23         ἐξεγέρθητι, Κύριε, καὶ πρόσχες τῇ κρίσει μου, ὁ Θεός μου καὶ ὁ Κύριός μου, εἰς τὴν δίκην μου.

Ψαλ. 34,23               Σηκω επάνω, Κυριε, δώσε προσοχήν εις την δικαίαν μου υπόθεσιν. Συ, ο Θεός μου και ο Κυριος μου, έλα συνήγορος και υπερασπιστής μου εις την αντιδικίν μου αυτήν.

Ψαλ. 34,24         κρῖνόν με, Κύριε, κατὰ τὴν δικαιοσύνην σου, Κύριε ὁ Θεός μου, καὶ μὴ ἐπιχαρείησάν μοι.

Ψαλ. 34,24              Κρίνε και δίκασέ με, δίκασε Κυριε, σύμφωνα με την δικαιοσύνην σου. Κυριε και Θεέ μου, μη επιτρέψης να καταδικασθώ αδίκως και χαρούν έτσι μοχθηράν χαράν εις βάρος μου οι εχθροί μου.

Ψαλ. 34,25         μὴ εἴποισαν ἐν καρδίαις αὐτῶν· εὖγε, εὖγε τῇ ψυχῇ ἡμῶν· μηδὲ εἴποιεν· Κατεπίομεν αὐτόν.

Ψαλ. 34,25               Ας μη είπουν· Εύγε μας, εύγε εις την ψυχήν μας· τον εξωλοθρεύσαμεν. Ας μη είπουν ότι τον εφάγαμεν και τον εξηφανίσαμεν πλέον οριστικώς.

Ψαλ. 34,26         αἰσχυνθείησαν καὶ ἐντραπείησαν ἅμα οἱ ἐπιχαίροντες τοῖς κακοῖς μου, ἐνδυσάσθωσαν αἰσχύνην καὶ ἐντροπὴν οἱ μεγαλοῤῥημονοῦντες ἐπ᾿ ἐμέ.

Ψαλ. 34,26              Ας καταισχυνθούν και ας κατεντροπιασθούν όλοι μαζή, όσοι δοκιμάζουν μοχθηράν χαράν δια τας δυστυχίας μου. Ας περιβληθούν, ωσάν μόνιμον ένδυμά των, αισχύνην και εντροπήν οι αλαζόνες, οι οποίοι κομπορρημονούν εναντίον μου.

Ψαλ. 34,27         ἀγαλλιάσθωσαν καὶ εὐφρανθήτωσαν οἱ θέλοντες τὴν δικαιοσύνην μου καὶ εἰπάτωσαν διαπαντός· μεγαλυνθήτω ὁ Κύριος, οἱ θέλοντες τὴν εἰρήνην τοῦ δούλου αὐτοῦ.

Ψαλ. 34,27               Ας γεμίσουν δε αγαλλίασιν και ας ευφρανθούν αυτοί, οι οποίοι θέλουν και επιθυμούν να μου αποδοθή η δικαιοσύνη και η ειρήνη. Και ας λέγουν πάντοτε όλοι, όσοι θέλουν την ειρήνην και ευτυχίαν του δούλου σου· Ας είναι δοξασμένος ο Κυριος.

Ψαλ. 34,28         καὶ ἡ γλῶσσά μου μελετήσει τὴν δικαιοσύνην σου, ὅλην τὴν ἡμέραν τὸν ἔπαινόν σου.

Ψαλ. 34,28              Τοτε ο νους μου θα μελετά και η γλώσσα μου θα διηγήται την προς εμέ δικαιοσύνην σου. Ολην δε την ημέραν θα σου αναπέμπη δοξολογίαν και ευχαριστίαν.

ΨΑΛΜΟΣ 123

Στον 123ο ψαλμό υπάρχουν 2 στροφές 1-5 όπου τονίζεται το γεγονός ότι άνευ βοήθειας Θεού το Ισραήλ θα εκαταστρέφετο.

