Ζωντανές μεταδόσεις των εκδηλώσεων αγιοκατατάξης του οσίου Ιακώβου του εν Ευβοία 2 και 3 Ιουνίου 2018
H HELLAS SAT έχει προβεί στις δέουσες διευθετήσεις για να καλύψει
δορυφορικά σε υψηλή ανάλυση το Σάββατο 2 Ιουνίου και την Κυριακή 3
Ιουνίου 2018, τον Πατριαρχικό Εσπερινό και την Πατριαρχική Θεία
Λειτουργία, με αφορμή την Αγιοκατάταξη του οσίου Ιακώβου του εν Ευβοία,
του επονομαζόμενου και «Με συγχωρείτε», από την ιερά μονή Οσίου Δαυίδ
του Γέροντος στη Βόρεια Εύβοια.
Οι ιερές ακολουθίες του Εσπερινού και της θείας Λειτουργίας
θα μεταδοθούν από τις συνδρομητικές πλατφόρμες CYTA, PRIMETEL και
CABLENET από τον ραδιοτηλεοπτικό σταθμό 4E. Επιπλέον η θεία Λειτουργία
της Κυριακής θα μεταδοθεί σε ανοικτή ζώνη απο τον τηλεοπτικο σταθμο
CAPITAL.
Επίσης θα υπάρχει ζωντανή διαδικτυακή μετάδοση των ιερών ακολουθιών
και από το YOUTUBE στο κανάλι RumOrthodox
: https://www.youtube.com/user/RumOrthodox
Στο
νοτιοανατολικό τμήμα του ακριτικού αιγαιοπελαγίτικου νησιού της Σάμου
με τις απαράμιλλες φυσικές ομορφιές και την πλούσια πολιτιστική
κληρονομιά βρίσκεται το ιστορικό και γραφικό χωριό Μύλοι ανάμεσα σε
φημισμένους πορτοκαλεώνες και πυκνούς ελαιώνες. Το
μικρό αυτό χωριό της Σάμου, το οποίο κτίσθηκε κατά τον 16ο αιώνα στη
διάρκεια του επαναποικισμού από τους πρώτους εποικιστές που ήρθαν από
την Πάτμο μαζί με τον Νικόλαο Σαρακίνη και που για μεγάλο χρονικό
διάστημα ήταν η πρωτεύουσα του νησιού, συνδέθηκε στη μακραίωνη ιστορική
του πορεία και παράδοση με τον Άγιο Μακάριο τον Νοταρά Αρχιεπίσκοπο
Κορίνθου (1731 – 1805), τον
ακλινή και αμετακίνητο στην ορθόδοξη πίστη και την εκκλησιαστική
παράδοση ευκλεή ιεράρχη και θεοφόρο ασκητή, ο οποίος αναδείχθηκε
Γενάρχης του Φιλοκαλισμού, ένθερμος αλείπτης νεομαρτύρων, πολύτιμος
συγγραφέας και θαυματουργός άγιος. Ο
Άγιος Μακάριος, ο εκλεκτός αυτός γόνος της παλαιάς αρχοντικής
οικογένειας των Νοταράδων από τα Τρίκαλα Κορινθίας, μετά την αυθαίρετη
εκθρόνισή του από τον μητροπολιτικό θρόνο της Αποστολικής Εκκλησίας της
Κορίνθου το 1768 εξαιτίας της κήρυξης του ρωσοτουρκικού πολέμου,
επισκέφθηκε τη Ζάκυνθο, την Κεφαλληνία, την Ύδρα, την Πάτμο, τους
Λειψούς και την Ικαρία, όπου συνέδραμε τον Όσιο Νήφωνα τον Χίο
(1736-1809) στην ανέγερση και αποπεράτωση της παλαιφάτου Ιεράς Μονής
Ευαγγελισμού Θεοτόκου στην τοποθεσία Λευκάδα του Αγίου Κηρύκου. Μετά
την παραμονή του στο Άγιον Όρος, όπου κατέστη αρχηγέτης του πνευματικού
κινήματος των Κολλυβάδων, της περίφημης φιλοκαλικής αναγέννησης, μαζί
με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη (1749-1809) και τον Άγιο Αθανάσιο τον
Πάριο (1721-1813), υποστηρίζοντας με ένθερμο ζήλο τον αναστάσιμο
χαρακτήρα της Κυριακής και την ανάγκη για ανακαίνιση της λατρευτικής
ζωής της Εκκλησίας και την επιστροφή στην αρχαία εκκλησιαστική παράδοση,
διήλθε μετά τα μέσα του 18ου αιώνα κατά τη μετάβασή του προς τη Χίο και
την Πάτμο από το ιστορικό και εύανδρο νησί της Σάμου. Το
γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από τον Σάμιο ιερομόναχο Ισίδωρο
Κυριακόπουλο (1819-1882), ο οποίος στη συνταχθείσα υπ’ αυτού Ακολουθία
των Χαιρετισμών του Αγίου κάνει σχετική αναφορά: «Ὄρος σύ τό τοῦ
Ἄθω καταλείψας, τρισμάκαρ, μετέβης πρός τήν Χίον καί Πάτμον· καί τήν
Σάμον ἐν παρόδῳ ἰδών,… Χαῖρε, δι’ὅν καί ἡ Σάμος τιμᾶται·». Φτάνοντας στο νησί της Σάμου αναζήτησε κατάλληλο τόπο για προσευχή και άσκηση.