Η Δεύτερη στροφή 6-8 εκδηλώνονται τα συναισθήματα πρός τον Κύριον που συνέτριψε την ολέθρια παγίδα

ΨΑΛΜΟΣ 123 (Μασ. 124)

Ψαλ. 123,1         Εἰ μὴ ὅτι Κύριος ἦν ἐν ἡμῖν, εἰπάτω δὴ Ἰσραήλ·

Ψαλ. 123,1                Εάν ο Κυριος δεν ήτο μαζή μας, βοηθός και υπερασπιστής μας, ας το ομολογήση λοιπόν όλος ο ισραηλιτικός λαός,

Ψαλ. 123,2         εἰ μὴ ὅτι Κύριος ἦν ἐν ἡμῖν ἐν τῷ ἐπαναστῆναι ἀνθρώπους ἐφ᾿ ἡμᾶς,

Ψαλ. 123,2               εάν ο Κυριος δεν ευρίσκετο μαζή μας, όταν οι εχθροί μας πάνοπλοι και ισχυροί εξηγέρθησαν εναντίον μας,

Ψαλ. 123,3         ἄρα ζῶντας ἂν κατέπιον ἡμᾶς ἐν τῷ ὀργισθῆναι τὸν θυμὸν αὐτῶν ἐφ᾿ ἡμᾶς·

Ψαλ. 123,3               ασφαλώς και βεβαίως ζωντανούς θα μας κστέπιναν, όταν η οργή των είχεν ανάψει εναντίον μας.

Ψαλ. 123,4         ἄρα τὸ ὕδωρ ἂν κατεπόντισεν ἡμᾶς, χείμαῤῥον διῆλθεν ἡ ψυχὴ ἡμῶν·

Ψαλ. 123,4               Το ορμητικόν ρεύμα του μίσους και της κακίας των θα μας κατεπόντιζε και θα μας κατέπνιγε. Ποταμόν ορμητικόν από εκείνους, που σχηματίζονται τον χειμώνα, θα διήρχετο η ψυχή μας.

Ψαλ. 123,5         ἄρα διῆλθεν ἡ ψυχὴ ἡμῶν τὸ ὕδωρ τὸ ἀνυπόστατον.

Ψαλ. 123,5               Ασφαλώς θα διήρχετο η ψυχά μας βαθύτατον ύδωρ, όπου πυθμήν δεν υπάρχει, και θα κατεποντίζετο.

Ψαλ. 123,6         εὐλογητὸς Κύριος, ὃς οὐκ ἔδωκεν ἡμᾶς εἰς θήραν τοῖς ὀδοῦσιν αὐτῶν.

Ψαλ. 123,6               Ας είναι όμως ευλογημένον και δοξασμένον το όνομά του Κυρίου, ο οποίος δεν μας αφήκε να γίνωμεν θήραμα και τροφή στους οδόντας των αγρίων αυτών θηρίων, των εχθρών μας.

Ψαλ. 123,7         ἡ ψυχὴ ἡμῶν ὡς στρουθίον ἐῤῥύσθη ἐκ τῆς παγίδος τῶν θηρευόντων· ἡ παγὶς συνετρίβη, καὶ ἡμεῖς ἐῤῥύσθημεν.

Ψαλ. 123,7               Η ζωη μας εγλύτωσεν από τα χέρια των, όπως το στρουθίον διαφεύγει την παγίδα των κυνηγών. Η παγίς των εχθρών μας συνετρίβη και ημείς διεσώθημεν.

Ψαλ. 123,8         ἡ βοήθεια ἡμῶν ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ ποιήσαντος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.

Ψαλ. 123,8               Η βοήθεια και η σωτηρία μας οφείλεται στον παντοδύναμον Κυριον μας, ο οποίος εδημιούργησε τον ουρανόν και την γη

Για να αποδώσει ένας ψαλμός πρέπει να γνωρίζετε ότι:

    Διαβάζετε κατά την διάρκεια της νύκτας. Η καλύτερη ώρα από 3-5 το πρωί.
    Διαβάζετε πάντα 3, 5, 7 φορές. Ποτέ μία ή σε ζυγό νούμερο.
    Κατά τη ανάγνωση έχουμε: Εισπνοή μέχρι το πρώτο σημείο στίξης. Κρατάμε την ανάσα για 10 χτ
    Πάντα καταλαβαίνουμε τι διαβάζουμε. Αν όχι χρησιμοποιούμε ψαλτήρι με μετάφραση.
    Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση πάντα κλείνουμε με τον αίνο 150ο ψαλμός μια φορά.

Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στη προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα Δ' Τόμος Φιλοκαλίας


Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στη προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα

Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στην προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα
Άλλοτε σε σκαμνί, το πιο πολύ, επειδή είναι κουραστικό? άλλοτε πάλι, πιο σπάνια, σε στρωσίδι προσωρινά, για κάποια άνεση. Πρέπει το κάθισμά σου αυτό να γίνεται με υπομονή, όπως λέει ο Απόστολος: «Να επιμένετε καρτερικά στην προσευχή»(Κολ. 4, 2), και να μην αδημονείς και σηκώνεσαι γρήγορα από τον οδυνηρό κόπο και τη νοερή φωνή και το αδιάκοπο σφίξιμο του νου. Γιατί λέει ο Προφήτης: «Με έπιασαν πόνοι σαν τη γυναίκα που γεννάει»(Ησ. 21, 3).
Αλλά σκύβοντας κατω και μαζεύοντας το νου μεσα στην καρδιά, αν βέβαια αυτή έχει ανοιχθεί, να επικαλείσαι τον Κύριο Ιησού να έρθει να σε βοηθήσει. Αν και θα κουραστούν οι ώμοι σου και συχνά θα πονά το κεφάλι σου, εσύ να έχεις καρτερία σ' αυτά με φιλοπονία και έρωτα, ζητώντας μέσα στην καρδιά σου τον Κύριο. «Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ' όσους βιάζουν τον εαυτό τους, και αυτοί την αρπάζουν»(Ματθ. 11, 12).
Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπέδειξε αληθινά να επιμένομε σ' αυτά και σ' αυτούς τους κόπους. Γιατί η υπομονή και η καρτερία σε όλα είναι που γεννούν τους κόπους και του σώματος και της ψυχής.
Πώς πρέπει να λέμε την ευχή
Οι Πατέρες είπαν ως εξής. Άλλος λέει: "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με", ολόκληρο. Άλλος το μισό: "Ιησού Υιέ του Θεού ελέησόν με", το οποίο είναι ευκολότερο για την αδυναμία του νου. Γιατί ούτε μπορεί κανείς αφεαυτού να επικαλεστεί μυστικά τον Κύριο Ιησού(Α΄ Κορ. 12, 3) μόνος χωρίς τη χάρη του Πνεύματος —τούτο μόνο με το Άγιο πνεύμα γίνεται καθαρά και τέλεια—, αλλά είναι σαν παιδί που ακόμη ψελλίζει, μην μπορώντας να αρθρώσει την ευχή ολοκληρωμένα. Δεν πρέπει όμως να αλλάζει συχνά τις επικλήσεις των ονομάτων από ραθυμία, αλλά αραιά για να εξασφαλίζεται η συνέχεια. Άλλοι τώρα διδάσκουν να λέμε την ευχή με το στόμα, και άλλοι με το νου. Εγώ λέω και με τα δύο. Γιατί άλλοτε αδυνατεί ο νους να τη λέει, από ακηδία, κι άλλοτε το στόμα. Γι' αυτό πρέπει να προσεύχεσαι και με τα δύο, και με το στόμα και με το νου, πλην όμως ήσυχα και ατάραχα, για να μην προκαλεί σύγχυση η φωνή στην αίσθηση και στην προσοχή του νου και εμποδίζει. Ώσπου να συνηθίσει ο νους στο έργο αυτό και να προκόψει και να δεχθεί δύναμη από το πνεύμα, ώστε να εύχεται ολικά και με δύναμη. Τότε πιά δε χρειάζεται να μιλάει με το στόμα —εξάλλου ούτε που μπορεί— αλλά αρκείται μόνο να κάνει ολόκληρη την εργασία με το νου.
Πώς πρέπει να κρατάμε το νου