Η ίδρυση το 1999 του Εκκλησιαστικού Μουσείου Ύδρας «Ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς»
με πρωτοβουλία του ασκητικού και φιλαγίου Σεβασμιωτάτου Γέροντος
Μητροπολίτου πρώην Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κυρού Ιεροθέου αποτελεί
κορυφαίο γεγονός στην εκκλησιαστική ιστορία του αγιοτόκου και
αγιοβαδίστου νησιού της Ύδρας με την πλούσια κολλυβαδική παράδοση, αφού
συνέβαλε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην προβολή των εκκλησιαστικών
κειμηλίων και θησαυρών του μικρού, αλλά πλούσιου σε πολιτιστική
κληρονομιά νησιού του Αργοσαρωνικού.
Επιπλέον το Εκκλησιαστικό Μουσείο Ύδρας, το οποίο εγκαινιάσθηκε με
κάθε επισημότητα υπό του αοιδίμου Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και
πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου στις 15 Αυγούστου 2005, προβάλλει με
την ονοματοδοσία του μία εξέχουσα εθνικοθρησκευτική, οσιακή
και αλειπτική μορφή της Εκκλησίας μας με θεοπτικές εμπειρίες, χάρισμα
θεοσημειών και πλούσιο συγγραφικό έργο. Ο λόγος για τον Άγιο Μακάριο τον Νοταρά
Αρχιεπίσκοπο Κορίνθου (1731 -1805), ο οποίος άφησε ανεξίτηλη τη
σφραγίδα του στην Ύδρα με την ασκητική του παρουσία και το καρποφόρο
ιεροκηρυκτικό και αγιαστικό του έργο. Το γεγονός αυτό οδήγησε και στη
συναρίθμησή του στη χορεία των τοπικών αγίων του νησιού, αλλά και στην
ονοματοδοσία του Εκκλησιαστικού Μουσείου. Αξιοσημείωτο είναι και το
γεγονός, ότι προς τιμήν του Αγίου Μακαρίου του Νοταρά διοργανώθηκε στην
Ύδρα στις 20 Αυγούστου 2005 υπό την επιμέλεια του αειμνήστου Ομοτίμου
Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Στυλιανού Γ.
Παπαδοπούλου ημερίδα επ’ ευκαιρία της επετειακής συμπληρώσεως των 200
ετών από την οσιακή του Κοίμηση στις 17 Απριλίου 1805.
Ο
ακλινής και αμετακίνητος στην ορθόδοξη εκκλησιαστική πίστη και
παράδοση Άγιος Μακάριος γεννήθηκε το 1731 στα ιστορικά Τρίκαλα
Κορινθίας. Ο κατά κόσμον Μιχαήλ Νοταράς ήταν γόνος της επιφανούς και
αρχοντικής οικογένειας των Νοταράδων, η οποία διέθετε ισχυρή πολιτική,
οικονομική και κοινωνική ισχύ. Από την αριστοκρατική αυτή οικογένεια
προήλθαν εξέχουσες εκκλησιαστικές μορφές, όπως ο θαυματουργός πολιούχος
της Κεφαλληνίας Άγιος Γεράσιμος ο Νοταράς (1509-1579), ο εθνομάρτυρας
Λουκάς Νοταράς (+1453) και οι Πατριάρχες Ιεροσολύμων Δοσίθεος (+1707)
και Χρύσανθος (+1731). Ο Μιχαήλ διακρίθηκε από την παιδική του ηλικία
για τη σεμνότητα, την ευσέβεια, την αγάπη του προς τον συνάνθρωπο και
την κλίση του στη μοναχική ζωή. Τα πρώτα γράμματα διδάχθηκε στην
πατρίδα του, αλλά ο πόθος του για την ασκητική ζωή τον οδηγεί κρυφά από
τους γονείς του στο ιστορικό μοναστήρι του Μεγάλου Σπηλαίου στα
Καλάβρυτα. Επιστρέφει όμως στο πατρικό σπίτι, αφού ο πατέρας του δεν
δίνει τη συγκατάθεσή του γι’ αυτή του την επιλογή. Έτσι παραμένει στο
σπίτι μελετώντας ψυχωφελή βιβλία, ενώ δεν ανταποκρίνεται στην επιθυμία
του πατέρα του να συγκεντρώσει τα οφειλόμενα χρήματα από τα γύρω χωριά.
Μετά τον θάνατο του διδασκάλου του Ευσταθίου αναλαμβάνει ο ίδιος
καθήκοντα διδασκάλου για έξι χρόνια, όπου εργάζεται αμισθί για τη
μόρφωση των παιδιών της επαρχίας του.
Κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα διήλθε από την
Κεφαλληνία μία από τις πιο λαμπρές και χαρισματικές εκκλησιαστικές
μορφές, που κοσμούν το αγιολόγιο των νεοτέρων χρόνων και διδάσκουν με τη
ζωή και το έργο τους. Ο λόγος για τον θαυματουργό Άγιο Μακάριο τον
Νοταρά Αρχιεπίσκοπο Κορίνθου (1731 – 1805), ο οποίος αναδείχθηκε
ταπεινός και ευκλεής ιεράρχης, φωτεινός ασκητής και ουρανόσταλτος οδηγός
ψυχών, πολύτιμος συγγραφέας και Γενάρχης του Φιλοκαλισμού. Ο ακλινής
και αμετακίνητος στην ορθόδοξη πίστη και εκκλησιαστική παράδοση Άγιος
Μακάριος ο Νοταράς έζησε σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και απαιτητική εποχή, η
οποία είχε ανάγκη από μεγάλα πνευματικά αναστήματα, που να διακρίνονται
για την αγωνιστικότητα, την τόλμη και την αγάπη τους στην Εκκλησία.
Γεννημένος το 1731 στα ιστορικά Τρίκαλα Κορινθίας και έχοντας ως
φωτεινό πρότυπο τον συγγενή και συντοπίτη του, Άγιο Γεράσιμο Νοταρά
(1509 – 1579), δείχνει από νωρίς ιδιαίτερη κλίση στη μοναχική ζωή. Γι’
αυτό καταφεύγει στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα για να
γίνει μοναχός. Η έλλειψη συγκατάθεσης του πατέρα του τον αναγκάζει να
επιστρέψει στα Τρίκαλα, όπου τον διορίζει επιστάτη των γύρω χωριών για
να συγκεντρώνει τα οφειλόμενα χρήματα. Ο Άγιος όμως μοιράζει τα χρήματα
στους φτωχούς και μετά τον θάνατο του διδασκάλου του Ευσταθίου,
αναλαμβάνει ο ίδιος καθήκοντα διδασκάλου, εργαζόμενος έξι χρόνια αμισθί
για τη μόρφωση των παιδιών της επαρχίας του. Σε ηλικία μόλις 34 ετών
καλείται να ποιμάνει ως επίσκοπος την ιστορική και ευλογημένη Αποστολική
Εκκλησία της Κορίνθου, η οποία τιμήθηκε, δοξάστηκε και ευεργετήθηκε από
το πλούσιο και ανεπανάληπτο αναγεννητικό του έργο. Η κήρυξη όμως του
ρωσοτουρκικού πολέμου το 1768 διακόπτει την πλούσια δράση και το
πολύτιμο έργο του ταπεινού και χαρισματικού ιεράρχη της Κορίνθου. Έτσι
μετά από την αυθαίρετη και αντικανονική εκθρόνισή του συνεχίζει το
κηρυκτικό και ιεραποστολικό του έργο σε διάφορα νησιά της πατρίδος μας.
Ο πρώτος σταθμός ήταν το 1770 η Ζάκυνθος, αλλά η αγάπη και η ευλάβειά
του προς τον συγγενή του, τον Άγιο Γεράσιμο Νοταρά, τον οδήγησε στην
Κεφαλληνία για να προσκυνήσει το χαριτόβρυτο και άφθαρτο ιερό λείψανο
του Αγίου Γερασίμου, υποβάλλοντας έτσι ευλαβικά τον σεβασμό του στον
άγιο, τον οποίο είχε ως φωτεινό πρότυπο στην κατά Χριστόν ζωή του.
Αντιμήνσιο με υπογραφή του Αγίου Μακαρίου του Νοταρά
Αρχιεπισκόπου Κορίνθου. Φυλάσσεται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Ιεράς
Μονής Αγίου Ανδρέου Μηλαπιδιάς Κεφαλληνίας
Η άφιξη και η παραμονή στην Κεφαλληνία του θεοφόρου και ευκλεούς
επισκόπου της Κορίνθου Αγίου Μακαρίου συνοδεύτηκε όμως από θαυμαστά
σημεία και γεγονότα, που διακηρύσσουν με τον καλύτερο τρόπο τη ζωντανή
παρουσία του Θεού και των αγίων Του. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, που
μας παρέχουν τα σωζόμενα φιλολογικά συγγράμματα, ο Άγιος Μακάριος
έφτασε το 1771 στην Ιερά Μονή του Αγίου Γερασίμου στα Ομαλά της
Κεφαλληνίας για να προσκυνήσει το θαυματουργό λείψανο του Αγίου. Εκεί
συνέβη και το θαυμαστό γεγονός της εν πνεύματι συνάντησης του Αγίου
Γερασίμου με τον Άγιο Μακάριο, των δύο επιφανών γόνων της παλαιάς
αρχοντικής οικογένειας των Νοταράδων.
Από τους πλέον αγιασμένους, αλλά
ταυτόχρονα και τους λιγότερο γνωστούς ιερούς τόπους στο νησί της Χίου, είναι το
πάλαι ποτέ μονύδριο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλουκαι τα κοντινά σ΄ αυτό δύο ασκητήρια του Αγίου Μακαρίου Κορίνθου του
Νοταρά στις υπώρειες του όρους Αίπους.