Η προσευχή που απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα


Πηγαίνοντας μια Κυριακή στην Εκκλησία της σκήτης ο Αββάς Μακάριος, πού είχε χάρισμα από τον Θεό να διακρίνει με τα μάτια της ψυχής, όσα οι άλλοι δεν έβλεπαν με τα σωματικά τους μάτια, είδε την καλύβα κάποιου Μοναχού τριγυρισμένη από πονηρά πνεύματα.
Πολλά είχαν τη μορφή παιδιών, πού έκαναν κάθε λογής αταξία. Άλλα έμοιαζαν με άσεμνες γυναίκες. Χόρευαν, πηδούσαν κι έκαναν διάφορα ανόητα καμώματα…
Χωρίς άλλο, συλλογίσθηκε ο Όσιος, έχει κυριευθεί από αμέλεια ο Αδελφός, γι αυτό έχουν τόσο θάρρος μαζί του οι δαίμονες.
Σαν τελείωσε η Λειτουργία, πήγε και χτύπησε την πόρτα του Μοναχού:
– Ήλθα να σου ζητήσω μια χάρη, του είπε. Μετά χαράς, Αββά, αν περνά από το χέρι μου. Βρίσκομαι σε μεγάλη στενοχώρια και θέλω να προσευχηθείς για μένα στον Κύριο να με ανακουφίσει. Απόρησε ο Αδελφός, ακούγοντας τον Γέροντα να μιλά έτσι. Δεν είμαι άξιος, Αββά, να προσεύχομαι εγώ για, σένα, του είπε συνεσταλμένα. Δεν φεύγω από δω, επέμενε ο Όσιος, αν δε μου δώσεις υπόσχεση πως θα κάνεις κάθε βράδυ μια προσευχή για μένα. Έτσι τον ανάγκασε να υποσχεθεί. Το ίδιο βράδυ κιόλας προσευχήθηκε για τον Γέροντα. Ύστερα συλλογίστηκε:
– Παρακάλεσες, ταλαίπωρε, για ένα τέτοιον άγιο και για τον εαυτό σου δεν ζήτησες τίποτε
Πρόσθεσε έτσι άλλη μια προσευχή για τον εαυτό του. Το ίδιο έκανε και το άλλο βράδυ και το επόμενο. Ώσπου συνήθισε να λέει δυο προσευχές όλη την εβδομάδα. Την Κυριακή πέρασε πάλι έξω από την καλύβα του ο Όσιος. Οι δαίμονες βρίσκονταν εκεί, αλλά δυσαρεστημένοι. Κατάλαβε αμέσως πως η προσευχή του Αδελφού είχε αρχίσει να ενεργεί αποτελεσματικά. Μπήκε μέσα και τον παρακάλεσε να προσθέσει άλλη μια προσευχή για χάρη του. Εκείνος δέχθηκε με προθυμία. Κοντά στις δύο προσευχές πού έκανε τώρα για τον Γέροντα, πρόσθεσε δυο ακόμη για τον εαυτό του. Πέρασε άλλη μια εβδομάδα πού ο Αδελφός έλεγε τέσσερες προσευχές.

Η παγίδα της θρησκευτικότητας ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ


Η χριστιανική πίστη είναι «οδός ζωής». Είναι ένας δρόμος που συνεχίζεται όσο ζει ο άνθρωπος, χωρίς στάσεις και καθυστερήσεις. Είναι μια συνεχής κίνηση, παράλληλη με την καθημερινή ζωή και δραστηριότητα του ανθρώπου. Σ’ αυτό το δρόμο ο άνθρωπος αντιμετωπίζει έναν ανοιχτό κόσμο, γεμάτο αλλαγές και μεταβολές, πλήρη από αιφνιδιασμούς και απρόοπτα συμβάντα. Γι’ αυτό και ο ορίζοντάς του πρέπει να είναι πάντα ανοιχτός και η προοπτική του πάντα ευρεία, με αναπεπταμένο το πνευματικό πεδίο οράσεως. Ποτέ σχεδόν δεν ξέρει τι θα βρεθεί μπροστά του. Ποτέ δεν μπορεί να γνωρίζει από πρωτύτερα τι θα του τύχει στο επόμενο βήμα. Πάντα ελλοχεύει κάποιος νέος κίνδυνος, πάντα είναι δυνατή μια αλλαγή.
Αυτή η συνεχής πορεία έχει την ομορφιά της. Γιατί κρατά τον χριστιανό πάντα ξύπνιο και έτοιμο για το καινούριο, πάντα πρόθυμο να συναντήσει το απροσδόκητο, το αναπάντεχο. Ταιριάζει στην ανθρώπινη φύση, που συνέχεια αλλάζει. Ταιριάζει ακόμα και στα πράγματα, που επιφυλάσσουν πάντοτε νέες καταστάσεις. Έτσι η «οδός ζωής» είναι η ίδια η ανθρώπινη ζωή, όπως όμως τη φανέρωσε ο Χριστός στον κόσμο με την παρουσία του ανάμεσά μας.
Η συνεχής πορεία όμως είναι και το σημείο που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη δυσκολία, ακόμη και όταν είναι πορεία προς την ελευθερία. Ξέρουμε από την Έξοδο, πως οι Ισραηλίτες σύντομα βαρέθηκαν την πορεία στην έρημο του Σινά. Έφτασαν τότε στο σημείο να ζητήσουν από το Μωϋσή την επιστροφή στην υποδούλωση της Αιγύπτου, παρά να συνεχίσουν τον κοπιαστικό δρόμο προς τη γη Χαναάν. Η συνεχής εγρήγορση τους κούραζε, το άγνωστο, έστω και αν ήταν η γη της επαγγελίας, δεν μπορούσε να ισοσταθμίσει μέσα τους την απώλεια των αγαθών της Αιγύπτου, η καθημερινή αλλαγή τόπου τους έδινε το αίσθημα της ανεστιότητας.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει συχνά και με το χριστιανό. Η ζωή με τη μορφή της αδιάκοπης πορείας προς την τελειότητα, τον φοβίζει, τον αποκαρδιώνει, τον κάνει να αισθάνεται ψυχολογικά ανέστιος και πάροικος. Ακριβώς η αλήθεια αυτή, που έκανε τους αποστόλους και τους πιστούς των πρώτων αιώνων να αισθάνονται έτοιμοι για κάθε κίνδυνο και διωγμό, έγινε σήμερα βάρος για τους πολλούς. Προτιμούν πολλές φορές τη σιγουριά της επίγειας πόλης, παρά την προσδοκία της ουράνιας. Δε μιλάμε βέβαια για όσους χάνονται μέσα στο πέλαγος του υλισμού. Αυτοί δε γνώρισαν ποτέ την ομορφιά του ανοιχτού ουρανού, γιατί βυθίστηκαν στο τέλμα από νωρίς. Μιλάμε για όσους ξεκίνησαν και κάπου λιγοψύχησαν. Αυτοί πιάστηκαν στην παγίδα της θρησκευτικότητας. Διατηρώντας τους εξωτερικούς τύπους μετέβαλαν την «οδό ζωής» σε ένα τύπο, που μοναδικό σκοπό έχει να διασφαλίσει την πρόσκαιρη ζωή τους από αλλαγές επικίνδυνες για την επισφαλή εσωτερική τους ισορροπία. Έτσι η πίστη γίνεται μέσο για τον άνθρωπο, αντί να είναι ο τελικός του σκοπός. Τελικά η παραποιημένη αυτή πίστη, που καλύπτεται με το μανδύα της θρησκευτικότητας, γίνεται μια παγίδα που κρατά δέσμιο τον άνθρωπο και ανίκανο να συνεχίσει την πορεία προς την «άνω Ιερουσαλήμ».