Ο
Άγιος Μακάριος ο Νοταράς το 1793 1επανέρχεται στη Χίο για έκτη φορά, τώρα
όμως με τον ιερό σκοπό να παραμείνει σ' αυτήν όσο είναι το θέλημα του Θεού. Το
γιατί επέλεξε να παραμείνει σ' αυτό το νησί, οΆγιος Αθανάσιος ο Πάριος το αποδίδει σε «λόγοις απορρήτοις Θεού προνοίας»2. Με τον ερχομό του Αγίου
Μακαρίου η Χίος αναδεικνύεται σ' ένα από τα κέντρα της Φιλοκαλικής αναγεννήσεως.
Και πριν από αυτόν μόναζαν ήδη στη Χίο " Κολλυβάδες", που
συνεργάζονταν πνευματικά μαζί του, αλλά η παρουσία του και η μόνιμη εγκατάστασή
του σ' αυτό μετά το 1793 συνέτεινε καίρια ούτως ώστε πολλοί εξ αυτών να
προσέλθουν στο νησί. Στη Χίο λοιπόν και γύρω από τον Άγιο Μακάριο συνασκήθηκαν και εμπνευσθήκαν από αυτόν πολλοί
και ονομαστοί Φιλοκαλιστές όπως: ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, ο Όσιος Νικηφόρος
ο Χίος, ο επίσης Χίος μοναχός Νείλος ο Καλόγνωμος, ο Ιωσήφ από τα Φουρνά των Αγράφων, ο Ιωάσαφ ο Ρόδιος, ο Μελέτιος
Νικοµηδείας ο εκ Χίου, ο Δωρόθεος Πρώϊος
ο μετέπειτα Εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο μοναχός Κωνστάντιος από
τα Γούρα της Θεσσαλίας, οι Αγιορείτες μοναχοί Αβέρκιος, Γερβάσιος, και Σεραπίων
ιδρυτές της Μονής Βρεττού της Χίου και άλλοι.
Όπως
γράφει ο Χίος ιστορικόςκαι λόγιος Γεώργιος Ζολώτας, ο Άγιος
Μακάριος τα χρόνια της παραμονής του στη Χίο: «διήγαγεν … όντως ως άγιος, αυτήν
την φήμην και ζων και νεκρός έχων εν Χίω»3.
Ο δε Χίος Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Ανδρεάδης επισημαίνει τα εξής αξιομνημόνευτα
για την παρουσία και την επίδραση του Αγίου στους Χριστιανούς του μυροβόλου
νησιού της Χίου: Ο Άγιος Μακάριος «αγαπηθείς υπό των Ορθοδόξων αυτής κατοίκων
και αγαπήσας αυτούς μεν ως ίδια τέκνα, την δε Χίον ως ιδίαν πατρίδα του.
Μεγάλως ωφέλησε τους Χίους δια των εποικοδομητικών διδαχών αυτού, των
ευαγγελικών αρετών, αλλά και δια του ιδίου παραδείγματος, το οποίον ήτο τύπος
χριστιανικού βίου»4
Ο
Άγιος Μακάριος στο νησί της Χίου, επέλεξε ως τόπο για να ασκήσει την ισάγγελον πολιτείαν
του μοναχικού βίου, τον μικρό ναό των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, κοντά και
λίγο ψηλότερα από τον οικισμό του Βροντάδου, στις υπώρειες του όρους
Αίπους.Ο ναός αυτός, αν και ριζικά
ανακαινισμένος μετά τον σεισμό του 1881, διατηρείται μέχρι σήμερα και είναι
περισσότερο γνωστός ως ναός του Αγίου Μακαρίου, εξαιτίας του τάφου του Άγιου
που υπάρχει δίπλα σ' αυτόν.
Σύμφωνα
με τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη Ανδρεάδη «το μονύδριον των Αγίων Αποστόλων Πέτρου
και Παύλου άγνωστον πότε ιδρυθέν και υπό τινός»5.Αντίθετα ο
Παντελής Κοντογιάννης - βασιζόμενος σε προφορική παράδοση της περιοχής του
Βροντάδου - αναφέρει ότι τον ναό των
Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου είχαν ανεγείρει τρία αδέλφια, τα ονόματα των
οποίων και τη χρονολογία κτίσεως έχει απαλείψει ο πανδαμάτωρ χρόνος. Τα τρία
αυτά αδέλφια κληροδότησαν τον ναό και τα γύρω από αυτόν κτήματα στη
Δημογεροντία της Χίου6. Η
πληροφορία αυτή πρέπει να πλησιάζει, κατά τη γνώμη μας, στην αλήθεια, καθώς ο
Άγιος δεν παρέλαβε ένα οργανωμένο μικρό μοναστήρι, αλλά μόνο τον ναό των Αγίων
Αποστόλων - και αυτόν ασυντήρητο - χωρίς ούτε ένα κελί. Αλλά παράλληλα
επιβεβαιώνεται και από τον Άγιο Αθανάσιο, που αναφέρει ρητά ότι αυτός βρισκόταν
στην κατοχή της Κοινότητας της Χίου. Σύμφωνα λοιπόν με τον βίο του Αγίου
Μακαρίου, που συνέταξε ο ομόφρονάς του Άγιος Αθανάσιος Πάριος, αυτό τον ναό των
Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο ΝΟΤΑΡΑΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ (1731-1805) Ο ευκλεής ιεράρχης της Κορίνθου και Γενάρχης του Φιλοκαλισμού
Φορητή εικόνα του Αγίου
Μακαρίου Κορίνθου του 19ου αιώνα.