Μια σαφή εικόνα της παγίδας της θρησκευτικότητας μας δίνει η ευαγγελική περικοπή, που είναι ένα τμήμα από την επί του όρους ομιλία του Χριστού, όπου αντιπαρατίθεται η «οδός ζωής» του πραγματικού μαθητή του Χριστού προς την εξωτερική θρησκευτικότητα των φαρισαίων. Ο Κύριος φέρνει τρία παραδείγματα, που δείχνουν καθαρά πού βρίσκεται η παγίδα της θρησκευτικότητας, της μεταβολής της πορείας σε στασιμότητα.
Το πρώτο παράδειγμα είναι από την προσευχή του ανθρώπου, από την προσφυγή του στο έλεος του Θεού. Λίγο πιό πριν ο Χριστός δίδαξε στους μαθητές του την Κυριακή προσευχή, το «πάτερ ημών». Είναι ένα σύντομο και περιεκτικό κείμενο, που συνειδητά αποφεύγει τη φλυαρία που επικρατούσε μέχρι τότε σ’ αυτό το σημείο. Και δεν είναι μόνο σύντομο, αλλά και νέο ως προς το περιεχόμενό του: βασικά ο χριστιανός ζητά από το Θεό δυο πράγματα, τον ερχομό της βασιλείας του και τη συχώρεση των ανομιών του. Είναι τα δυο αιτήματα που συνοψίζονται και στη σύντομη δέηση «Κύριε, ελέησον», που συνοψίζει την πατερική ασκητική παράδοση.
Ο κίνδυνος της θρησκευτικότητας ελλοχεύει όμως παντού, ακόμα και την ώρα της προσευχής. Εδώ εμφανίζεται με τη μορφή της αποκοπής της προσευχής από τη ζωή του ανθρώπου. Κι αυτό ακριβώς επισημαίνει ο Χριστός. Η προσευχή είναι σωστή και δραστική τότε μόνον, όταν συνοδεύεται από συχώρεση για τους ανθρώπους που μας έφταιξαν. Φαίνεται απλό και εφαρμόσιμο αυτό το σημείο. Στην πράξη όμως είναι αρκετά δύσκολο, αν δεν αποτελέσει αντικείμενο καθημερινής ασκήσεως. Η προσευχή γίνεται πολλές φορές για να υποβληθούν στο Θεό μια σειρά από αιτήματα, από τα πιό ανθρώπινα μέχρι τα πιό εξωφρενικά και παράδοξα. Πολλές φορές είναι ώρα ψυχικής ευφορίας, μια πνευματική φυγή από τον κόσμο και την πίκρα που μας γεμίζει. Η προσευχή είναι το σημείο που δε μπορούν να μας πειράξουν οι άλλοι. Έτσι την αντιμετωπίζουμε συνήθως. Κι έδώ ακριβώς βρίσκεται η παγίδα. Να μεταβάλλουμε την προσευχή σε πράξη εξωπραγματική, ουτοπική, έξω από τις καθημερινές αλλαγές της ζωής μας και κυρίως έξω από τις σχέσεις μας με τους άλλους. Ακριβώς αυτό τον κίνδυνο, τη μεταβολή της ζωντανής κοινωνίας με το Θεό μέσα στην καθημερινή πραγματικότητά μας σε μια θρησκευτική πράξη αποκομμένη από τη ζωή, αυτή την παγίδα επισημαίνει ο Χριστός. Αλλά δεν περιορίζεται στο να δείξει τον κίνδυνο. Δείχνει και πως μπορούμε να τον αποφύγουμε: με την αίτηση συγγνώμης από όσους βλάψαμε, από όσους πικράναμε, από όσους χωρίσαμε με το μίσος από την κοινωνία. Η κοινωνία με το Θεό είναι σωστή και δραστική, μόνο σαν αποκαταστήσουμε την κοινωνία μας με τούς συνανθρώπους, χωρίς μάλιστα να ρωτούμε αν εκείνοι έχουν το φταίξιμο. Αλλιώς η προσευχή μας είναι φαρισαϊκή, θρησκευτικός τύπος…