Φυλάσσεται πίσω από τον τάφο
του Αγίου στον Βροντάδο της Χίου
Μία από τις πιο λαμπρές και χαρισματικές
φυσιογνωμίες του αγιολογίου των νεοτέρων χρόνων, που αναδείχθηκε
ευκλεής και ταπεινός ιεράρχης, Γενάρχης του Φιλοκαλισμού, φωτεινός
ασκητής με χάρισμα θεοσημειών, ονομαστός αλείπτης νεομαρτύρων, πολύτιμος
συγγραφέας και θαυματουργός άγιος είναι ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς
Αρχιεπίσκοπος Κορίνθου, ο οποίος στις 17 Απριλίου 1805 παρέδωσε το
πνεύμα του στον Πανάγαθο Θεό στο μυροβόλο και αγιοτόκο νησί της Χίου.
Προικισμένος από τον Θεό με βαθιά πίστη και ευλάβεια, αλλά και με ζωηρό
αγωνιστικό φρόνημα, ταξιδεύει ακαταπόνητα όσο κανείς άλλος στα νησιά του
Αιγαίου και αφήνει παντού τη φιλόθεη βιοτή και αγιαστική του χάρη, ώστε
αναδεικνύεται σκεύος εκλογής του Κυρίου μας.
Ο Άγιος Μακάριος (κατά κόσμον Μιχαήλ
Νοταράς) γεννήθηκε το 1731 στα ιστορικά Τρίκαλα Κορινθίας. Ήταν γιος του
Γεωργαντά και της Αναστασίας και καταγόταν από την επιφανή και
αριστοκρατική οικογένεια των Νοταράδων, η οποία διέθετε ισχυρή πολιτική,
οικονομική και κοινωνική ισχύ. Από την ονομαστή αυτή οικογένεια
προήλθαν εξέχουσες εκκλησιαστικές μορφές, όπως ο θαυματουργός πολιούχος
της Κεφαλληνίας Άγιος Γεράσιμος ο Νοταράς (+1579), ο εθνομάρτυρας Λουκάς
Νοταράς (+1453) και οι Πατριάρχες Ιεροσολύμων Δοσίθεος (+1707) και
Χρύσανθος (+1731). Από τα παιδικά του χρόνια διακρίθηκε για την
ευσέβεια, τη σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη του, την αγάπη του προς τον
συνάνθρωπο και την κλίση του στη μοναχική ζωή, έχοντας ως φωτεινό
πρότυπο τον συγγενή και συντοπίτη του, Άγιο Γεράσιμο Νοταρά. Τα πρώτα
γράμματα διδάχθηκε στο ιστορικό μοναστήρι της Κοιμήσεως Θεοτόκου στη
Μεσαία Συνοικία των Τρικάλων. Στη συνέχεια μεταβαίνει στην Ιερά Μονή του
Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα για να λάβει το αγγελικό σχήμα.
ΣΤΗ ‘’ΧΩΡΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΚΑΛΙΑΣ’’ Η ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ, Η ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ
Ο ΖΟΦΟΣ ΤΟΥ ΛΕΓΟΜΕΝΟΥ ‘’ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ’’, ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΘΕΣΗ
(Απάντηση σε όσους Πανεπιστημιακούς
καθηγητές των Φιλοσοφικών Σχολών, δεν το αντιμετωπίζουν Ορθοδόξως
το θέμα τούτο)
Του
Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Δυστυχώς εκπαιδευτικοί της Μέσης
Εκπαίδευσης, αλλά κυρίως αρκετοί Πανεπιστημιακοί καθηγητές στις Φιλοσοφικές
Σχολές, το θέμα του λεγόμενου Ελληνικού ‘’διαφωτισμού’’, δεν το αντιμετωπίζουν
με την πρέπουσα Ορθόδοξη σοβαρότητα.
Επιπρόσθετα βρίσκουν αφορμή και οι
καθηγητές που εμφορούνται από αντιεκκλησιαστικό φρόνημα, να αφήσουν επικίνδυνες
αιχμές κατά του Πατριαρχικού θεσμού, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας
και όχι μόνο.
Φυσικά θα πρέπει να προσθέσουμε ότι
υπάρχουν και εκείνοι οι καθηγητές που δεν αντιλαμβάνονται το ολίσθημα της
εκκοσμίκευσης του λεγομένου Ελληνικού ‘’διαφωτισμού’’. Δυστυχώς δεν
αντιλαμβάνονται «το άγιο βάθος της Ορθοδοξίας», για να χρησιμοποιήσομε
τη φράση του μ. Κ. Μοσκώφ, ο οποίος προς το τέλος της ζωής του, αντιλήφθηκε το
μαρξιστικό αθεϊστικό σκότος και επέστρεψε στην Εκκλησία.
Επακόλουθο της εκκοσμίκευσης και της
νεωτερικότητας, του λεγομένου Ελληνικού ‘’διαφωτισμού’’, είναι οι μειωτικές
αναφορές και η υποτίμηση της φιλοκαλικής κίνησης που μειωτικά καλούν
‘’κολλυβάδες’’. Να αναφέρομε ότι ο Κοραής αποκάλεσε τον Άγιον
Αθανάσιον τον Πάριον, «γελοίον» «έρημον», «ταραχοποιόν και κακόν γερόντιον της
Χίου».
Γίνονται αφορμή για να υποτιμηθούν
οι τρείς μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
(1749-1809), ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος (1722/25-1831) και ο Άγιος Μακάριος ο
Νοταράς ο Μητροπολίτης Κορίνθου (1731-1805), οι οποίοι υπήρξαν εκ των
πρωταγωνιστών της φιλοκαλικής κίνησης.
Εις την υμνολογία της Εκκλησίας μας
αναφέρεται για τον θεηγόρον Άγιο Νικόδημο «Σοφίας χάριτι, Πάτερ κοσμούμενος,
σάλπιγξ θεόφθογγος, ώφθης του Πνεύματος», για τον Άγιο Αθανάσιο τον Πάριο,
«Σοφία κοσμούμενος, παντοδαπεί ευσεβώς, διδάσκαλος ένθεος, της Εκκλησίας
Χριστού» και για τον Άγιο Μακάριο «τον Θεού προνοία της Χίου, αναφανέντα
κοσμήτορα, εν πράξεσιν ομού και διδαχαίς».
Είναι άξιο αναφοράς αυτό που είχε
γραφεί στην γαλλική εφημερίδα LeMonde, την ημέρα της εισόδου της Ελλάδας
στην ΕΟΚ : «Καλωσορίζομε τη χώρα της Φιλοκαλίας». Η αναφορά αυτή ερμηνεύει
επακριβώς αυτό που καθόρισε και καθορίζει τον πνευματικό πλούτο των
Ορθοδόξων Ελλήνων.
Η Ορθόδοξη Παράδοση με τον
πνευματικό της πλούτο είναι εκείνη που πρόσφερε στον Έλληνα το Άγιο Φως και όχι
η εκκοσμικευμένη διανόηση του Κοραή και όσων αγωνίστηκαν για την νεωτερικότητα
του λεγομένου Ελληνικού ‘’διαφωτισμού’’ και του καλουμένου Εκκλησιαστικού
ουμανισμού.
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι στο
λεγόμενο ‘’διαφωτιστικό’’ κίνημα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο συνέβαλαν και οι
λεγόμενες μυστικές τεκτονικές εταιρείες (περί του θέματος τούτου υπάρχουν
αρκετές πανεπιστημιακές μελέτες). «Πλάνη και απάτη του διαβόλου»
αποκάλεσε ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, τις διδασκαλίες των λεγομένων
«διαφωτιστών».
Προσωπικά βρίσκω να ταιριάζει ο
στίχος του αγνοημένου μας ποιητή Γ. Βερίτη,«Κι ήταν φώτα, χίλια φώτα, μα δεν ήτανε το Φως»
Η υποτίμηση της Ορθόδοξης Παράδοσης, δυστυχώς δεν αφορά μόνον όσους
επιμένουν στην μαρξιστική αθεΐα. Δυστυχώς κάποιοι εκπαιδευτικοί της
Μέσης Εκπαίδευσης, αλλά κυρίως αρκετοί Πανεπιστημιακοί καθηγητές στις
Φιλοσοφικές Σχολές, το θέμα του λεγόμενου ‘’διαφωτισμού’’, δεν το
αντιμετωπίζουν με την πρέπουσα Ορθόδοξη σοβαρότητα.
Τούτο αποτελεί απόρροια τόσο της μαρξιστικής αθεΐας, όσο και της στάσης
πολλών άλλων που θέλγονται από το ‘’διαφωτιστικό’’σκοτάδι.
Τα περί ‘’εξανθρώπισης του Χριστιανισμού’’, η χωρίς χριστιανική χροιά
αναφορά στον καλούμενο από τους οπαδούς του λεγομένου ‘’διαφωτισμού’’
‘’ορθό λόγο’’ (κάτι ανάλογο του αντιφιλοκαλικού κοραϊσμού), έφερε την
απαρχή της εκκοσμίκευσης.
Χαρ. Γ. Σωτηρόπουλου, Αντίδωρον Πνευματικόν,
Τιμητικός Τόμος επί τη 50ετηρίδι επιστημονικής δράσεως και τη
40ετηρίδι καθηγεσίας και εκκλησιαστικής δράσεως του Γεράσιμου Κονιδάρη,
Αθήνα 1981, σελ. 461-466
Εισαγωγή.