Το δεύτερο παράδειγμα είναι πιό επίκαιρο, γιατί συνδέεται με τη νηστεία. Η νηστεία είναι από την ίδια τη φύση της θεσμός, που εύκολα μπορεί να γίνει αφορμή για μια εξωτερική ικανοποίηση του ανθρώπινου εγωισμού και για μια ψεύτικη υπεροχή απέναντι σ’ όσους δε νηστεύουν. Στην εποχή του Χριστού οι φαρισαίοι διακρινόταν ακριβώς από την τήρηση της νηστείας από τους άλλους Ιουδαίους. Και όχι μόνο δεν έκρυβαν, αλλά διατυμπάνιζαν τη νηστεία τους, για να υπογραμμίσουν την υπεροχή τους, τη θρησκευτική τους ανωτερότητα. Ο Χριστός καταδικάζει αυτή τη μεταβολή της νηστείας από μέσο ανανήψεως σε αυτοσκοπό, σε αυτοπροβολή του θρησκευόμενου και σε τονισμό της ατομικότητάς του. Η νηστεία είναι ένα μέσο εγκράτειας και συγχρόνως μια δυνατότητα για κοινωνικό έργο. Είναι ανάμνηση της παραδείσιας κοινωνίας και πρόσκληση για φιλανθρωπική δράση. Η ανθρώπινη ματαιοδοξία όμως τη μετέβαλε σε τύπο και μέσο για αυτοπροβολή και αυτοδικαίωση. Όποιος υποκύψει στην παγίδα της θρησκευτικότητας, μεταβάλλει τη νηστεία σε εγωιστική προβολή, σε διαχωριστικό διάφραγμα που ξεχωρίζει τη δική του ευσέβεια από την ασέβεια των πολλών. Έτσι αντί να ενώνει, χωρίζει τους χριστιανούς. Η ιστορία της Εκκλησίας γνωρίζει τον κίνδυνο. Κιόλας στην αποστολική εποχή τον αντιμετωπίζει ο απόστολος Παύλος. Οι λόγοι του βρίσκονται στη συνέχεια των λόγων του Χριστού· «όσοι νηστεύουν ας μη κρίνουν αυτούς που δε νηστεύουν. Κι όσοι δε νηστεύουν ας μη περιφρονούν αυτούς που νηστεύουν».
Ο Χριστός φέρνει κι ένα τρίτο παράδειγμα που δείχνει πόσο εύκολα ξεγελιέται ο άνθρωπος και μεταβάλλει τη συνεχή πορεία σε στάση και αδιέξοδο. Είναι το ερώτημα: πού βρίσκεται ο θησαυρός του ανθρώπου; Εδώ φαίνεται πόσο βαθειά είναι ριζωμένος ο χριστιανισμός του. Γιατί η καρδιά μας βρίσκεται εκεί, όπου βρίσκεται και ο θησαυρός μας, τονίζει ο Κύριος.
Η απόκλιση εδώ γίνεται πιό εύκολα, γιατί συνδέεται άμεσα με την καθημερινή μας πράξη. Ο θησαυρός είναι αυτό που θεωρούμε πολύτιμο, αυτό που παρακαλούμε το Θεό να μας δώσει, αυτό που κυνηγούμε με το μόχθο μας και τον κόπο μας. Κι αυτό δεν είναι πολλές φορές η «βασιλεία του Θεού και η δικαιοσύνη αυτού», αλλά κάποιο καθαρά εγκόσμιο αγαθό. Τις περισσότερες φορές υποτάσσαμε σ’ αυτό το θησαυρό και τα πρόσωπα που μας περιβάλλουν. Τα πρόσωπα υπηρετούν τα πράγματα, κι όχι τα πράγματα τα πρόσωπα, όπως θα ήταν πιό σωστό, ακόμα και από καθαρά ανθρώπινη άποψη…