Η κίνησις των κολλυβάδων (1) διετάραξεν, ως
γνωστόν, επί ένα περίπου αιώνα (1754-1845) την ηρεμίαν και, ειρήνην των
μοναχών του άγιου Όρους, τους οποίους διεχώρισεν εις δύο αντιμαχόμενας
μερίδας, των κολλυβάδων και των α ντικολλυβάδων. Η κίνησις αύτη
συνίστατο εις την απαγόρευσην της κατά τας Κυριακάς και τας δεσποτικάς
εορτάς τελέσεως μνημόσυνου μετά κολλύβων (2) και ενεφανίσθη μάλλον
τυχαίως · ουδείς δε ηδύνατο να πρόβλεψη την μεγάλην εκτασιν, την οποίαν
έμελλε να λάβη, και τας δυσμενείς επιπτώσεις, τας οποίας έμελλε να έχη
επί των εν αγίω Όρει εφησυχαζόντων μοναχών.
Αφορμήν εις την κίνησιν, ως μας πληροφορεί ο
Χ. Τζώγας (3), έδωκε το γεγονός ότι, ένεκα τυπικών δυσχερειών (4), τα
μνημόσυνα των κεκοιμημένων δεν ηδύναντο να τελώνται κατά Σάββατον, ως
ετελούντο έως τότε, άλλα κατά Κυριακήν. Η καινοτομία αύτη δεν εύρε
σύμφωνους άπαντας τους μοναχούς της σκήτης της αγίας ’ννης, οπού ηνήφθη
το πρώτον η φλοξ της έριδος, και ούτω ήρχισεν η περί των μνημοσύνων
έρις, ήτις από τας σκήτας και τα κελλία επεξετάθη αργότερον εις άπασαν
την αγιορεοτικήν αδελφότητα.
Αιτία της έριδος υπήρξεν η εμμονή των
κολλυβάδων (5) εις την επάνοδον της τελέσεως των μνημοσυνών κατά το
Σάββατον ή καθ' οιανδήποτε άλλην ημέραν, εξαιρουμένου της Κυριακής και
των δεσποτικών εορτών.
Οι πρωταγωνισταί της μερίδος των κολλυβάδων ήσαν κατά χρονολογικήν σειράν τέσσαρες (6):
α) Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης (1713-1784),
β) Αθανάσιος Πάριος (1722/25-1831),
γ) Μακάριος Νοταράς (Μητροπολίτης Κορίνθου) (1731-1805) και
δ) Νικόδημος Αγιορείτης (1749-1809).
Οι πρωταγωνισταί της αντιθέτου μερίδος, των αντικολλυβάδων, ήσαν δύο (7):
α) Μοναχός Βησσαρίων εκ Ραψάνης (1738 αρχαί ΙΘ'αι.) και β) Αρχ. Θεοδώρητος εξ Ιωαννίνων (μέσα ΙΗ' αι. 1823).
Η έρις των δύο παρατάξεων υπήρξεν
οξυτάτη·τούτο φαίνεται εκ των φράσεων και των χαρακτηρισμών, των
παραδιδομένων υπό των διαφόρων συγγραφών και επιστολών αυτών αλλά και εκ
του όλου ύφους αυτών (8).
Έχοντας
διερευνήσει τη σχέση της πλατωνικής φιλοσοφίας με τα συγγράμματα του
Διονυσίου Αρεοπαγίτου και τη διασύνδεσή τους με το Μάξιμο τον Ομολογητή,
θεωρούμε σκόπιμη και αναγκαία μια πληρέστερη αλλά σύντομη αναφορά στη
«μυστική θεολογία» και το ρόλο που αυτή διεδραμάτισε ιδία κατά τις
«ησυχαστικές έριδες» του ΙΔ΄ αιώνος δια του Γρηγορίου Παλαμά,
ανακαινιστού της χριστιανικής μυστικής θεωρίας. Τότε δι' αυτής ετέθη το
θεολογικό πρόβλημα περί της ουσίας των ενεργειών του Θεού και έλαβε χώρα
σύγκρουση μεταξύ της μυστικής θεολογίας και της θρησκευτικής
φιλοσοφίας, όταν ο Θεός της Αποκαλύψεως και της θρησκευτικής εμπειρίας
ευρέθη αντιμέτωπος προς το θεό των φιλοσόφων και των σοφών επί του
πεδίου του μυστικισμού.
Ο άνθρωπος είτε αισθάνεται το θείον ως κάτι
το υψηλόν και μεγαλειώδες, το οποίο γεννά στην ψυχή του ιερό δέος, είτε
βιώνει το θείον ως κάτι συγγενικό προς αυτόν, προς το οποίο τρέφει
αισθήματα αγιότητος και ποθεί να ενωθεί (1) . Ο μυστικισμός είναι
φαινόμενο που απορρέει από το δεύτερο, ως ανωτέρω, είδος του
θρησκευτικού βιώματος. Αποτελεί μία από τις μορφές θρησκευτικότητος και
συναντάται σε όλους τους λαούς, όλων των εποχών. Κατά την ουσιαστική
έννοια του μυστικισμού πρόκειται περί άρσεως της διαιρέσεως μεταξύ
υποκειμένου και αντικειμένου, μεταξύ ψυχής και Θεού, ανθρωπίνου Εγώ και
θείου Συ, περί καθαρώς πνευματικών μέσων, ως είναι η ψυχική συγκέντρωση
και περισυλλογή και η προσευχή. Με τον τρόπο αυτό λαμβάνει χώρα έκσταση,
έξοδος της ψυχής από τον κόσμο των αισθήσεων και άνοδος, δηλ. συνάντηση
της ψυχής με το Θεό. Με τον μυστικισμό αυτό συνδέεται και ορισμένη
μορφή γνώσεως, η οποία εκπροσωπείται από τον Πλάτωνα και τον Αυγουστίνο,
όπως θα δούμε πιο κάτω στο οικείο κεφάλαιο περί Αυγουστίνου. Είναι η
άμεση, χωρίς τη μεσολάβηση της νοήσεως, γνώση, το απ' ευθείας βίωμα, η
διαίσθηση, η ενόραση. Ο σκοπός του μυστικισμού είναι ο ίδιος με τον της
θρησκείας. Ας σημειωθεί ότι ο μυστικισμός είναι η άμεση μετάθεση από την
περιοχή του βεβήλου στο μακάριο κόσμο του αγίου ή του θείου, άμεση
μετάσταση στους κόλπους του απέραντου, όπου ο άνθρωπος αισθάνεται και
τον εαυτό του ως απόλυτο, απέραντο και ολοκληρωμένο. Η πραγματικότης του
πόθου του για ένωση ή συγχώνευση με τη θεότητα, γεννά στη ψυχή
μακαριότητα. Το βίωμα αυτό είναι άρρητο, ανέκφραστο, ανεκδιήγητο. Το
εκφράζει μόνο το φαινόμενο της ιεράς σιγής. Κάτι τέτοιο είχε συμβεί με
τους μαθητές που συνάντησαν τον Κύριο στο δρόμο προς Εμμαούς. Ο
μυστικισμός αποτελεί τα βαθύτατα ψελλίσματα της μυχιαιτάτης ευσεβείας.
Δι' αυτό ακριβώς είναι και πηγή μεγάλων δημιουργιών στην περιοχή της
φιλοσοφίας, της θρησκείας και της τέχνης.
Το 1875 μ.Χ., χίλια επτακόσια ογδόντα χρόνια μετά από το Κοσμοϊστορικό αυτό Γεγονός (της Συγγραφής του Βιβλίου της Ιεράς Αποκαλύψεως από τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο), φτάνει στον Αγιασμένο αυτό Τόπο ένας άγνωστος προσκυνητής, για τον οποίο κανένας δεν γνώριζε τίποτα μέχρι τότε, που έμελλε όμως να παραμείνει εκεί για πάντα και να προσθέσει το όνομά του μέσα στην Αθάνατη Ιστορία της Αγίας μας Εκκλησίας, ως ένας από τους Αγίους Ερημίτες Της, ως ο Ερημίτης της Πάτμου Θεόκτιστος. Τα στοιχεία που μας επέτρεψε ο ίδιος να γνωρίζουμε για το προηγούμενο κομμάτι της ζωής του είναι απειροελάχιστα. Ήταν σε ηλικία 45 ετών (γεννήθηκε δηλαδή το 1830), όταν με μία βάρκα που τον έφερε από την γειτονική Κω είχε έλθει στην Πάτμο προσκυνητής. Φαινόταν Ιεροπρεπής, ρωμαλέος άνδρας με αυστηρό πρόσωπο και μάτια γεμάτα φως, που ξέχυναν σ’αυτό μια μυστική γλυκήτητα.
Οι Πατέρες στη Μεγάλη Μονή της Χώρας τον δέχτηκαν με τιμή. Ήταν ο εραστής της αδιάλλειπτης προσευχής και της ερήμου. Υπήρχε γι’αυτόν μία φήμη ότι ήταν Επίσκοπος. Ο ίδιος δεν θα κάνει ποτέ λόγο ούτε καν για Ιερωσύνη. Θα αρκεσθεί μόνο να απαντήσει στο γενικό σιωπηλό ερώτημα, σχετικά με το ποιος ήταν και γιατί ήλθε να ασκητέψει στο Νησί αυτό, που ακούστηκε η Φωνή του Θεού «ως ήχος υδάτων πολλών»: «Αφιερώθηκα στον Θεό. Όταν ήμουν στον κόσμο συνάντησα ανθρώπους, που προσπαθούσαν να κάνουν το καλό αλλά αμαρτάνοντας. Δυστυχώς και εγώ το ίδιο έκανα. Έτσι αποφάσισα να φύγω μόνος μου κάπου, ώστε τουλάχιστον να μην πληγώνω κανέναν. Προσεύχομαι ώστε ο Θεός να μου συγχωρήσει όλα μου τα αμαρτήματα. Θα πεθάνω και πρέπει να παρουσιασθώ μπροστά Του και σκέπτομαι τι θα Του απαντήσω».