Η θρησκευτικότητα δε φαίνεται να παίζει κάποιο ρόλο εδώ. Η προσκόλληση στα επίγεια φαίνεται να μη μπορεί να συνδυαστεί με τη θρησκευτικότητα, έστω των τύπων. Κι όμως φαίνεται πως κι αυτό είναι δυνατό. Γιατί στην πράξη όλα τα κατορθώνει ο άνθρωπος, αρκεί να μη θιγεί ο θησαυρός του. Έτσι έκανε θεωρίες για τη χρησιμότητα του πλούτου, για την επιβράβευση των καλών χριστιανών με επίγεια αγαθά, για τη χριστιανική διαχείρισή τους κλπ. Κι όλα αυτά για να μη χάσει από τα χέρια του αυτό που υποκαθιστά το Θεό, τον επίγειο θησαυρό του. Κάνει τα αδύνατα δυνατά για να συνδυάσει την αναιμική πίστη του με την ειδωλολατρία του. Αρκείται σε μια ψεύτικη και υποτονική θρησκευτικότητα, αρκεί να έχει τη Βεβαιότητα του θησαυρού του.
Και τα τρία παραδείγματα έχουν κοινά γνωρίσματα. Δείχνουν πόσο εύκολα λησμονεί ο άνθρωπος την πορεία και παραμένει σ’ ένα ψεύτικο και πρόσκαιρο παρόν, νομίζοντας πως έτσι αποκτά ασφάλεια. Μα και συνάμα δείχνουν πόσο αισθάνεται στο βάθος της ψυχής του την ανάγκη να μείνει σ’ επαφή με το Θεό. Αυτός ο εσωτερικός διχασμός του εκφράζεται με τη δημιουργία μιας ρηχής θρησκευτικότητας, που όχι μόνο δε λύνει, αλλά επιτείνει το πρόβλημα. Είναι η ανώφελη και μάταιη προσπάθεια να δουλέψει συγχρόνως δύο κυρίους, παρά τη ρητή διαβεβαίωση του Χριστού πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Η ψεύτικη θρησκευτικότητά του τον εμποδίζει να δει καθαρά τα πράγματα και τον δένει σε μια γωνία με την ψευδαίσθηση της ασφάλειας. Έτσι όμως όσο περνά ο καιρός ξεμακραίνει από τον πορευμένο λαό του Θεού και μένει μόνος μέσα στην έρημο, αδύναμος και ανασφαλής.
Σ’ ένα του λόγιο ο Χριστός λέγει: «κανένας άνθρωπος που πιάνει το αλέτρι και βλέπει πίσω του, δε μπορεί να γίνει δεκτός στη Βασιλεία του Θεού». Το νόημα του λογίου είναι απλό. Όταν ακούσει κανείς την κλήση του Θεού, πρέπει να πάψει να ερωτοτροπεί με άλλα πράγματα. Είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την πορεία μαζί με την Εκκλησία, χωρίς κανέναν ενδοιασμό και χωρίς καμιάν απομάκρυνση από τους άλλους. Αλλιώς σύντομα θα βρεθεί έξω από το λαό του Θεού και μακριά από το Θεό. Ούτε μπορεί να σταματήσει. Γιατί έτσι θα ξεμοναχιαστεί και θα γίνει εύκολη λεία των εχθρών, του εγωισμού και της υποταγής στα πάθη, της ματαιότητας των υλικών θησαυρών και της ψεύτικης θρησκευτικότητας. Κι η ψεύτικη θρησκευτικότητα όχι μόνο δε σώζει, αλλά και απομακρύνει τον άνθρωπο από τη σωτηρία.
Η πανίδα της θρησκευτικότητας των τύπων και του εγωισμού δεν είναι ένα γνώρισμα του φαρισαϊσμού μονάχα. Κουρνιάζει δίπλα μας κάθε στιγμή, έτοιμη να μας κατασπαράξει πνευματικά. Γι’ αυτό η Εκκλησία μας καλεί σε συνεχή εγρήγορση. Σε πνευματική νήψη, που κρατά το πνεύμα ξύπνιο και την καρδιά έτοιμη για έγκαιρη αντίδραση.
(Β. Π. Στογιάννος, «Η Εκκλησία στην ιστορία και στο παρόν», εκδ. Π. Πουρναρά – Θεσ/νίκη, σ. 241-246)